Η τέχνη του να σηκώνεσαι

Written by

Η τέχνη του να σηκώνεσαι είναι πολύ δύσκολη. Το να πάρεις τα πόδια σου και να προχωρήσεις, να βγεις έξω, να ξεμουδιάσεις. Να θυμηθείς ότι έχει ζωή εκεί έξω. Αλλά δύσκολο. Αν έχεις φτάσει σε τέλμα, άντε να κουβαλήσεις τα πόδια σου. Εις μάτην. Και χθες το θέατρο το ακύρωσα.

Μου είπαν ότι ζωή που δε βιώνεται, πάει κατά το μάτια που δε βλέπονται. Γι’ αυτό είπα σήμερα να ζοριστώ και να συρθώ έξω, να ανακατευτώ με τη ζωή. Και ο δρόμος μ’ έβγαλε στο λιμάνι. Την πιο ωραία βόλτα την κάνω Τετάρτη πρωί με ελάχιστο κόσμο και ησυχία. Ακούς μόνο λίγα βήματα στην ξύλινη προβλήτα και τα αυτοκίνητα από μακριά. Με συννεφιά καλύτερα. Τονίζει πιο πολύ τη φάτα μοργκάνα. Κι ας άργησε η άνοιξη, δε με ενδιαφέρει. Ούτως ή άλλως και να έρθει δε θα με συνεφέρει. Δε θα τα καταφέρει. Στην ησυχία του λιμανιού με λίγο ζεστό καφέ και ένα παραδόξως καλά στριμμένο τσιγάρο. Άλλες φορές βγαίνει σαν περισπωμένη, θυμάμαι που γελούσαμε με κάθε τέτοιο τσιγάρο. Κι έτσι εκεί προσπαθώ να με θυμηθώ και να μη με χάσω. Πολλές οι απώλειες τελευταία. Έρωτας, δουλειά, μια φίλη που έχασα την Κυριακή και ένας τζαζίστας που άκουγα από την Αμερική. Κι αυτός την Κυριακή πέθανε. Πώς να αντέξεις τόσες απώλειες μέσα σε λίγους μήνες. Πώς να μην ξεχάσεις μετά τι πάει να πει ζωή και «εδώ έξω»;

Γι’ αυτό είπα να αντέξω και να βγω. Λίγο – λίγο να αρχίσω να προχωράω πάλι, να καταλάβω ποια είμαι, τι κάνω, τι θα θελα να κάνω. Μην το γελάς. Είναι πολύ εύκολο να το χάσεις. Γι’ αυτό λοιπόν υποσχέσου ∙ την επόμενη φορά, που θα είσαι μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, βγες έξω. Όχι απλά στο δρόμο. Έξω.

 

γράφει η Τατιάνα Χριστιανούδη