Γκουντ Λακ, κριτική παράστασης 

Written by

Γκουντ Λακ:ο τίτλος σηματοδοτεί ένα μοτίβο χαρακτηριστικό της γραφής του Κατσικονούρη: την φυγή-απόδραση, καθώς αποτελεί το όνομα του δυνητικού μουσικού συγκροτήματος, το οποίο και θα λειτουργούσε ως το διαβατήριο μιας μεταφοράς: της συμβολικής μετακίνησης των πρωταγωνιστών από το χωροχρονικό πλαίσιο του πραγματικού, το οποίο όμως καθίσταται ανεπαρκές και κυρίως φορέας του αδιεξόδου, στο παραπλανητικό. Για τον λόγο αυτό η μετάβαση καταλήγει άγονη και ανεπιτυχής, γεγονός που εντείνει το ήδη υπάρχον αδιέξοδο, το οποίο καταλήγει εν τέλει να φαίνεται διαθλασμένο: λόγω της αποτυχίας υπέρβασης και κατ’ επέκταση αλλαγής του, μεγεθύνεται η ισχύς του.

Κομβικό χαρακτηριστικό των προσώπων αποτελεί η σχέση τους με τη ροκ μουσική. Σχέση εμβέλειας ζωτικής, διότι σε ένα συμβολικό επίπεδο λειτουργεί ως ο καθημερινός τρόπος πραγμάτωσης μίας απόπειρας διαφυγής από την περιρρέουσα πραγματικότητά τους. Ο ΑΛΚΗΣ με τον ΓΙΑΝΝΗ βρίσκονται στο δωμάτιο του πρώτου παίζοντας ροκ μουσική.

Η έξαφνη ανάφλεξη vs το σταδιακό σβήσιμο

Στον διάλογο του ΆΛΚΗ με τον ΓΙΑΝΝΗ σχετικά με τα μουσικά τους κομμάτια, σε ό,τι αφορά το τελείωμα των τραγουδιών, ο ΑΛΚΗΣ υποστηρίζει το λεγόμενο «fade out», δηλαδή το αργό σβήσιμο παρά το απότομο που υποστηρίζει ο ΓΙΑΝΝΗΣ αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Καλύτερα πάντως να το καις με τη μία, παρά να τ’ αφήνεις να σβήνει σιγά σιγά». Κάτω από το φίλτρο της μουσικής ορολογίας στο Γκουντ Λακ, εκδιπλώνεται η συμβολική υφή της πρότασης. Τι σηματοδοτεί συνεπώς το δίπολο της ξαφνικής ανάφλεξης και του σταδιακού σβησίματος; Και οι δύο εκδοχές επιφέρουν μία  μ ε τ ά β α σ η: την μετάβαση από την ύπαρξη, όχι όμως στην ανυπαρξία, αλλά στην τροπικότητα του «έχει υπάρξει», μέσω της μετατροπής του «εδώ – τώρα» σε ένα «εκεί – άλλοτε». Συνεπώς, η καύση δε θα σημάνει την εξάλειψη του ίχνους, δηλαδή της γεγονότητας του «έχει υπάρξει», η οποία υπερισχύει του «όχι πια».

Όμως, η μετάβαση αυτή πραγματοποιείται και με τους δύο τρόπους (σιγανό σβήσιμο και έξαφνη καύση). Σε ποιο σημείο ακριβώς έγκειται η διαφορά τους; Ο συγγραφέας κλίνει υπέρ της  έξαφνης καύσης και θα συσχέτιζα το συγκεκριμένο μοτίβο με την έννοια του ντελεζιανού συμβάντος, το οποίο προκαλείται ως μία έξαφνη ανάφλεξη, ειδάλλως δεν είναι συμβάν. Κατά συνέπεια και στην περίπτωση που εξετάζουμε, ο Κατσικονούρης, πιστεύω πως μέσω της αντίθεσης, κάτω από την έννοια της απρόσμενης ανάφλεξης, τίθεται ουσιαστικά υπέρ του μη αναμενόμενου, του απρόβλεπτου. Του γεγονότος αυτού που επιφέρει την ανατροπή: η οποία θα σηματοδοτήσει την εισχώρηση μιας καινούργιας ζωτικής τροπικότητας με την ταυτόχρονη κατάρρευση της προηγούμενης. Την εισχώρηση της ουσίας, εντός ενός ζωτικού πλαισίου, το οποίο τη στερούταν. Πόσο εφικτή είναι η πραγματοποίηση; Στον αντίποδα, το λεγόμενο «fade out», το ερμηνεύω ως τη διαρκή αναβολή, την εξασθένιση της αποφασιστικότητας και άρα της μεταβολής—μετάβασης. Η βραδύτητα του σβησίματος, αυτήν τη φορά οδηγεί όχι στην αφύπνιση, αλλά στον συμβολικό θάνατο.

