Effect – Τομογραφία του έρωτα * κριτική

Written by

Το έργο της Αγγλίδας Lucy Preble παρουσιάζεται από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πάτρας στο Θέατρο Αυλαία για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων. Το έργο πραγματεύεται ένα πείραμα πάνω στα φάρμακα εναντίον της κατάθλιψης. Μία νεαρή γυναίκα κι ένας νεαρός άντρας αποφασίζουν -για διαφορετικούς λόγους ο καθένας- να συμμετάσχουν σ’ ένα πείραμα πάνω στη επίδραση των αντικαταθλιπτικών σε απόλυτα υγιείς ανθρώπους. Καθώς το πείραμα προχωράει –κι ενώ αυτό απαγορεύεται- οι δύο νέοι μπλέκονται σε μια ερωτική ιστορία μεταξύ τους. Αυτό αλλοιώνει τα αποτελέσματα του πειράματος με αποτέλεσμα να μην μπορεί η γιατρός τους να διαγνώσει αν τα υψηλά επίπεδα ευχαρίστησης στον εγκέφαλο οφείλονται στη δράση των αντικαταθλιπτικών υπό μελέτη ή στην επίδραση που έχει ο έρωτας πάνω στους δύο νέους. Την ιστορία συμπληρώνει ο δεσμός που είχαν κατά το παρελθόν ο υπεύθυνος της φαρμακευτικής εταιρείας με τη νεαρή ψυχίατρο που επιβλέπει το πείραμα. Η ίδια η γιατρός φαίνεται ότι πάσχει από κατάθλιψη που προσπαθεί να διαχειριστεί δίχως φάρμακα μην πιστεύοντας στην αποτελεσματική δράση τους.

