Big Bad Wolves (2015)

Written by

Σκηνοθεσία: Aharon Keshales, Navot Papushado

Hθοποίοι: Guy Adler, Lior Ashkenazi, Dvir Benedek

Διάρκεια: 110

Έρχεται από το Ισραήλ και είναι η δεύτερη ταινία των Navot Papushado και Aharon Keshales. Αφού απέσπασε διθυραμβικές κριτικές στο Tribeca Film Festival, όπου έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της, έχει βάλει στοίχημα να μας μείνει χαραγμένη στη μνήμη.

H ιστορία μιλάει για έναν serial killer που στόχος του είναι πάντα τα μικρά κορίτσια. Ο Miki (Lior Ashkenazi) ένας αστυνομικός που δεν ακολουθεί τους τύπους και τους κανόνες, πιστεύει πως ένας δάσκαλος της περιοχής (Roterm Keinan) είναι ο δολοφόνος. Αφού θα αποτύχει να αποσπάσει την ομολογία του με το “καλό”, θα αποφασίσει να το κάνει με κάθε τρόπο, χρησιμοποιώντας οποιοδήποτε μέσο. Αν χρειαστεί και με τη βία, δεν έχει απολύτως κανένα πρόβλημα.

Είναι μια αρκετά αξιόλογη ταινία και όχι μόνο επειδή το λέει ο Τarantino.

Οι “Κακοί Λύκοι” είναι ένα μείγμα από ενδιαφέροντα στοιχεία και όσον αφορά την κινηματογράφηση του αλλά και τη σεναριακή πλοκή. Ποια είναι αυτά? Μαύρο χιούμορ, ειρωνεία για πολιτικοκοινωνικές καταστάσεις του Ισραήλ, ανατροπές, δυνατό-ανατριχιαστικό soundtrack, μια δόση σπλατεριάς, και αυθεντικός τρόμος. Και όταν λέω αυθεντικός, εννοώ τον τρόμο που δεν έχει τα κλισέ τύπου “στέκομαι μπροστά στον καθρέφτη του μπάνιου (συνήθως), κάτι γίνεται, σκύβω ή ανοίγω κάποιο ντουλάπι -οπότε και φεύγει από το οπτικό μου πεδίο ο καθρέφτης, και όταν ξανακοιτάω σε αυτόν, ορίστε και ο σχιζοφρενής από πίσω!”

Εδώ, απορροφάσαι από την αρχή. Μια ονειρικά γυρισμένη εναρκτήρια σκηνή όπου τρία παιδάκια παίζουν κρυφτό στην καρδιά ενός δάσους – slow motion καθ’ όλη τη σκηνή -αυτό είναι που την κάνει ονειρική, και συνοδεία ανατριχιαστικής μουσικής. Ο ενορχηστρωμένος ήχος της έχει απειλητικό ύφος, χαρακτηριστική μουσική για ταινία τρόμου. Είναι αναμφισβήτητα από τις καλύτερες σκηνές έναρξης και ειδικά σε αυτό το κινηματογραφικό είδος.

Η σκηνοθεσία παίζει με τους θεατές και τους κατευθύνει όπου θέλει αυτή. Σε κάνει να υποπτεύεσαι και να ενοχοποιείς και τον πιο απίθανο χαρακτήρα αφού κανένας δεν καταφέρνει να μας πείσει. Σε καμία περίπτωση δεν σε βοηθά να βγάλεις ένα γενικό συμπέρασμα για το σύνολο της υπόθεσης -όπως σε ορισμένα θρίλερ που έχεις πάρει χαμπάρι από την αρχή ακόμη, τον ύποπτο. Προσεγμένη στον χαρακτήρα της, σχηματίζει πλάνα, αρκετά κοντινά, που δίνουν τα ακριβή στοιχεία που χρειάζεται ο θεατής για να καταλάβει τι συνέβη αλλά μόνο στη δεδομένη κινηματογραφική στιγμή. Μέσα στη φρίκη που κυριαρχεί πιάνεις τον εαυτό σου να γελάει με τις ανατροπές που διακόπτουν με θράσος κάθε αγωνιώδη σκηνή μέσω διασκεδαστικών, μαύρων χιουμοριστικών τρικ.

Η επιλογή των ηθοποιών είναι άκρως πετυχημένη. Το αθώο πρόσωπο του καθηγητή Rotem Keinan, με τα μπουκλέ μαλλιά δεν πείθει σε τίποτα για υποψήφιος ένοχος σαδιστής, ο γοητευτικός ηθοποιός Lior Ashkenazi, που υποδύεται τoν πρωταγωνιστή αστυνομικό έχει χαρακτηριστική φάτσα μπάτσου που εκτός από γοητεία διαθέτει και  μια δόση ανοησίας αφού ακολουθεί ανορθόδοξους και βίαιους τρόπους ώστε να βρει τον ένοχο.

Έρχεται όμως το διφορούμενο τέλος και σε αφήνει εμβρόντητο και με πίκρα. Δεν φαίνεται να είναι ξεκάθαρη η ιδεολογική τοποθέτηση των σκηνοθετών όσον αφορά το κοινωνικό κομμάτι της ταινίας…

Που τη βλέπω? Στον κιν/φο Μακεδονικόν

Παρασκευή Γιουβανάκη