Η ταινία της ημέρας: Blade Runner (1982)

Written by

Σκηνοθεσία: Ridley Scott

Παίζουν: Harrison Ford, Ratger Hauer, Sean Young

Υπόθεση: Βρισκόμαστε στο 2019. Πέντε ρέπλικες, ανθρωποειδή ρομπότ κατασκευασμένα από τον άνθρωπο, ψάχνουν τον κατασκευαστή τους για να του ζητήσουν να αυξήσει την διάρκεια ζωής τους που είναι τέσσερα χρόνια. Ο Rick Deckard έχει ως αποστολή να βρει και να εξολοθρέυσει τις επαναστατημένες μηχανές. Όμως η γνωριμία του με την πανέμορφη ρέπλικα Rachael αλλάζει τις εώς τότε συνθήκες και τον οδηγεί σε μία άνευ προηγούμενου εσωτερική μάχη.

Γιατί να την δω;: Ο Ridley Scott μας είχε συστηθεί το 1979 με το Alien. Έβαζε τότε ψηλά τον πήχη και αναθεώρησε την διαστρεβλωμένη εικόνα που είχαμε για τα scifi. Ποτέ άλλοτε το νόημα που ήθελε να δώσει μία ταινία επιστημονικής φαντασίας δεν ήταν τόσο «υπό». Όχι απαραίτητα διότι δεν είχαν την δυνατότητα οι προηγούμενοι σκηνοθέτες να το κάνουν (είχε ήδη βγει το πρώτο Star Wars) αλλά γιατί θεωρούσαν ότι μία ιστορία επιστημονικής φαντασίας θα «γέμιζε» αν πλαισιωνόταν από μία backround φιλοσοφία.Έρχεται πέντε χρόνια μετά, ο ίδιος σκηνοθέτης να ντριπλάρει και πάλι θεωρητικούς, στούντιο και θεατές και να φτιάξει την απόλυτη ισορροπία μεταξύ επιστημονικής φαντασίας και φιλοσοφίας.

Αλλά ας πάρουμε με την σειρά. Αρχικά τεχνικά. Και οι πρωκάτοχοι του είδους αλλά και ο ίδιος είχαν θέσει από την αρχή πολύ ψηλά τον πήχη στο κομμάτι “τεχνική και εικόνα”. Η βάση που έδωσε ο Scott στην φωτογραφία τον αποζημιώνει διότι δημιουργεί ακριβώς εκείνη την ατμόσφαιρα που κάνει το σκηνικό τρομακτικό και απόκοσμο. Η συνεχής βροχή, οι καπνοί που γεμίζουν την πόλη, τα ψηλά κτίρια, οι φωτισμοί που πέφτουν σαν λωρίδες πάνω στην σκοτεινιά της μεγαλούπολης, το μπουλούκι του κόσμου που το ΕΝΑ το κάνει ΟΛΟ είναι μόνο μερικά από τα στοιχεία που συνθέτουν την άριστη ποιότητα υποδοχής της ιστορίας από το περιβάλλον. Ο φουτουρισμός συναντά το θρίλερ και το σκοτεινό τοπίο σε συνδυασμό με το παιχνίδι με τις σκιές μας πηγαίνουν αμέσως σε ένα δεύτερο κινηματογραφικό είδος αφήγησης το οποίο είναι το φιλμ νουαρ.

Τα στοιχεία του νουάρ αναδύονται ένα ένα και δίνουν ένα παραπάνω στοιχείο δομικής αφηγηματικής γραμμής. Ο ντετέκτιβ, η όμορφη γυναίκα (βλέπε fame fatale), το εσωτερικό ταξίδι του ήρωα, η φωτογραφία, όλα αυτά είναι στοιχεία των αστυνομικών ταινιών και ιδιαίτερα των νουάρ. Θα πρόσθετα ότι ακόμα ένα στοιχείο είναι η βία που είναι μετρημένη όπως επιλέγουν τα περισσότερα νουάρ αλλά δεν αρκούνται σ’ αυτήν  τα περισσότερα scifi αλλά και η μετρημένη δράση καθώς όλο το βάρος ρίχνεται στο κομμάτι της έρευνας αλλά και στην εσωτερικότητα των χαρακτήρων, την πορεία και το ταξίδι τους.