Η λειτουργία του πούρου ως σκηνικού αντικειμένου: η λανθάνουσα ρωγμή

Χαρακτηριστικό σκηνικό αντικείμενο που λειτουργεί συμπληρωματικά και αντιπροσωπευτικά του ΜΙΤΣ, του υποτιθέμενου μάνατζερ, αποτελεί το πούρο. Συνοδεύει διαρκώς τον ήρωα σε οποιαδήποτε εμφάνισή του, πάντοτε όμως σβηστό. Το πούρο σύμβολο της επιτυχίας, του πλούτου και κατ’ επέκταση της αυτοπεποίθησης, λειτουργεί ως κεντρικό μέσο σφυρηλάτησης μίας περσόνας με ένα ισχυρό κοινωνικό στάτους. Όμως, το γεγονός πως το συγκεκριμένο σκηνικό αντικείμενο είναι διαρκώς σβηστό εισάγει μια λανθάνουσα ρωγμή στην προσεκτικά σκηνοθετημένη εμφάνιση του ΜΙΤΣ και προϊδεάζει τον αναγνώστη σχετικά με τον επίπλαστο χαρακτήρα της μορφής του και κυρίως σχετικά με την επερχόμενη αποκάλυψη της παγίδευσης των ηρώων.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει στη συνέχεια η προσπάθεια του ΆΛΚΗ να αποκαλύψει την πλάνη του ΜΙΤΣ, προτείνοντάς του να ανάψει το πούρο. Όμως, παρά τις προσπάθειες του ΆΛΚΗ, ο αναπτήρας του δεν ανάβει. Ο αναπτήρας δυσλειτουργεί, επιτρέποντας στον ΜΙΤΣ να συνεχίσει να χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο μέσο ως τρόπο ενίσχυσης της άσκησης πλάνης. Ανατρέπει την προσδοκία του ΆΛΚΗ να θέσει σε απόσυρση το «όπλο» του ΜΙΤΣ και συμβολικά λειτουργεί σαν μια προειδοποίηση της ανατροπής που θα υποστεί η σχέση ΆΛΚΗΣ – ΜΙΤΣ: την εν τέλει επιτυχία του ΜΙΤΣ να παρασύρει τον ΆΛΚΗ στο σχέδιό του, αίροντας τις αμφιβολίες και την αρνητική του τοποθέτηση.    

Η ζωτική αναλογία με τη διαδρομή του τρένου

Ο ΜΙΤΣ χρησιμοποιεί μια μεταφορά στην επόμενη συνάντησή του με τον ΆΛΚΗ: πως βρίσκονται μέσα σε ένα μεγάλο, μυστήριο, μαύρο τρένο, μέσα σ’ ένα τούνελ και δεν ακούγεται τίποτα, πλην του ήχου από τις ρόδες στις ράγες. Στο τέλος του τούνελ δεν υπάρχει κανένα φως, δεν υπάρχει τίποτα, μονάχα ένας τοίχος στο τέρμα. Παράλληλα οι ήρωες χορεύουν μέσα στο τρένο στον ρυθμό του ροκ εν ρολ. Η μεταφορά αυτή θεωρώ πως αποτελεί μία επιτυχή συμπύκνωση του πνεύματος του έργου και κυρίως της υπόστασης του ΜΙΤΣ, τον οποίο ο συγγραφέας αποκαλεί «το πνεύμα του ροκ εν ρολ». Η ζωτική πορεία του ΜΙΤΣ είναι ανάλογη με την διαδρομή αυτή του τρένου: απουσία φωτός στο βάθος, απουσία δηλαδή συγκεκριμένου ζωτικού προσανατολισμού και σκοπού. Ακούγεται μονάχα ο ήχος του τρένου: κυριαρχεί η απουσία οποιουδήποτε άλλου ήχου, γεγονός που σηματοδοτεί την απομάκρυνση και απομόνωση του ήρωα από τον καθιερωμένο και συμβατικό κοινωνικό ρου, επιλέγοντας τον εναλλακτικό και κατά συνέπεια μοναχικό. Περιβάλλεται από μια παρατεταμένη απουσία της νόρμας και κατ’ επέκταση της απόρριψης των δεδομένων και παραδεδομένων νοημάτων και αξιών. Η ζωτική νοηματόδοτηση πραγματοποιείται από τον ίδιον. Το γεγονός πως βρίσκεται μέσα σε ένα τρένο, το οποίο κινείται δίχως να σταματά και δίχως να έχει τερματικό προορισμό, συμπίπτει με την διαδρομή ζωής του ΜΙΤΣ, από την οποία εκλείπει η σταθερή βάση. Οι στέρεες «αναφορές» απουσιάζουν και μεταδίδεται στον αναγνώστη η αίσθηση πως τα ζωτικά του θεμέλια είναι τοποθετημένα σε τρεμάμενη άμμο, η οποία διαρκώς κινείται, δίχως ποτέ να ακινητοποιείται.

