Η αθανασία του Μίλαν Κούντερα, βιβλιοκριτική

Written by

ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ
Η ΑΘΑΝΑΣΙΑ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΓΑΛΛΙΚΑ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΑΣΚΑΛΑΚΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΣΤΙΑ

Μυθιστόρημα στοχασμού πάνω στην έννοια χρόνος, μνήμη, λήθη,  τυχαιότητα, σύμπτωση, ανάμνηση, ευτυχία, ζωή, έρωτας, νοσταλγία, τέχνη, άτομο, κοινωνία, πολιτική, θνητότητα, αθανασία.

Ο συγγραφέας συλλαμβάνει την ιδέα του μυθιστορήματος στον χώρο ενός γυμναστηρίου.  Βρίσκεται εκεί χαζεύοντας την θέα προς την πόλη του Παρισιού, περιμένοντας  έναν φίλο καθηγητή. Εκεί συχνάζουν πίνοντας κρασί και συζητώντας  υπό τους ήχους της μουσικής των μεγαφώνων και των φωνών του πλήθους.

Η αρχική ιδέα γεννιέται, όταν βλέπει τη σκηνή ενός μαθήματος κολύμβησης στην πισίνα του γυμναστηρίου. Με το τέλος του μαθήματος η ώριμη γυναίκα, πηγαίνοντας προς τα αποδυτήρια, στρέφεται και χαιρετάει με μια ανέμελη χειρονομία τον δάσκαλο της κολύμβησης. Αυτή η χειρονομία ανοίγει τον κύκλο του μυθιστορήματος, με σκέψεις που καταλήγουν σε κοινωνιολογικές παρατηρήσεις φιλοσοφικού χαρακτήρα. Παρατηρήσεις που ανοίγουν στον διασκελισμό του χρόνου, σε  νέους κύκλους καταγραφής συμπτωμάτων, συμπεριφορών, επιθυμιών, επιλογών, αποφάσεων και υποθετικών εκδοχών,  καθώς εκτείνονται από το παρόν στο παρελθόν ως ανάμνηση- προσδοκία ζωής  σε ένα υποθετικό μέλλον.

Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος είναι  ο Πωλ και η Ανιές, η κόρη τους Μπριζίτ, η αδελφή της Ανιές, Λώρα και ο Μπερνάρ Μπερτράν, ο καθηγητής Αβενάριος και  ο συγγραφέας Κούντερα, αλλά και άλλα πρόσωπα που εμφανίζονται στο μυθιστόρημα  και επηρεάζουν την εξέλιξή του σε στιγμές καθοριστικές  σε μια διαπλοκή τυχαιότητας και σύμπτωσης. Παράλληλα γίνεται αναφορά σε μια υποθετική συνάντηση των Γκαίτε και Χεμινγουέι, καθώς και  σε πρόσωπα  του περίγυρου που σχετίζονται με ερωτικές φαντασιώσεις,  συγκρούσεις και διεκδικήσεις του έρωτα ή της ιδέας του έρωτα. Παρατίθενται  τεκμήρια επιστολών-ημερολογίων και αναφορές σχετικών φράσεων και αντίστοιχες διηγήσεις  των εκατέρωθεν πλευρών.

Η φόρμα του μυθιστορήματος ακολουθεί μια μοντερνιστική εκδοχή θραυσματικών επεισοδίων κατανεμημένων  σε επτά μέρη σημειωμένα είτε με  αριθμούς είτε με  παράδοξους τίτλους (στο τρίτο μέρος): Το πρόσωπο (κεφάλαια 9), Η αθανασία (κεφάλαια 17), Ο αγώνας( Οι αδελφές, Τα μαύρα γυαλιά, Το σώμα, Η πρόσθεση και η αφαίρεση, Η γυναίκα μεγαλύτερη από τον άντρα, Ο άντρας μεγαλύτερος από τη γυναίκα, Η ενδεκάτη εντολή, Η εικονολογία, Ο πνευματώδης σύμμαχος του κάθε νεκροθάφτη του, Ο σκέτος γάιδαρος, Η γάτα, Η κίνηση διαμαρτυρίας κατά των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Το να είναι κανείς απόλυτα σύγχρονος, Το να είναι κανείς θύμα της δόξας του, Ο αγώνας, Ο καθηγητής Αβενάριος, Το κορμί, Η χειρονομία της επιθυμίας για αθανασία, Το διφορούμενο, Η μάντις, Η αυτοκτονία, Τα μαύρα γυαλιά), Homo sentimentalis (κεφάλαια 17), Το τυχαίο (κεφάλαια 21), Η πλάκα του ρολογιού(κεφάλαια 23), Ο εορτασμός (κεφάλαια 5).

