Για μια λωρίδα Γάζας

Written by

Βομβαρδίστηκε το νοσοκομείο, μάτωσαν οι δρόμοι, έπεσαν νεκρά τα πουλιά κρατώντας παιδιά στο ράμφος τους, μαύρισαν τα νερά. Κόπηκε η πόλη μέσα στο τείχος, κομματιάστηκε ο αέρας, πέτρες και λάβα. Σκόνη στο φως, σύννεφα σκόνης και φωτιά στο έρεβος της νύχτας.

Αίμα στο άσπρο πανί γράφει ένα ακόμα όνομα, καίει στο μάτι της αβύσσου το σκοτεινό της τύχης πεπρωμένο. Ονόματα που είναι άστρα φλεγόμενα  εκτοξεύονται στο μάτι του κυκλώνα. Στο όνειρο το εφιαλτικό,  δεν έχει νερό μόνο δάκρυ και οιμωγές.

Εκρήξεις κι ο κρατήρας που άνοιξε του ηφαιστείου το όστρακο, μαύρο αλάτι. Αιχμηρό μαχαίρι έσκισε το σώμα μιας πόλης, μιας χώρας που δεν χωράει στο χάρτη της γης, στο ίχνος μιας σκέψης φθαρμένο αποτύπωμα.

Δέντρα είναι οι πόλεις, ταξιδεύουν οι ρίζες στο νερό των αιώνων κι οι άνθρωποι πουλιά, ξεκουράζονται πάνω τους μια στιγμή πριν σκοτεινιάσει  του ουρανού το μπλε μάτι. Στο όνειρο μιας χώρας.

Μελάνι έσταξε στο βιβλίο του κόσμου και η σελίδα που σκίστηκε στροβιλίστηκε στον άνεμο, την ξέπλυναν βροχές για να ξαναγραφεί πάνω της μια ιστορία. Η ιστορία μιας χώρας στο παραμύθι του κόσμου. Ποιος θα την αφηγηθεί;

Στο όνειρο βλέπεις των ανθρώπων την έξοδο. Κρατούν σπόρους στη χούφτα τους, τα ρούχα τα ανεμίζουν αέρηδες. Κάνει κρύο και είναι χειμώνας. Προχωρούν μακρυά. Σε κοιτάζουν κι εσύ τους βλέπεις καθαρά σαν σε ταινία του σινεμά. –Ποιοι είστε  -Πού πάτε.

Ποιοι είστε

Από πού έρχεστε ρωτάνε οι φωνές των πεθαμένων άστρων κι η θάλασσα τρικυμισμένη ανασηκώνεται να φανεί στο πρόσωπο της καταιγίδας,  η ρυτίδα της Γάζας.

γράφει η Άγγελα Μάντζιου