12 χρόνια σκλάβος…. (η κριτική μας)

Written by

  … ή αλλιώς «Τι ‘χες Τζάνγκο, τι είχα πάντα»

Και εξηγούμαι για τον τίτλο: 2011 The Help, 2012 Django unchained,2013 12 years a slave. Με λίγα λόγια, το θέμα της δουλείας των μαύρων αρχίζει να γίνεται αγαπημένο θέμα ξανά. Και αν στο Τζανγκο ο Ταραντίνο προσέγγισε το θέμα με την γνωστή του ειρωνεία και έβαλε τον Τζέιμι Φοξ να ευνοείται από την μοίρα, εδώ, στο «12 χρόνια σκλάβος» ο Στιβ Μακ Ουίν βάζει τον παράγοντα μοίρα να παίζει άσχημο παιχνίδι στον Κιουτελ Ετζιοφορ και κύριο ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας.

Αλλά ας πάρουμε τα πράματα από την αρχή. Ο Σόλομον Νορθαπ (υπαρκτό πρόσωπο που κατέγραψε τις εμπειρίες του σε βιβλίο απ’ όπου και εμπνέεται η ταινία) είναι ένας ελεύθερος μαύρος, βιολιστής στο επάγγελμα (και μάλιστα από τους καλύτερους), που ζει ήσυχα με την όμορφη οικογένεια του, χαίρει κοινωνικής αποδοχής και πλήρους ισότητας με του λευκούς της πόλης όπου διαμένει. Όλα αυτά τα όμορφα μέχρι που πέφτει θύμα απάτης από δύο λευκούς, δήθεν καλλιτέχνες του τσίρκου, που τον πείθουν να τους ακολουθήσει για λίγο καιρό μέχρι την Ουάσινγκτον για να βγάλει εύκολα και γρήγορα πολλά χρήματα με την τέχνη του. Εκεί τον μεθούν και τον πουλάν ως αντάλλαγμα για ένα χρέος τους σε ένα δουλέμπορο (Πολ Τζιαμάτι). Και εκεί ξεκινάει η τραγωδία του Σόλομον (ο οποίος μετονομάζεται-με το ζόρι- σε Πλατ). Και όσο περνάει ο καιρός και αλλάζουν οι «ιδιοκτήτες» τόσο Πλατ αναγκάζεται να αποδεχτεί την θέση του για να καταφέρει να επιβιώσει. Και αν η αρχική του ανάγκη ήταν «να ζήσει και όχι απλά να επιβιώσει», η ζωή τα φέρνει αλλιώς και οι προτεραιότητες αλλάζουν.

Αυτή η σπουδή στην ελευθερία, ίσως είναι το πιο ολοκληρωμένο έργο της έβδομης τέχνης για το- άγνωστο για μας τους Έλληνες- θέμα της δουλοκτησίας. Ο Στιβ Μακ Ουίν, αυτός ο φανατικός μικρομηκάς, καταφέρνει να γειώσει το θέμα στο προσωπικό και να βάλει το στοιχείο της μοίρας να παίζει καταλυτικό ρόλο στην ζωή και στον θάνατο των μαύρων. Τυχαία γεννήθηκες μαύρος, τυχαία έζησες ως δούλος, τυχαία πέθανες ελεύθερος. Και γιατί αυτή η ταινία μοιάζει τόσο επίκαιρη; Γιατί πολύ απλά μας δείχνει στην βάση την βλακεία του ρατσισμού! Το περήφανος ως (για παράδειγμα) Έλληνας είναι το ίδιο βλακώδες με το περήφανος ως ξανθομάλλης ή με το περήφανος ως «1.90 με μπλε μάτια και μεγάλες πλάτες». Το Χόλυγουντ λόγω της κυριαρχίας των παραγωγών αναγκάζεται να δώσει πολλά επίπεδα σε μία ταινία κάτι που δεν χρειάστηκε ποτέ να κάνει ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος.

