Force Majeure/ Ανωτέρα Βία (2015)

Written by

Σκηνοθεσία: Ρούμπεν Όστλουντ

Παίζουν: Μπρέιντι Κόρμπετ, Κρίστοφερ Χίβιου, Λίζα Λόβεν Κόνγκλσι, Γιοχάνες Κούνκε

Διάρκεια: 120 λεπτά

Μία μεσοαστή οικογένεια Σουηδών περνά τις διακοπές της σε ένα πολυτελές χιονοδρομικό κέντρο. Το ζευγάρι μαζί με τα δυο τους παιδιά φαίνεται να διασκεδάζει και να απολαμβάνει την ουσία των διακοπών, την ξεκούραση, την ηρεμία και την αναπόσπαστη ενίσχυση των οικογενειακών δεσμών. Το σκηνικό είναι σαν σε διαφήμιση! Χίονι, ηλιόλουστες πλαγιές, χλιδή. Και εκεί που όλα φαίνεται να βαίνουν καλώς, μία χιονιστιβάδα έρχεται να ταράξει την επιφανειακή οικογενειακή ηρεμία και να φέρει στο προσκήνιο τα πιο ενδόμυχα υπαρξιακά ερωτήματα γύρω από την συντροφικότητα και τον γάμο. Αφορμή; Η αυθόρμητη αντίδραση του πατέρα, του Τόμας, να τρέξει να σωθεί αφήνοντας πίσω γυναίκα και παιδιά κοιτάζοντας να βγει σώος και αβλαβής όταν η χιονοστιβάδα ορμά απρόσμενα στο εξωτερικό εστιατόριο στην ταράτσα του ξενοδοχείου.

Μετά απ’ αυτό, τίποτα δεν είναι το ίδιο. Η Έμπα, η οποία έμεινε να προστατεύσει τα παιδά της όταν ο Τόμας το βαλε στα ποδια, αμφισβητεί ευθέως τον ρόλο του Τόμας στην διατήρηση της ασφάλειας της οικογένειας αλλά και την αφοσίωση του στην ίδια και στα παιδιά. Ο Τόμας, κλονισμένος από αυτή την αμφισβήτηση αλλά κυρίως από την επαναξιολόγηση του ρόλου του στην δομή της μεσοαστικής σύγχρονης αντίληψης της οικογένειας προσπαθεί να βρει τον ηγέτη που κρύβει μέσα του. Ο άντρας ως προστάτης, ο άντρας ως αρχηγός, ο άντρας ως εγγυητής της ισορροπίας και της θαλπωρής έρχεται αντιμέτωπος με τον αιώνιο φόβο του ανθρώπου, τον θάνατο που εμφανίζεται μέσα από την ορμητικότητα και τον ατίθασο χαρακτήρα της φύσης.

Η οικογενειακή ισορροπία πέραν της αγάπης, στηρίζεται και στο «παιχνίδι» των ρόλων. Αν κάτι δεν πάει σύμφωνα με τα «νομότυπα» η οικογενειακή σταθερότητα κρέμεται από μία κλωστή. Ο σύγχρονος άνθρωπος κάτω από το βάρος της καθημερινής του ανασφάλειας, ματαιοδοξεί όλο και περισσότερο και αποπροσανατολίζει την υπαρξιακή του σταθερά. Αυτή η ψυχολογική του αστάθεια οδηγεί στην δειλία του την κρίσιμη στιγμή όπως ακριβώς συνέβη στον Τόμας. Αυτό πυροδοτεί αντιδράσεις και οι υπαρξιακές συζητήσεις που έπονται είναι όλα τα λεφτά. Τα ερωτήματα που θέτουν τελικά οι ήρωες μας δεν αφορούν μονάχα τον σύντροφο τους αλλά κυρίως αυτούς τους ίδιους που η κοινωνική δομή τους έμαθε να αντιλαμβάνονται την ζωή τους σε σχέση με τους άλλους και να δρουν κάτω από την σκέπη των ρόλων.

Ο Ρούμπεν Όστλουν (σκηνοθέτης του «Play» και του «Involuntary») επιλέγει το σκηνικό του χιονοδρομικού κέντρου, του σημείου συνάντησης των τουριστών των βόρειων χωρών. Με κάτι από Μπέργκμαν και με βαθιά επιρροή από το στυλισταρισμένο παρελθόν του σκανδιναβικού σινεμά, ο Σουηδός σκηνοθέτης, αναπτύσσει την πρωτότυπη κινηματογράφιση του γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις και πλάθει ένα υπαρξιακό δράμα με έντονη την διάθεση σαρκασμού αλλά και ξεκάθαρη σεναριακή καθοδήγηση προς στην ξεγύμνωση και την αμφισβήτηση των στερεοτύπων γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις. Οι ερμηνείες φυσικές, μετρημένες, ενσωματωμένες στην γενικότερη στυλιζαρισμένη αφήγηση.

Ο άνθρωπος λοιπόν αντιμέτωπος με την φύση, ο άντρας αντιμέτωπος με τους ρόλους του και η πραγματικότητα απέναντι στην επίπλαστη κοινωνική νομοτέλεια που βρυχάται αλλά δεν φοβίζει την φύση και την ενστικτώδη-ζωώδη αντίδραση του ανθρώπου για επιβίωση. Ο πολυάσχολος μεσοαστός πατέρας έρχεται να αναπληρώσει τον χαμένο χρόνο μακρυά απ’ τα παιδιά του και να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις των διακοπών, καθώς τότε δεν υπάρχουν δικαιολογίες περί δουλειάς, κούρασης και συναφών.

Η ταινία κέρδισε Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στο Ενα Κάποιο Βλέμμα του Φεστιβάλ Καννών, ήταν υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, όπως επίσης και για καλύτερη ταινία για τα βραβεία της Ευρωπαικής Ακαδημίας Κινηματογράφου όπως επίσης και ο  Ρούμπεν Όστλουν για το βραβείο Καλύτερου Σκηνοθέτη.

Που την βλέπω;: Στο κινηματογράφο “Μακεδονικόν”