Κριτική της παράστασης: Η γίδα ή ποια είναι η Σύλβια

Written by


Κριτική της παράστασης: Η γίδα ή ποια είναι η Σύλβια | Αμφιτρίτη Ιωαννίδου

Ασφυξία

Ιδιαίτερες πρώτες παραστάσεις επιλέγει για την επανέναρξή του το Θέατρο Αμαλία θέλοντας ενδεχομένως να διατηρήσει την παλιά του ταυτότητα ως Πειραματική Σκηνή της Θεσσαλονίκης. Μία από αυτές που τράβηξε την προσοχή μας είναι η Γίδα ή ποια είναι η Σύλβια, ένα σχετικά σύγχρονο έργο (2000) του Αμερικανού θεατρικού συγγραφέα Έντουαρντ Άλμπι, όχι και τόσο δημοφιλές στις ελληνικές σκηνές ίσως λόγω της ιδιαιτερότητάς του.

«Μπορεί, φυσικά, να έχετε λάβει την παραπλανητική πληροφορία ότι το έργο είναι για την κτηνοβασία. Λοιπόν, η κτηνοβασία συζητείται κατά τη διάρκεια του έργου (όπως και η οργάνωση των λουλουδιών), αλλά είναι μια γενικότερη υπόθεση και όχι το ‘θέμα’. Το έργο είναι για την αγάπη, για την απώλεια, για τα όρια της ανεκτικότητάς μας και για το ποιοι πραγματικά είμαστε.» παραθέτει ο ίδιος ο Άλμπι επιβεβαιώνοντας τις ήδη υπάρχουσες σκέψεις των υποψιασμένων θεατών ότι το συγκεκριμένο έργο δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται με την πρώτη ματιά αλλά έχει πολλά μηνύματα να μεταδώσει σχετικά με τον άνθρωπο της σύγχρονης κοινωνίας.

Το έργο αφορά ένα ζευγάρι που είναι φαινομενικά ευτυχισμένο και «τακτοποιημένο» σε ένα σπίτι, όμως οι ρωγμές γίνονται ξεκάθαρες από την αρχή. Ο άντρας αποκαλύπτει ότι είναι ερωτευμένος με μια Σύλβια η οποία τυχαίνει να είναι γίδα! Έπειτα από αυτήν την αποκάλυψη (την οποία συγκεκριμένα κάνει ο κολλητός του φίλος στη γυναίκα του και στο γιο τους) έρχεται η αρχή του τέλους για την οικογένεια που φαίνεται να αδυνατεί να αντιμετωπίσει αυτήν την κατάσταση και βγάζει στη φόρα ενώπιον όλων των θεατών (δεν είναι τυχαίο ότι υπήρχαν θέσεις για θεατές πάνω στη σκηνή) τον χειρότερο εαυτό της. Επίσης δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι όλο αυτό διαδραματίζεται μέσα σε ένα τετράγωνο κατασκεύασμα από πλεξιγκλάς (πολύ δημιουργικό και έξυπνο σκηνικό των Αρετή Μουστάκα και ΧριστόφορουΓκούση) που παραπέμπει αρκετά σε κλουβί ζωολογικού κήπου μέσα στο οποίο υπάρχουν άγρια ζώα που παλεύουν για την επιβίωσή τους αλλά και για να καταφέρουν με κάποιο τρόπο να δραπετεύσουν.

Ίσως πολλοί να βρίσκουν ακραία τη συγκεκριμένη παράσταση λόγω του ότι πραγματεύεται κάτι έξω από τα όρια του φυσιολογικού (για τους περισσότερους) καταφέρνοντας όμως με έναν μοναδικό τρόπο να το κάνει να δείχνει κανονικό και πιθανό να συμβεί στον καθένα. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην εξαιρετική, κατά γενική ομολογία, ερμηνεία του Νίκου Κουρή ο οποίος αντιμετώπισε με την πρέπουσα σοβαρότητα το ρόλο του Μάρτιν μη αφήνοντας περιθώρια στο θεατή να εκλάβει την παράσταση ως μια φαρσοκωμωδία. Λόγω του θέματος αυτό θα ήταν αρκετά πιθανό να συμβεί με ή και χωρίς την πρόθεση του σκηνοθέτη. Υπήρχαν βέβαια θεατές που σε αρκετές στιγμές του έργου δεν κατά Ιωαννίδου-Χρυσουλίδου Αμφιτρίτη 2 στην πορεία, όταν συνειδητοποίησε ότι δεν είναι πλάκα σταμάτησε να γελάει. Σε αυτό το σημείο θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο θεατής ταυτίζεται και αρχίζει να αντιλαμβάνεται σιγά σιγά τη σοβαρότητα της κατάστασης.