Η αφηγηματική εστίαση υποδηλώνει την άμεση παρουσία του συγγραφέα καθώς και κάποιων ηρώων και τίτλων  από άλλα μυθιστορήματα, σε μια νοητή σύγκριση διαπιστώσεων και παρατηρήσεων υστερόχρονου-προτερόχρονου δείκτη. Οι παρατηρήσεις συντονίζονται σε μια διαχρονία επικαιρότητας η οποία συλλαμβάνει τον αέρα των καιρών σε ό,τι αφορά συμπεριφορικές αντιδράσεις, λόγια και χειρονομίες.  Η ζωτική ενέργεια της ύπαρξης, η αξία και το νόημα  της ζωής, η ομορφιά, η έκφραση  της τέχνης, του έρωτα και της επικοινωνίας, είναι ένα υλικό το οποίο ο συγγραφέας προσεγγίζει διεισδυτικά με καίριες επισημάνσεις και μια αίσθηση ελαφράδας στο βάθος της σκέψης του. Αναγωγές σε πρόσωπα του παρελθόντος και μια διάσταση διερευνητικής διατύπωσης δίνουν στο ιδιότυπο ύφος της γραφής του Τσέχου συγγραφέα,  μια έκλαμψη οραματισμού του νοήματος της «μεταφοράς» του κόσμου.

Λογοτεχνία, μουσική, ποίηση  και ζωγραφική, συνδέουν την ιδιαίτερη κάθε φορά ατμόσφαιρα και συνοδεύουν τις συζητήσεις των προσώπων. Οι αναφορές στην Ευρώπη ως χώρο αφετηρίας- εκκίνησης, ένταξης,  παγίωσης πολιτισμικών κωδίκων και συμβόλων ταυτότητας,  δίνουν στο μυθιστόρημα μια όψη επιστημονικότητας ως μελέτη των σύγχρονων μέσων και τρόπων της προβολής  και της αντίληψης του ποιοι είμαστε. Βαθύς γνώστης των αρχών της τέχνης του ευρωπαϊκού μυθιστορήματος και άλλων τεχνών, όπως αυτή της μουσικής, προτάσσει ιδιαίτερα στοιχεία στα μυθιστορήματά του, ως υλικό  μελέτης της πραγματικότητας, της φανταστικής σύλληψης, των αναλογιών, δίνοντας έμφαση στην γλώσσα, στις ιστορικές πολιτικές συνθήκες και επιδράσεις.

Καθρέφτες, γυαλιά, διάφανα κτίρια, ο χώρος γύρω από την πισίνα ενός γυμναστηρίου στο Παρίσι, αυτοκινητόδρομοι, καφέ, μπιστρό, τοπία και εσωτερικοί χώροι σπιτιών, αίθουσες τέχνης, νοσοκομεία, ξενοδοχεία, σκάλες του μετρό, το μεσαιωνικό ρολόι στην πλατεία της Πράγας, θέρετρα, δάση, μουσική-θόρυβος, είναι κάποια δεδομένα τοπογραφιών  και εξαρτημάτων εντός των οποίων κινείται-κρύβεται-αποκαλύπτεται  η ρυθμολογία των συναντήσεων προσώπων-χαρακτήρων-επαγγελμάτων και διαφαίνονται οι αντιδράσεις ψυχαναλυτικής διάστασης, καθώς αναδύονται  οι ατομικές-κοινές χειρονομίες και  εκφράσεις σε μια αέναη κίνηση επανάληψης.   

Μίλαν Κούντερα

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ:

«Απέναντι στην αθανασία, οι άνθρωποι δεν είναι ίσοι. Πρέπει να διακρίνουμε την μικρή αθανασία, ανάμνηση ενός ανθρώπου στο νου εκείνων που τον γνώρισαν (την αθανασία την οποία ονειρευόταν ο δήμαρχος του χωριού της Μοραβίας), και την μεγάλη αθανασία, ανάμνηση ενός ανθρώπου στο νου εκείνων που δεν τον γνώρισαν. Υπάρχουν σταδιοδρομίες που εξ’ ορισμού φέρνουν αντιμέτωπο έναν άνθρωπο με τη μεγάλη αθανασία, αβέβαιη είναι η αλήθεια, βλέπε απίθανη, αλλά χωρίς αμφιβολία δυνατή: είναι οι σταδιοδρομίες του καλλιτέχνη και του πολιτικού». Σελ. 64-65

« Κάνοντας έρωτα βυθιζόταν στις αναμνήσεις.
Μέσα στο σκοτάδι, τα μάτια ανοιχτά.
Με άπλετο φως, τα μάτια ανοιχτά.
Με άπλετο φως, τα μάτια κλειστά.
Η πλάκα του ρολογιού της ζωής». Σελ. 376

