“Άμλετ: Η τρίτη πράξη” , στο θέατρο Αυλαία

Written by

Τμήματα της τρίτης πράξης, από το σημαντικότερο ίσως, έργο του Σαίξπηρ αποφάσισε να ανεβάσει η ομάδα θεάτρου Ars Moriendi, θέλοντας σύμφωνα με το δελτίο τύπου να αναδείξει τη σχέση του Δανού πρίγκηπα Άμλετ με τις γυναικείες μορφές του έργου, την μητέρα του, Γερτρούδη και την αγαπημένη του (;) Οφηλία.

Η παράσταση ανέδειξε εξαιρετικά τον λόγο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (σε μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά). Το ότι ο λόγος αναδείχθηκε, δεν σημαίνει ότι παράλληλα κερδίσαμε και κάτι ως προς την κατανόηση του κειμένου. Όσο για το έργο, τι μπορεί να πει κάποιος για το έργο αυτό; Έχουν όλα ειπωθεί. Έχουν όλα ειπωθεί από το ίδιο το έργο, από τον ίδιο τον συγγραφέα.

Ο Θάνος Νίκας, που σκηνοθέτησε την παράσταση, – βοηθός σκηνοθέτη η Κατερίνα Συναπίδου -,  έδειξε γι΄ακόμη μια φορά πως τον ενδιαφέρει πολύ η εκφορά του λόγου και το να γίνεται κατανοητό το κείμενο. Διαλέγει, άλλωστε πάντα, πολύ ιδιαίτερα έργα, με ατάκες που μόνο απαρατήρητες δεν μπορούν να περάσουν, αλλά αντίθετα, θα μπορούσαν να γραφτούν ακόμη και ολόκληρα δοκίμια πάνω σ’ αυτές. Ο λόγος λοιπόν έγινε και πάλι κατανοητός, ήταν καλά δουλεμένος, όμως, περνώντας στην εικόνα, η υπερβολικά στυλιζαρισμένη εικόνα άλλοτε παρουσίαζε κάτι το εξαιρετικό, κι άλλοτε φαινόταν πολύ επιτηδευμένη με αποτέλεσμα να ξενίζει. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασαν για μένα οι σκιές, σε σημείο που σκέφτηκα πως ίσως θα είχε αρκετά μεγάλο ενδιαφέρον η παράσταση να παιζόταν με τις σκιές των ηθοποιών.  Επιπλέον, δεν μου άρεσε το πόσο απότομα διακόπηκε η μουσική, την οποία δεν θεωρώ και πολύ ταιριαστή, η οποία κάλυπτε το κομμάτι το ,κατά κάποιον τρόπο, “εισαγωγικό” που προερχόταν απ’ την πρώτη πράξη του έργου, η οποία επανήλθε και στο τέλος της παράστασης. Ίσως θα ήταν καλύτερα να απουσίαζε εντελώς.

Για ακόμη μια φορά θέλω να εκφράσω την αντίθεση μου στη χρήση του βίντεο σε κάθε σχεδόν παράσταση που ανεβαίνει τώρα τελευταία. Αν το βίντεο δεν είναι οργανικό κομμάτι της παράστασης, αναπόσπαστο μέρος, συμπρωταγωνιστής ισότιμος με τους ηθοποιούς, τότε δεν βρίσκω το λόγο να υπάρχει. Κι εδώ δεν ήταν οργανικό στοιχείο. Όπως μου φάνηκε και επιτηδευμένη η χρήση ηχογραφημένης φωνής. Περιττή.

Η σκηνική εγκατάσταση της Πηνελόπης Χατζηδημητρίου (37 φτυάρια να κρέμονται από τον ουρανό) είχε αναμφισβήτητα ενδιαφέρον, ειδικότερα με τη σκέψη ότι έτσι συνδέονται ταυτόχρονα η γη και ο ουρανός. Τα κοστούμια, πιθανώς της ίδιας – δεν αναφέρεται στο δελτίου τύπου, ήταν λειτουργικά. Ταιριαστό το μωβ του πένθους της Γερτρούδης, το άσπρο της αμόλυντης Οφηλίας με τον λευκό τράχηλο και το ότι ο Άμλετ φορούσε πραγματικά ό,τι ήταν απαραίτητο. Τους πολύ σημαντικούς για την παράσταση φωτισμούς επιμελήθηκε ο ίδιος ο σκηνοθέτης.

Στον ρόλο της Γερτρούδης εμφανίστηκε ο Χρήστος Γκουτσίδης, ο οποίος είχε αυτοπεποίθηση σε ό,τι έκανε. Στο ρόλο της Οφηλίας ο Δημήτρης Δάγκαλης που φαινόταν κάπως αβέβαιος και ο μονόλογός του ήτανε λίγο βαρετός. Εντούτοις η σκηνή με τη συνομιλία του με τον Άμλετ ήταν εξαιρετική και είχε δυναμική. Στο ρόλο του Άμλετ ο Σπύρος Χατζηαγγελάκης, είχε μερικές πολύ καλές στιγμές, κυρίως, όταν το νευρικό σύστημα του Άμλετ κατέρρεε ή όταν εξέφραζε με δυναμική το θυμό του. Απολαυστικός στη συνομιλία με την Οφηλία, που ήταν και η καλύτερη σκηνή της παράστασης.

Τέλος, θέλω να κλείσω με την αρχή της παράστασης, όπου αντιλήφθηκα ότι οι θεατές νόμιζαν ότι περίμεναν ν’ αρχίσει η παράσταση – δηλαδή ο λόγος ή η κίνηση επί σκηνής- , ενώ στην πραγματικότητα ίσως οι ηθοποιοί ήταν αυτοί που περίμεναν ν’ αρχίσει η παράσταση, περιμένοντας το κοινό να ησυχάσει.