Τα βασικά σκηνοθετικά στοιχεία της ταινίας είναι η προσωποκεντρική αφήγηση (βλέπουμε το δράμα του Σόλομον), το μπλέξιμο παρόντος-παρελθόντος στην αρχή της ταινίας, την σκηνοθετική λιτότητα (κάνει κοντινά μόνο όταν χρειάζεται και αφήνει την δράση να εξελιχθεί σε ένα πλάνο), άψογη παρουσίαση των χαρακτήρων των λευκών αφεντικών (Μαικλ Φασμπεντερ για μία ακόμη φορά σε ταινία του Στιβ Μακ Ουίν), πλάνα bird eye κατά την γνώμη μου για να δείξει την πλήρη ισότητα όταν κοιτάς από ψηλά, μαγικά πλάνα σφήνες είτε με στοιχεία της φύσης (βλέπε μουντός καιρός, ή χάραμα πίσω από ένα δέντρο) είτε μονοπλάνα με τον Σόλομον να μας δείχνει χωρίς κανένα δισταγμό τον πόνο του και τέλος την σκηνοθετική ευφυώς λειτουργία του χρόνου στα πλάνα. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το φανταστικό πλάνο 360 μοιρών (με ενδιάμεσα κατ βέβαια) του Σόλομον κρεμασμένου σε ένα δέντρο να προσπαθεί να πατήσει στο έδαφος για να μην πνιγεί.

Ίσως να μπορούσε να αποφύγει τα τόσα κλισέ (χαρακτηριστικό το σκηνοθετικό κλισέ με την ευτυχισμένη οικογένεια) και θα μπορούσε να παρουσιάσει  διαφορετικά το τέλος, περισσότερο αληθοφανές και περισσότερο δραματικό. Ο Στιβ Μακ Ουίν φλερτάρει με τον ρεαλισμό αλλά σταματά εκεί που χρειάζεται! Και θα σας πω την αλήθεια μου, όταν άκουσα το θέμα και ποιος το σκηνοθετεί, μου ήρθε στο μυαλό το Hunger και φοβήθηκε η ψυχούλα μου! Ευτυχώς όμως…

Εν κατακλείδι: θα ήθελα αυτή η ταινία να γυριζόταν πριν από το Τζάνγκο. Κακώς δεν με ρώτησαν οι παραγωγοί πρώτα!! Πέρα απ’ την πλάκα, είναι νωπές ακόμα οι μνήμες από την ταινία του Ταραντίνο και αναπόφευκτα την συγκρίνω με ό,τι ταινία δω με μαύρους δούλους. Όπως και να χει, ο Στιβ Μακ Ουίν καταφέρνει να δώσει με τρομερή πιστότητα την εποχή των δούλων, να επικεντρωθεί σε ένα άτομο και στο παιχνίδι της μοίρας και να ξεδιπλώσει όλους τους υπόλοιπους λευκούς χαρακτήρες ικανότατα. Εύστοχα και λιτά βάζει στο παιχνίδι τον «από μηχανής θεό» Μπραντ Πιτ (ο οποίος είναι και ένας από τους παραγωγούς της ταινίας) και ορθά δεν μας δείχνει τόση βία αλλά τις περισσότερες φορές ή την υπονοεί ή την δείχνει φλουταρισμένη (εξαιρετική χρήση του τηλεφακού και του ήχου).

 Να την δω; : Ε ναι! Προφανώς!

Πόσο της βαζεις; : 7,5/10.. Είπαμε, ωραία ταινία αλλά δεν είναι και ο Πολίτης Κέιν!

Λοιπά στοιχεία: Εκατοντάδες υποψηφιότητες στην πιο ώριμη ταινία του Στιβ Μακ Ουίν στην τρίτη του μόλις σκηνοθετική απόπειρα! Ένας από τους καλύτερους σκηνοθέτες της γενιάς του ανεβάζει ψηλά τον πήχη! Μία ταινία από ένα μαύρο Βρετανό για έναν μαύρο Αμερικάνο και θα εκπλαγώ αν δεν πάρει τουλάχιστον κάποια απ’ τις βασικές κατηγορίες των Όσκαρ!