Το δίπολο έρωτας- κατάθλιψη χρησιμοποιήθηκε στο συγκεκριμένο έργο ως αντιπαράθεση. Είναι τελικά αυτή η αντιπαράθεση εφικτή και λειτουργική με τον τρόπο που την διαπραγματεύεται το κείμενο;
Ο έρωτας τον δύο νέων ξεκίνησε και εξελίχθηκε ως επίδραση των αντικαταθλιπτικών. Άρα ήταν τελικά αυτό που ένιωσαν έρωτας ή απλή παρενέργεια; Καταπιάνεται μ’ ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα όπως είναι η κατάθλιψη- που στερεί απ’ τον πάσχοντα κάθε διάθεση για χαρά και ζωή – και το αντιπαραθέτει με τον έρωτα- που είναι ακριβώς το αντίθετο. Ως εδώ ακούγεται ενδιαφέρον. Στη συνέχεια όμως η σύγκριση αδυνατίζει από το «φτιαχτό» ειδύλλιο των δύο νέων και στο τέλος γεννιούνται τα ερωτήματα: Είναι ο έρωτας η λύση στην κατάθλιψη; Είναι τα φάρμακα; Ούτε το ένα ούτε το άλλο; Και τα δυο μαζί; Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτάκης έφτιαξε ένα πολύ ενδιαφέρον σύμπαν που σε παρασύρει, χωρίς καν να το καταλάβεις, να μπεις μέσα του. Έφτιαξε ενδιαφέρουσες εικόνες κι εμβολίασε την παράσταση με δόσεις χιούμορ που ισορροπούν το δύσκολο θέμα του έργου. Ενώ όμως μετέφρασε με μαεστρία το αγγλικό κείμενο νομίζουμε ότι δεν κατάφερε να βρει τον τρόπο να «μεταφράσει» την προβληματική που μεταφέρει.
O Στάθης Μήτσιος δημιουργεί εικονικά περιβάλλοντα χρησιμοποιώντας το φως και την εικόνα μ’ έναν πραγματικά εντυπωσιακό τρόπο. Σχεδόν μαγεύει τον θεατή. Η σκηνογραφία ήταν ίσως το πιο εντυπωσιακό στοιχείο της παράστασης. Αυτό είναι θετικό για την σκηνογραφία αλλά ίσως όχι και τόσο θετικό για την παράσταση ως σύνολο. Φεύγοντας είχαμε την αίσθηση ότι η σκηνογραφία δεν λειτούργησε απλά ενισχυτικά ή βοηθητικά αλλά ήταν αυτή που έκλεψε την παράσταση. Αυτό βέβαια της προσέδωσε και μια ιδιαιτερότητα που θα μπορούσε να είναι πολύ ενδιαφέρουσα, αν υπήρχε μεγαλύτερη ισορροπία ανάμεσα στη σκηνογραφία και τα υπόλοιπα δομικά στοιχεία της παράστασης.
Υποκριτικά τα δύο νεαρά παιδιά μετέφεραν τη δροσιά της ερμηνείας και της παρουσίας τους στη σκηνή.
Ο Μάνος Στεφανάκης υπήρξε αεικίνητος και μετέφερε όλη του την ενέργεια στο ρόλο του. Ανέδειξε με χιούμορ την «ωραία» τρέλα που έχει ο χαρακτήρας που υποδύεται. Κάποιες στιγμές ίσως ήθελε λίγο περισσότερο –σωματικό κυρίως- έλεγχο για να μην φαίνεται να «ξεχειλώνει» ο ρόλος του, αλλά στο περισσότερο κομμάτι του έργου ήταν απολαυστικός. Αυτό ίσως που θα τελειοποιούσε την υποκριτική του προσέγγιση θα ήταν μια διαφοροποίηση του ρόλου πριν και μετά τη λήψη των φαρμάκων. Θα ήταν πιο λογικό αν ήταν κάπως πιο «συγκρατημένος» συναισθηματικά και κινητικά πριν τη λήψη της αγωγής και πιο «ασυγκράτητος» μετά.
Η Καλλιόπη Παναγιωτίδου ήταν αυτή που υποκριτικά κράτησε καλύτερα τις ισορροπίες. Πριν τη λήψη των φαρμάκων ξεκίνησε με την αυτοσυγκράτηση που της επέβαλλε η πρακτική ματιά της ζωής που φέρει η κοπέλα που υποδύεται, ενώ μετά τη λήψη των φαρμάκων φάνηκε να τη χάνει, χωρίς όμως να γίνει περιγραφική. Άφηνε πάντα την απορία στο θεατή αν η αλλαγή της οφείλεται στα φάρμακα ή στα αισθήματά της για το νεαρό αγόρι.
Η Μελίνα Μάσχα, μια εξαιρετική κατά γενική ομολογία ηθοποιός, προσπάθησε με ειλικρίνεια να υπερασπίσει το ρόλο της. Για κάποιον λόγο ωστόσο δεν βρήκε το κλειδάκι που θα την έκανε να τον απογειώσει.
Τέλος ο Αντώνης Καρυστινός έδωσε μια μονοδιάστατη εκδοχή του ρόλου του. Ήταν όμορφη η αφέλεια που προσέδωσε στο ρόλο του σε στιγμές, ωστόσο αυτό το στοιχείο υπερκάλυψε όλες τις άλλες αποχρώσεις που θα μπορούσε- και θα περίμενε κανείς- να έχει στην πραγματικότητα ένας άνθρωπος ο οποίος εκπροσωπεί μια φαρμακευτική εταιρεία. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν μπορεί να είναι απλά αφελής. Του έλειψε η σκληρότητα και η κυνικότητα που ίσως ένας τέτοιος άνθρωπος είναι αναγκασμένος να επιδείξει για να επιβιώσει. Στο μονόλογό του που σύμφωνα με το κείμενο μοιάζει ν’ απευθύνεται σε πιθανούς χρηματοδότες και φτάνει μέχρι το σημείο να επιδεικνύει τον εγκέφαλο του νεκρού πατέρα του(!) για να τους πείσει ήταν απλά συμπαθητικός. Μας άφησε με την απορία « σε ποιον τελικά απευθύνεται και γιατί;»
Κλείνοντας οφείλουμε να πούμε ότι το κοινό ήταν ενθουσιασμένο κι ευχαριστημένο καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης. Εν κατακλείδι ήταν σίγουρα μια ξεχωριστή παράσταση που όμως θεωρούμε ότι αν ξεπερνούσε κάποιες αδυναμίες του κειμένου μπορούσε να γίνει ακόμα πιο ενδιαφέρουσα.

γράφει η Σωτηρία Ζάνταλη

Διαβάστε εδώ ακόμη μια κριτική για το Effect- τομογραφία του έρωτα