Οι μικρές χαρές της ζωής

Written by

 1. Ο πρωινός καφές.

Τρεις  μικρές λεξούλες που θα μπορούσαν άνετα να κατεβάσουν κυβέρνηση. Εκείνη την στιγμή που θα μυρίσεις την καφείνη και θα νιώσεις την γεύση του στα χείλη σου, εκείνη είναι και η στιγμή που θα αρχίσεις να επικοινωνείς με το σύμπαν. Εμένα προσωπικά αν κάνετε το λάθος και μου μιλήσετε πιο πριν, στην καλύτερη των περιπτώσεων να μουγκρίσω κάτι ακαταλαβίστικο χωρίς καν να  κοιτάξω. Δεν είναι απλά ένας καφές. Είναι ο διακόπτης του ον για άλλη μια μέρα.

  2. Το λαπ-τοπ.

Ας το παραδεχτούμε . Το γράψιμο με τον παραδοσιακό  τρόπο της ατζέντας με το ενσωματωμένο στυλό έχει πεθάνει καιρό τώρα. Πράγμα το οποίο αυτόματα σημαίνει ότι πέρα απο το κινητό σου (στο οποίο θα αναφερθώ εν συνεχεία) όλη σου η προγραμματισμένη ζωή βρίσκεται σε αυτό το ορθογώνιο μαραφέτι. Συν τις φωτογραφίες που τράβηξες πέρυσι στο κάμπινγκ που αν είχες εκτυπώσει θα έκαιγες, συν όλα εκείνα τα τραγούδια που ντρέπεσαι να παραδεχθείς ότι ακούς, για να μην ξεχάσουμε τους φακέλους με σκοτεινά  μυστικά όπως πρώην νυν και αεί και όχι μόνο. Επίσης να σας θυμίσω ότι το λένε ΠΙ-σι που σημαίνει περσοναλ, αγγλιστί προσωπικό. Επομένως το να έρχεσαι σπίτι μου, να με αποσυνδέεις από όλους μου τους λογαριασμούς και να αλλάζεις με θράσος την μουσική μου σε φέρνει επικίνδυνα κοντά στο να φας ξύλο.

Πολύ.

3. Οι αναπάντητες κλήσεις.

Οκ το δέχομαι είσαι παιδί της κάρτας κι εγώ έχω φραγκάτο μπαμπά που μου έκανε σύνδεση (ουτε καν αλλά τελοςπάντων). Τη γαμωαναπάντητη που θα μου κάνεις όταν εγώ θα βρίσκομαι σε ένα λεωφορείο πίτα με 152 σακούλες και μπαταρία στο 4% πρέπει να τη δω και να την ανταποδώσω μέσα στο δεκάλεπτο για να θεωρηθώ καλή φίλη; Ε στο λέω, δε θα είμαι καλή φίλη τότε. Και ναι, οι φορτιστές είναι ύπουλα κατασκευάσματα που ξεχνάς να χρησιμοποιήσεις ή να πάρεις μαζί σου. Θα είναι λοιπόν κλειστή η μαλακία μάλλον παραπάνω φορές από όσες εσύ αντέχεις. ΔΕΝ  ΕΓΙΝΕ ΚΑΙ ΤΙΠΟΤΑ. Ένα κινητό είναι όχι όλο σου το “είναι”. Αν είναι τόσο σημαντικό ξέρεις που μένω. Κι εσύ και όλη η Θεσσαλονίκη μάλλον.

 4. Τα πόδια. και το πάτωμα.

Δηλαδή συγνώμη θέλεις να μου πεις ότι βολεύεσαι καθισμένος σαν καημένο στην άβολη απαίσια καρέκλα του καφέ; Αν η απάντηση σου είναι ναι αλλά η θέση σου είναι η διπλανή απτην δική μου, τότε εγώ τα πόδια μου θα τα έχω πάνω σου. Τόσο απλά. Θα την γλυτώσεις μόνο αν δεν σε ξέρω ή προλάβεις να βάλεις εσύ τα δικά σου, οπότε θα σε παραδεχτώ που καταλαβαίνεις τον πόνο μου. Παρ’ όλα αυτά αν υπάρχει εναλλακτική πατώματος, τότε θα βρίσκομαι εκεί. Αν δε, μου φέρεις ένα μαξιλάρι κι ένα τασάκι μπορείς άνετα να με ξεχάσεις εκεί για κανα τρίωρο. Αν υπάρχει και θέα, ίσως και παραπάνω.

 5. Μικροπράγματα.

Είναι όλα εκείνα τα χαζά μικρά πραγματάκια που η μάνα μου (μπορει και η δική σου) θέλει να πετάξει από το μπαλκόνι, αλλά φοβάται την αντίδραση σου. Εμένα ρε φίλε μ’ αρέσει το χαρτάκι που μου έγραψες πέρυσι στο μάθημα επειδή βαριόσουν και θέλω να το κρατήσω, τι να κάνουμε τώρα. Όπως μ’ αρέσουν και οι τελειωμένοι αναπτήρες, τα άδεια μπουκάλια κρασιού, τα μισοτελειωμένα κραγιόν.

γράφει η Γιοβάννα Κοντονικολάου