Πρόκειται για μια παράσταση που μπορεί κανείς να την ερμηνεύσει με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Υπάρχει το ζήτημα της κτηνοβασίας που είναι κάτι που μπορεί να είναι αποκρουστικό αλλά είναι επίσης και μια πραγματικότητα που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε από ψυχολογική αλλά και κοινωνική σκοπιά. Υπάρχει το ζήτημα της ανθρώπινης φύσης η οποία έχει ζωώδη χαρακτηριστικά και όσο προσπαθούμε να την κρύψουμε και να την τοποθετήσουμε ομαλά σε ένα πλαίσιο τόσο αυτή παλεύει να βγει προς τα έξω και να καταστρέψει το προφίλ ενός πολιτισμένου ανθρώπου. Ο Μάρτιν άλλωστε δεν είναι ένας άνθρωπος του περιθωρίου χωρίς κανένα μορφωτικό επίπεδο. Είναι ένας πετυχημένος αρχιτέκτονας με σπίτι και οικογένεια, δηλαδή ένα πρότυπο ανθρώπου της σύγχρονης κοινωνίας. Έπειτα υπάρχει και το ζήτημα της ατομικής ελευθερίας. Έχει το δικαίωμα ένας άνθρωπος να ζήσει ελεύθερος με όποιον τρόπο θέλει και με όποιον ή όποιο είδος συντρόφου επιθυμεί; Υπάρχει κάποια ηθική που τον εμποδίζει; Αυτά είναι ερωτήματα που υπάρχουν στο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων της καθημερινότητας και αυτή η παράσταση κατορθώνει να τα φέρει στην επιφάνεια, παρουσιάζοντας ένα ακραίο περιστατικό, και να τα εξετάσει εξονυχιστικά. Ίσως μάλιστα σε κάποιους να δίνει και απαντήσεις αλλά ακόμα κι αν όχι, παρακινεί έναν κάποιο προβληματισμό και αυτό είναι το πιο σημαντικό.

Μέσα σε όλο αυτό το χάος που επικρατεί στο έργο γύρω από το ζήτημα της γίδας, ο Άλμπι έχει κατορθώσει να εντάξει ομαλά κάποιες ακόμα καίριες νύξεις σε άλλα κοινωνικά ζητήματα με απίστευτη μαεστρία. Για παράδειγμα ο Ρος (Γιάννης Δρακόπουλος), κοντινός φίλος του Μάρτιν και της οικογένειας, όταν μαθαίνει ότι ο φίλος του είναι ερωτευμένος ψυχικά και σωματικά με μια γίδα το πρώτο πράγμα που τον απασχολεί είναι μην εκτεθεί ο ίδιος στα μάτια του κόσμου και όχι αυτό καθαυτό το ζήτημα. Ο Νικορέστης Χανιωτάκης έχει αναμφίβολα μελετήσει σπιθαμή προς σπιθαμή το έργο, έχει εντοπίσει κάθε σημείο που παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον και το έχει παρουσιάσει με τέτοιο τρόπο στη σκηνή ώστε να μην περάσει απαρατήρητο. Αυτό είναι άλλωστε και το «χρέος» ενός καλού σκηνοθέτη, να καταφέρει να παρουσιάσει την καλύτερη εκδοχή του έργου που έχει στα χέρια του σύμφωνα με τις δικές του προσλαμβάνουσες, είτε αυτές συμπίπτουν με του συγγραφέα είτε όχι.

Σημασία στην τελική δεν έχει αν παρουσίασε κάτι που είναι ακριβώς αυτό που είχε στο μυαλό του ο Άλμπι (λίγο δύσκολο αυτό να συμβεί) αλλά αν κατάφερε να αλλάξει έστω και λίγο το θεατή που βγαίνει από την αίθουσα προς το καλύτερο. Και στην προκειμένη περίπτωση το έχει καταφέρει καθώς δύσκολο να δει κάποιος αυτήν την παράσταση και να μην ταρακουνηθεί / προβληματιστεί.

Συντελεστές
Ιωαννίδου-Χρυσουλίδου Αμφιτρίτη 3
Μετάφραση – Διασκευή – Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης
Σκηνικά – Κοστούμια: Αρετή Μουστάκα
Μουσική: Γιάννης Μαθές
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανασούλα
Βοηθός σκηνοθέτη: Τόνια Καζάκου
Βοηθός σκηνογράφου: Έμιλυ Ονησιφόρου
Κατασκευή σκηνικού: Χριστόφορος Γκούσης
Σχεδιασμός και εκτέλεση χτενισμάτων: Ελένη Πανέτσου
Οργάνωση παραγωγής: Μαριάννα Παπασάββα
Φωτογραφίες: Αγγελική Κοκκοβέ
Δημιουργία – προγραμματισμός ιστοσελίδας: Αλεξάνδρα Χανιωτάκη
Τρέιλερ παράστασης: Γεώργιος Ευαγγελόπουλος
Τεχνικός σκηνής: Γιάννης Χανιωτάκης
Ηθοποιοί
Μάρτιν: Νίκος Κουρής
Στήβυ: Λουκία Μιχαλοπούλου
Ρος: Γιάννης Δρακόπουλος
Μπίλλυ: Μιχαήλ Ταμπακάκης

cityculture.gr / Κριτική της παράστασης: Η γίδα ή ποια είναι η Σύλβια | Αμφιτρίτη Ιωαννίδου