Η συνεκδοχή της καύσης μιας στάσης ζωής

Η έξαφνη αποκάλυψη της κίβδηλης ποιότητας των υποσχέσεων του ΜΙΤΣ σηματοδοτεί την ξαφνική προσγείωση των ηρώων και την πραγμάτωση μιας ξαφνικής μετάβασης από την π ρ ο σ δ ο κ ί α  στην  μ α τ α ί ω σ η. Η ολίσθηση που βιώνει ο ΜΙΤΣ από την προσδοκία στην ματαίωση, αποκαλύπτεται μέσω μιας πράξης συμβολικής: στο τέλος του έργου, για πρώτη φορά ο ΜΙΤΣ ανάβει το πούρο του. Η καύση του πούρου λειτουργεί σαν μια συνεκδοχή της καύσης μιας στάσης ζωής και συγκεκριμένα της δικής του, η οποία έχει πλέον επέλθει στο τέλος της. Η καύση του πούρου μοιάζει να υποδηλώνει την ξαφνική πρόσκρουση του τρένου που περιέγραψε ο ΜΙΤΣ στον μαύρο τοίχο. Την ύπαρξη του οποίου ήδη γνώριζε. Η απάντηση του ΜΙΤΣ πως «καλύτερα να το καις με τη μία, παρά να το αφήνεις να σβήνει σιγά σιγά», εντείνει την μεταφορική σημασία του φλεγόμενου πούρου ως στάση ζωής, η οποία με προορισμό το αδιέξοδο, ενέχει μία λάμψη ψευδαισθησιακή, το αργό ξεθώριασμα της οποίας, λειτουργεί ως είδος ισχυρού βασανιστηρίου, μίας ασθένειας εκφυλιστικής, η εκρίζωση της οποίας είναι αναγκαία. Στο φινάλε του έργου, η φιγούρα του ΜΙΤΣ φαντάζει σαν έναν ήλιο τη στιγμή της δύσης, που βουλιάζει αργά μες στη θάλασσα, αθόρυβα, αργοσβήνοντας, σα να απέτυχε εν τέλει η προσπάθειά του για άμεση καύση.

Όλοι οι ηθοποιοί (Ερρίκος Λίτσης, Γιάννης Διακάκης, Άλκης Μπακογιάννη, Αγγελική Νοέα) κατόρθωσαν να αναδείξουν τους ήρωες, την ποιότητα και το βάθος τους, χάρις στην εσωτερικότητα των ερμηνειών τους, τους χαμηλούς τόνους και την αποφυγή του επιδερμικού, εξωτερικού και σχηματικού παιξίματος, που αποτελεί την πιο κοινή παγίδα, στην οποία πέφτουν οι ηθοποιοί, ενώ προσπαθούν να αποδώσουν ρεαλιστικά τους ήρωές τους. Αναδύεται με επιτυχία το χιούμορ του έργου αλλά και η υφέρπουσα πικρία του. Καλοκουρδισμένη παράσταση, με πολύ καλό ρυθμό, κατορθώνει να κρατά σε εγρήγορση τον θεατή και να κρατά το ενδιαφέρον του.

Ταυτότητα της παράστασης στο Θέατρο Radar

Κείμενο: Βασίλης Κατσικονούρης
Σκηνοθεσία: Μαργαρίτα Γερογιάννη
Μουσική Επιμέλεια: Βασίλης Κατσικονούρης-Μαργαρίτα Γερογιάννη
Σκηνογραφία-Ενδυματολογία-Φωτισμοί: Μαργαρίτα Γερογιάννη-Αναστασία Δαφερέρα
Κίνηση: Αγγελική Νοέα
Ερμηνεύουν οι Ηθοποιοί:
Μητς: Ερρίκος Λίτσης
Γιάννης: Γιάννης Διακάκης
Άλκης: Άλκης Μπακογιάννης
Έλενα: Αγγελική Νοέα
Διάρκεια: 100 λεπτά με διάλειμμα

cityculture.gr/ γράφει η Ιφιγένεια Καφετζοπούλου