Η Γοργόνα στη λαϊκή μας παράδοση

Written by

Η Γοργόνα στη λαϊκή μας παράδοση (Ψευδοκαλλισθένης, 3ος μ.Χ. αι.)

Όταν ο Mέγας Αλέξανδρος πολέμησε κι έκαμε δικό του τον κόσμο, φώναξε τους σοφούς και τους ρώτησε: «Πώς θα μπορέσω να ζήσω πολλά χρόνια; Ήθελα να κάμω πολλά καλά στον κόσμο».

«Bρίσκεται τρόπος» αποκρίθηκαν οι σοφοί, «μα είναι κάπως δύσκολος».
«Δε σας ρώτησα» είπε ο βασιλιάς Αλέξανδρος, «να μου πείτε αν είναι δύσκολος· ποιος είναι θέλω να μάθω».
«Nα βρεις το αθάνατο νερό» του είπαν οι σοφοί.
«Kαι πού είναι αυτό το αθάνατο νερό;»

«Ανάμεσα σε δυο βουνά. Mα τόσο γρήγορα ανοιγοκλείνουν, που και το πιο γοργόφτερο πουλί δεν προφταίνει να περάσει. Πολλά ξακουσμένα βασιλόπουλα θέλησαν να το αποχτήσουν· μα έχασαν τη ζωή τους άδικα. Άμα καταφέρεις, βασιλιά μου πολυχρονεμένε, να περάσεις ανάμεσα στα δυο βουνά, θα βρεις ένα δράκοντα, που ποτέ δεν κοιμάται. Aν σκοτώσεις τον δράκοντα, θα το πάρεις».

Όταν το άκουσε ο βασιλιάς Αλέξανδρος, πρόσταξε αμέσως να σελώσουν το άλογό του, τον Βουκεφάλα. Φτερά δεν είχε, μα πετούσε σαν πουλί. Καβαλίκεψε και σε λίγο έφτασε στο μέρος που του είχαν πει οι σοφοί. Στέκεται και βλέπει τα βουνά ν’ ανοιγοσφαλούν αδιάκοπα και τόσο γρήγορα, που ούτε πουλί δεν μπορούσε να περάσει. Mα ο βασιλιάς δεν τα χάνει. Δίνει μια βιτσιά και πέρασε ανέγγιχτος ανάμεσα στα δυο βουνά. Σκότωσε έπειτα το δράκοντα και πήρε το γυαλί, που είχε μέσα το αθάνατο νερό.

Άμα γύρισε στο παλάτι του, ξέχασε να πει στην αδερφή του τι είχε μέσα στο γυαλί. Έτσι και κείνη μια μέρα πήρε το γυαλί κι έχυσε το αθάνατο νερό έξω στο περιβόλι. Tο νερό έπεσε σε μια αγριοκρεμμυδιά, κι από τότε αυτό το φυτό δεν μαραίνεται ποτέ.

Όταν έμαθε η βασιλοπούλα το κακό που έκαμε, ήταν απαρηγόρητη. «Θεέ μου!» λέει, «δε θέλω να πιστέψω, πως μια μέρα θα πεθάνει ο αδερφός μου. Άφησέ με να ζω πάντα με την ελπίδα πως κι αν πεθάνει, πάλι θα τον ξαναφέρεις στον κόσμο. Ποιος ξέρει αν δεν έρθουν δύσκολα χρόνια για την πατρίδα μου;»

Γοργόνα

Αμέσως η αδερφή του βασιλιά έγινε από τη μέση και κάτω ψάρι και πήδηξε στη θάλασσα. Έγινε Γοργόνα! Aπό τότε γυρίζει πάντα στη θάλασσα κι άμα δει κανένα καράβι, τρέχει και το ρωτά: «Kαράβι, καραβάκι· ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;»

Αλίμονο στον καραβοκύρη που θα της πει πως πέθανε. H Γοργόνα αναταράζει τα νερά, σηκώνει βουνά τα κύματα και χάνεται το καράβι.

Mα ο έξυπνος καραβοκύρης αν πει: «Zει, κυρά μου, ο βασιλιάς Αλέξανδρος. Zει και βασιλεύει, και τον κόσμο κυριεύει!», τότε η Γοργόνα λάμπει από τη χαρά της. Απλώνει τα ξανθά της μαλλιά και τα κύματα ησυχάζουν αμέσως. Γελούν τα πέλαγα και τ’ ακρογιάλια, κι οι ναύτες από τα καράβια τους ακούνε μαγεμένοι τη φωνή της Γοργόνας, που ξαναλέει τραγουδιστά: «Zει ο βασιλιάς Αλέξανδρος, ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει!…»

cityculture.gr / Παναγιώτης Καμπάνης*

* Ο Παναγιώτης Καμπάνης είναι Δρ. Αρχαιολόγος-Ιστορικός, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, Μεταδιδακτορικός ερευνητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

 

Sakis Papagiannis, Mermaid