Άντον Τσέχωφ- Θείος Βάνιας *η κριτική μας, Σωτηρία Ζάνταλη

Written by

Πολλές φορές, σε συνεντεύξεις, όταν ένας θίασος ανεβάζει κάποιο έργο περασμένου αιώνα δέχεται την ερώτηση «Γιατί διαλέξατε αυτό το έργο;». Τις περισσότερες φορές η απάντηση είναι « Επειδή θεωρούμε ότι το έργο αυτό είναι διαχρονικό». Αυτό βέβαια συνήθως παραμένει ένας βολικός αφορισμός αφού το παραστατικό αποτέλεσμα δεν έχει καμιά σύνδεση με το παρών και δεν αφορά καθόλου το σημερινό θεατή.

Η συγκεκριμένη παράσταση αποτελεί μια ευχάριστη εξαίρεση σ’ αυτή την τάση. Είναι ίσως από τις λίγες φορές που παρακολουθήσαμε έναν Τσέχωφ που έπαψε να θυμίζει Ρωσία του 19ου αιώνα και έμοιαζε να μιλά για τις υπαρξιακές αγωνίες των ανθρώπων σχεδόν άχρονα.

Η μετάφραση της Χρύσας Προκοπάκη και η σκηνοθεσία της Λίλλυς Μελεμέ ανέδειξαν με πολύ στοχευμένο τρόπο τις υπαρξιακές αποχρώσεις του κειμένου. Βρεθήκαμε μπροστά σε μια ρωγμή του χρόνου όπου οι άνθρωποι ταλανίζονται από τη ματαιότητα της καθημερινότητάς τους. Τίποτε δεν μπορεί να τους χαρίσει μια αχτίδα αισιοδοξίας ή να τους δείξει έναν έστω θαμπό δρόμο προς την ευτυχία. Οι ήρωες-από διαφορετικό δρόμο ο καθένας- νιώθουν  αποτυχημένοι και άδειοι, χωρίς καμιά ελπίδα . Αυτό σίγουρα είναι ένα συναίσθημα που πολλοί σημερινοί άνθρωποι το νιώθουν επίσης.

Η σκηνογραφία της Αριάδνης Βοζάνη  ακολουθεί αυτή τη γραμμή και με πολύ λειτουργικό τρόπο δίνει την εικόνα ενός σπιτιού γεμάτου ρωγμές και αναμνήσεις. Οι τοίχοι του σπιτιού λειτουργούν ως μια πινακοθήκη στιγμών. Μπορείς να δεις άδειους πίνακες ανθρώπων που «αποχώρησαν». Να κρύψεις ή να ξεθάψες αντικείμενα του σήμερα ή του χθες.  Να  δεις το παρελθόν και το παρόν να συνυπάρχουν.

Υποκριτικά η παράσταση ήταν επίσης στιβαρή και ξεκάθαρη. Ήταν πολύ καλά δουλεμένες οι σκηνές ώστε να ασπάζονται τη ρήση του Τσέχωφ:   «Εγώ γράφω κωμωδίες» κι ακόμα και σε στιγμές που ο λόγος έμοιαζε τραγικός η υποκριτική κρατούσε έναν ανάλαφρο τόνο που έδινε έναν υπαρξιακό αλλά, όχι τραγικό τόνο στα λεγόμενα των ηρώων.

Η Έρση Μαλικένζου υπήρξε μια υπέροχη και αξιαγάπητη Μαρίνα. Ο Στέλιος Μάινας ένας γοητευτικός κι ερωτεύσιμος  Άστρωφ. Ο Γιάννης Φέρτης ένας χαριτωμένος και πειστικός Βάνιας. Ο Γιάννης Βόγλης ένας απολύτως ξεκάθαρος Καθηγητής Σερεμπριάκωφ . Η Μαρίνα Ψάλτη μια αέρινη φιγούρα που απέπνεε γοητεία και σκιαγράφησε πολύ όμορφα τις εσωτερικές συγκρούσεις του ρόλου της. Η Αλεξία Καλτσίκη μια ζεστή κι εσωτερική Σόνια. Ωστόσο η Μελίνα Βαμβακά ως Μαρία Βασίλιεβνα ήταν μάλλον ψυχρή , όπως κι ο  Χάρης Χαραλάμπους ως Τελιέγκιν μάλλον αδιάφορος.

Στο σύνολό της μια ενδιαφέρουσα παράσταση με ειλικρινή πρόθεση να μεταδώσει την ουσία του Τσεχωφικού κειμένου. Μια παράσταση που αφήνει πίσω της τις προκαταλήψεις για τα «κλασσικά» ανεβάσματα των έργων του Ρώσου συγγραφέα, που τις περισσότερες φορές μόνο ως μουσειακά κομμάτια λειτουργούν στη συνείδηση και τη μνήμη ενός σύγχρονου θεατή.
γράφει η Σωτηρία Ζάνταλη