Ελληνικά τοπία: Ορεινά χωριά

Written by

Οι εκκλησίες είναι πέτρινες με ξεβαμμένες τοιχογραφίες, ημερομηνίες και επιγραφές. Τα καμπαναριά είναι ψηλά, με μπρούντζινες τις καμπάνες να κρέμονται δεμένες με χοντρά σκοινιά από ξύλινες γριντιές. Κλειδωμένες οι περισσότερες, με μεγάλα προαύλια στρωμένα με πλάκες και στις καμάρες χελιδονοφωλιές. Αγριοπερίστερα μπαινοβγαίνουν από σπασμένα τζάμια και φωλιάζουν στις κόγχες τους. Πολλοί κοιμητηριακοί ναοί στη γραμμή των σημείων του ορίζοντα, σκιάζουν το τέλος της γης του μικρού τόπου, αφήνοντας το σημάδι του χρόνου σε ονόματα φθαρμένα, χαραγμένα σε μαρμάρινες πλάκες και σε στήλες.

Τα χωριά σκαρφαλωμένα σε πλαγιές, μοιάζουν ακατοίκητα και εγκαταλελειμμένα. Τα σπίτια είναι πλίνθινα και χάσκουν με ανοιχτές σκεπές, γκρεμισμένα και κλειδωμένα με σκουριασμένες κλειδαριές και ανοιγμένα παράθυρα. Κουρτίνες ανεμίζουν ξεφτισμένες και λερωμένες από βροχές. Τα μπαλκόνια έχουν σιδεριές και τα έχουν τυλίξει άγρια φυτά. Πίσω από τα χαλάσματα ξεπροβάλλουν κάποιες φιγούρες ανθρώπων που εξιστορούν τα δεινά σαν να μιλούν στον εαυτό τους κι ύστερα σου δείχνουν τον τόπο ένα γύρω και γυρίζουν στο παλιό τους σπίτι να κόψουν ξύλα για τις ξυλόσομπες. Μυρίζει κοπριά και στις στάνες γαυγίζουν σκυλιά και ακούγονται τα κουδούνια των κοπαδιών ψηλά στις ράχες.
ellinika xoria 1
Τα σχολεία είναι ασβεστωμένα, χωρίς φωνές παιδιών, χωρίς ζωή. Τα θρανία γραμμένα και χαραγμένα με ονόματα, ο πίνακας με τη μισή κιμωλία και οι χάρτες ξεδιπλωμένοι στους τοίχους. Σκόνη στις εγκυκλοπαίδειες και στα λεξικά, τρώει τις σελίδες των βιβλίων σιγά σιγά. Ο ήλιος μπαίνει από τα παράθυρα με τις τραβηγμένες κουρτίνες, αφήνοντας κηλίδες στο δάπεδο και ψηλά στον τοίχο. Απάνω από την έδρα, βλέπεις την εικόνα του Χριστού.
Το ηρώον, επιτύμβιον Νίκης, με τα μαρμάρινα φύλλα δάφνης και ονόματα πεσόντων και με τα στεφάνια ξερά, δεμένα με άσπρη κορδέλα. Μια σημαία ανεμίζει σκισμένη στις άκρες της κι ο αέρας τεντώνει το σκοινί και χτυπάει στο μέταλλο.

Στις πλατείες βρύσες με κρύο νερό περιμένουν τους ταξιδιώτες να ξεδιψάσουν και να σταθούν προτού τραβήξουν το δρόμο τους για αλλού.
Δεν υπάρχουν μπακάλικα και άλλα μικρά μαγαζιά και σχεδόν ούτε καφενείο. Οι κάτοικοι είναι επισκέπτες, κάτοικοι πόλεων, αστικών κέντρων και ξενιτεμένοι τουρίστες που επιστρέφουν με μια παλιά νοσταλγία να τρυπάει το βλέμμα τους και να χτυπάει στο ρυθμό της καρδιάς τους τις λέξεις που άφησαν πίσω. Όλα όσα άφησαν πίσω τη στιγμή που έφυγαν και έχασαν από τα μάτια τους το τοπίο και τον ήχο της γλώσσας, τη σκιά και τον όγκο του σπιτιού τους.
ellinika xoria 2
Μέσα στην άχνα του μεσημεριού η ησυχία είναι βαρειά και χωμάτινη και στα εξωκκλήσια η δροσιά των δέντρων τυλίγει την αχλή του οροπέδιου.
Ονόματα προσώπων και ονόματα τόπων μπερδεύονται και αιωρούνται σαν πούπουλα στον αέρα. Βασιλική, Αριάδνη, Ιωάννης, Μαγδαληνή, Οδυσσέας, Άννα, Κερασίνα, Μαρία, Νικόλαος, Ευρυδίκη, Αδαμάντιος, Μιχαήλ, Χρυσάνθη, Μενέλαος, Ορέστης, Κρυσταλλία, Ελένη, Λεμονιά, Δάφνη, Χλόη, Ανθούσα, Ροδιανή, Χρυσή, Αμάραντος, Άργιλος, Μελίτη, Υδρούσσα, Αυγερινός.
Και τότε ακούς καθαρά όλες τις τραγικές ιστορίες να αναδύονται και να μπερδεύονται με τον αέρα των φαραγγιών και των λιμνών τον αδιόρατο παφλασμό, με ήχους πανηγυριών και ψαλμωδίες, τραγούδια γάμων, νανουρίσματα, γέλια και τιτιβίσματα πουλιών, αντίλαλους από τραταρίσματα και παιχνίδια, συρσίματα φιδιών και νεκρώσιμες ακολουθίες. Φωνές που αντηχούν σαν μέσα από μεγάλες στέρνες και λάμπουν σαν χρυσόμυγες και σαν μεγάλα άστρα.

Και τότε οσμίζεσαι τον αέρα και τότε ακούς τον σεισμό που έκαψε με την κρυστάλλινη λάβα του τον τόπο, τη μαύρη πέτρα.
Και τότε βλέπεις τη φωτιά των πολέμων και το αίμα που χύθηκε. Και τότε βλέπεις τα αρπακτικά πουλιά να σκιάζουν τον ουρανό και τη νύχτα να πέφτει απάνω στα βουνά και στα χωριά της χώρας.
Και τότε μέσα στο σκότος ακούς όλες τις φωνές και όλες τις ιστορίες των ανθρώπων.

cityculture.gr/ γράφει η Άγγελα Μάντζιου