Η ταινία της ημέρας: Αγέλαστος πέτρα (2000)

Written by

Σκηνοθεσία: Φίλιππος Κουτσάφτης

Υπόθεση: Πρόκειται για μία μη μυθοπλαστική ταινία (ντοκιμαντέρ) που ασχολείται με την επέκταση των διυλιστηρίων στην Ελευσίνα που έπεσαν πάνω σε αρχαία ευρήματα. Ταυτόχρονα ο Κουτσάφτης ακολουθεί μία ιδιαίτερη μορφή ενός μυστήριου ανθρώπου που ζει την μποέμικη ζωή του στην περιοχή και παρακολουθεί μέσω αυτού και άλλον ανθρώπων την μετάλλαξη το τοπίου της περιοχής.

Γιατί να την δω;: Στην αγέλαστο πέτρα κάθισε σύμφωνα με τον μύθο η θεά Δήμητρα για να ξαποστάσει και να μοιρολογήσει την κόρη της Περσεφόνη που την άρπαξε ο Πλούτωνας . Δέκα χρόνια πηγαινοερχόταν ο Κουτσάφτης στα ίδια μέρη. Εκεί που η γη αντιστεκόταν της αλλαγής όχι με τα δικά της όπλα αλλά με τα έργα των ανθρώπων που χε κρατημένα στα σωθικά της. Και όλα ξεκινούν το 1988. Και δεν σταματούν ποτέ. Γιατί όλα αλλάζουν και μαζί και οι άνθρωποι. Αλλά το αιώνιο ερώτημα της ύπαρξης μας δεν σβήνει ποτέ. Όσο και αν βιομηχανοποιούνται όλα γύρω μας. Όσο και αν ξεχνιόμαστε από την αγωνία του θανάτου τρέχοντας και καβαλώντας άτια που ξέρουμε ότι δεν μπορούμε να τιθασεύσουμε.  Είναι η ποίηση εκεί να μας θυμίζει την μικρή ουσία της ύπαρξης μας.

Ναι, αυτό το ντοκιμαντέρ είναι μία αφορμή για βαθιά σκέψη, όπως βαθιά θαμμένα ήταν τα θεία δώρα που καλλιεργήθηκαν στην περιοχή της Ελευσίνας. Εκεί όπου τα νέα δώρα είναι ανθρώπινα και βγάζουν καπνούς απ’ τα φουγάρα. Μα τι είναι πιο πολύτιμο από την μνήμη; Τι μας κρατά ζωντανούς και μας κάνει να ξεχνιόμαστε πότε πότε μέσα σ’ αυτό το τρελοκομείο; Η μνήμη. Τι κι αν ένας τόπος μετατρέπεται σε έναν μη-τόπο; Η μνήμη, ο χρόνος, η αγωνία, οι αγαπημένοι μας, η ανθρωπιά μας είναι μερικά απ’ τα πράματα που δεν μπορούν να ισοπεδώσουν οι μπουλντόζες που αλλάζουν τον τόπο απ’ άκρη σ’ άκρη. Πατάμε πάνω σε μνήμες. Το χώμα που ξεπουλάμε κρύβει μέσα ολόκληρες ιστορίες ανθρώπων. Αναπνοές στοιβάζονται στους αρχαίους λίθους και μεις σαν να ζούμε για πάντα τα ρημάζουμε.

Σε όλη την διάρκεια της ταινίας, ο αφηγητής μας οδηγεί μα δεν μας υποδεικνύει πράματα. Ο ποιητικός του λόγος δεν είναι καθόλου προβοκατόρικος. Ίσα ίσα θα λέγαμε. Πιάνεται χέρι χέρι με την εικόνα και δένεται τέλεια με τις μουσικές του Κωνσταντίνου Βήτα που πιο πολύ μοιάζουν με υπενθύμιση της σπουδαιότητας του ήχου και την διαφοροποίηση του από τον θόρυβο. Τα διαφορετικά φορμά των φιλμ που χρησιμοποιήθηκαν κατά καιρούς λίγο μας ενδιαφέρουν. Θα λέγαμε πως τονίζουν ακόμα περισσότερο τον χρόνο που πέρασε πάνω από την ταινία και την διάρκεια της αλλαγής.

Αλλά τίποτα δεν θα ταν το ίδιο αν στην ταινία δεν έπαιρναν μέρος άνθρωποι. Απλοί, καθημερινοί άνθρωποι που μπορεί να αλλάζουν κι αυτοί με το πέρας του χρόνου. Όπως ο Παναγιώτης Φαρμάκης, αυτός ο νομάς που δένει με το περιβάλλον σαν χαμαιλέοντας. Ή μήπως είναι αυτός το περιβάλλον και όλα τα άλλα γύρω του προσαρμόζονται; Άνθρωποι πάνω από τους καπνούς, πάνω απ’ το χρήμα, πάνω απ’ τα μεγάλα κτίρια. Άνθρωποι από αίμα και νερό, που θυμούνται, πονούν, γελούν, ζουν και ύστερα πεθαίνουν. Αλλά μένουν θαμμένοι στο μυαλό μας και στο χώμα μας. Είτε πλάι σε κάποια παλιότερη πέτρα είτε πλάι σε μία θαμμένη θύμηση. Όλα ζουν αν τα θυμάσαι.