« Η Ευρώπη συρρίκνωσε την Ευρώπη σε πενήντα μεγαλοφυή έργα, τα οποία ουδέποτε κατάλαβε. Συνειδητοποιείστε αυτή την εξωφρενική ανισότητα: εκατομμύρια Ευρωπαίοι που δεν αντιπροσωπεύουν τίποτα, απέναντι σε πενήντα ονόματα που τα αντιπροσωπεύουν όλα! Η  ανισότητα των τάξεων είναι ένα συμβάν ελάσσονος σημασίας, αν συγκριθεί με αυτή τη μεταφυσική ανισότητα που μεταμορφώνει τους μεν σε κόκκους άμμου, ενώ επενδύει τους δε με το νόημα του είναι». Σελ. 404

 «Μεθυσμένος από τον ίδιο του τον λόγο, σηκώθηκε, με το ποτήρι στο χέρι:  «Θέλω να πιω μαζί σας στο τέλος της παλιάς εποχής!». Σελ. 405

« Τι θα έκανε ένας ιδιοφυής αλχημιστής, αν μεταφυτευόταν στον 20ο  αιώνα; Τι θα γινόταν σήμερα ο Χριστόφορος Κολόμβος, που εκατοντάδες μεταφορείς εξασφαλίζουν τις θαλάσσιες επικοινωνίες; Τι θα έγραφε ο Σαίξπηρ σε μια εποχή που το θέατρο δεν υπάρχει ακόμα ή δεν υπάρχει πια;». Σελ. 348-349

«Μ’ ένα ορισμένο κομμάτι του εαυτού μας,  όλοι ζούμε πέρα από το χρόνο». Σελ. 12

«Οποιοσδήποτε είναι ακόμα αρκετά τρελός για να γράφει σήμερα μυθιστορήματα, πρέπει, αν θέλει να τα προστατέψει, να τα γράφει με τέτοιο τρόπο που να μην μπορούν να τα προσαρμόσουν,  μ’ άλλα λόγια να μην μπορούν να τα διηγηθούν». Σελ. 289

« Έτσι είναι ακριβώς η ζωή: δεν μοιάζει με πολυδαίδαλο μυθιστόρημα όπου ο ήρωας ξαφνιάζεται, από   το ένα κεφάλαιο στο άλλο, από διαρκώς καινούργια γεγονότα χωρίς κανένα κοινό παρονομαστή· μοιάζει με τη σύνθεση που οι μουσικοί ονομάζουν θέμα σε παραλλαγές». Σελ. 330

«Στα κατάβαθα του καθενός μας είναι εγγεγραμμένο ένα Grund που είναι η διαρκής αιτία των πράξεών μας, που είναι το έδαφος πάνω στο οποίο αναπτύσσεται το πεπρωμένο μας. Προσπαθώ να συλλάβω σε καθένα από τα πρόσωπά μου το Grund του και είμαι όλο και περισσότερο πεπεισμένος ότι έχει τον χαρακτήρα μεταφοράς ». Σελ. 288

«Εξαιτίας των αυτοκινήτων, η παλιά ομορφιά των πόλεων έχει γίνει αθέατη». Σελ. 294-295

 «Η τάση της ποίησης δεν είναι να μας θαμπώσει με μια ιδέα εκπληκτική, αλλά να κάνει έτσι ώστε μια στιγμή του είναι να γίνει αλησμόνητη και αντάξια μιας αβάσταχτης νοσταλγίας». Σελ. 38

«Η κίνησή της ξύπνησε τότε μέσα μου μια απέραντη, μια ακατανόητη νοσταλγία, κι η νοσταλγία αυτή γέννησε το πρόσωπο στο οποίο έδωσα το όνομα Ανιές». Σελ. 15

«Σκεπτόμουν την Ανιές. Δυο χρόνια ήσαν, μέρα με τη μέρα, που την είχα για πρώτη φορά φανταστεί · περίμενα  τότε τον Αβενάριο  σε μια ξαπλώστρα της λέσχης. Να γιατί σήμερα είχα παραγγείλει ένα μπουκάλι. Το μυθιστόρημά μου είχε τελειώσει, και είχα θελήσει να το γιορτάσω εκεί όπου είχε γεννηθεί η πρώτη του ιδέα. Τα αυτοκίνητα κορνάριζαν, ακούγονταν θυμωμένες κραυγές. Μέσα σ’ ένα παρόμοιο περιβάλλον, άλλοτε, η Ανιές είχε επιθυμήσει να αγοράσει για τον εαυτό της ένα κλαράκι μυοσωτίδας, ένα μοναδικό λουλούδι μυοσωτίδας · είχε επιθυμήσει να το κρατήσει μπροστά στα μάτια της σαν το τελευταίο, ελάχιστα ορατό, ίχνος της ομορφιάς». Σελ. 415-416