Η φιλοσοφική διάσταση της ταινίας έρχεται να δέσει με όλα τα παραπάνω σαν αναγκαίο συμπλήρωμα και να ανοίξει νέους διαύλους επικοινωνίας του σκηνοθέτη των scifi με τον θεατή. Ο άνθρωπος σαν άλλος θεός, εποίησε καθ’ εικόνα και ομοίωση τις ρέπλικες για να τον υπηρετούν. Τις έκανε τέλειες, πανέμορφες, αλάνθαστες. Αλλά τις έδωσε τον θάνατο και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Τις έκανε να αντιλαμβάνονται τον χρόνο όπως αυτός. Και τις έκανε να υποφέρουν γιατί τις έδωσε και κάποιου είδους συναισθήματα. Και οι ρέπλικες δεν άντεξαν άλλο. Ήθελαν και άλλο χρόνο για να ζήσουν. Όπως ο άνθρωπος! Ποτέ δεν του ‘έφτασε ο χρόνος που αντιλαμβάνεται σαν ζωή. Πάντα τα βάζει με τον «κατασκευαστή» του όταν πλησιάζει στο τέλος του.

Όχι με όπλα και με μάχες. Κι αυτό γιατί δεν τον έχει γνωρίσει ποτέ. Αν είχε όμως την δυνατότητα να τον συνατήσει, θα απαιτούσε να του δώσει κι άλλο χρόνο. Και για να φτάσει σ’ αυτόν θα καθάριζει όποιον στεκόταν μπροστά του. Εδώ συμβαίνει κάτι ακόμα στην ταινία μας. Ο Deckard δεν είναι φύλακας του κατασκευαστή αλλά του ιδιότυπου κράτους. Δεν προστατεύει κάποιον συγκεκριμένα αλλά μία κοινωνική συνθήκη που έθεσε η εξουσία ως ορθή. Η φύση των ρέπλικων είναι τέτοια γιατί συμφέρει τους ανθρώπους. Τις αντιμετώπισαν σαν σκλάβους έστω και αν η σκλαβιά τους ήταν με την έννοια του χρόνου. Αλλά ακόμα και οι πιο σκληροί τιμωροί των στασιαστών ασυναίσθητα πήραν το μέρος τους. Όπως ο Decard. Μέχρι τέλους μέσα του γινόταν η μάχη ανάμεσα στην εκπλήρωση του καθήκοντος και στην συμπάθεια απέναντι στη Rachael.

Δεν γίνεται να μην αναφερθούμε σε δύο ακόμα στοιχεία που ενώ δεν έχουν να κάνουν άμεσα με την ταινία, εν τούτοις συνδέονται μ’ αυτήν. Το πρώτο είναι οι κακές κριτικές που έλαβε η ταινία όταν βγήκε. Αδύναμο σενάριο, αδιάφορη, πορνογραφία επιστημονικής φαντασίας (από που κι ως που;;;;), μπερδεμένη και πόσα ακόμα. Έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια για να αποκατασταθεί η τάξη και η ταινία να πάρει την θέση που της αξίζει. Ένα δεύτερο στοιχείο είναι οι ιστορίες πίσω από την ταινία. Για το ότι δεν τελείωσε ποτέ όπως θα έπρεπε (πράμα που διέψευσε ο Scott χρόνια αργότερα), για τους καυγάδες του Ford με τον Scott, για τα δάνεια από αχρησιμοποίητα footage της Λάμψης του Κιούμπρικ, για πίεση από τα στούντιο για αλλαγή του τέλους κτλ. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι ισχύει και τι όχι. Η ουσία είναι ότι ο Scott είναι αρκετά αντιπαθής σε πολλούς συνεργάτες του λόγω της υστερίας του για τελειότητα. Αυτό και αν εκνευρίζει πολλούς, όπως στην συγκεκριμένη ταινία των Ford, αλλά τις περισσότερες φορές το αποτέλεσμα αποζημιώνει τον δημιουργό.

Και αυτό μάλλον το εκτίμησε μετέπειτα ο Harrison Ford όταν είδε τον εαυτό του να πραγματοποιεί την καλύτερη του εμφάνιση. Και ας απαξίωσε αρχικά το φιλμ.  Μετρημένος, εσωτερικός, κουρασμένος (όπως και έπρεπε να είναι), ανέκφραστος αλλά τόσο εκφραστικός πλαισιωμένος από ένα υπέροχο καστ με τον Ολλανδό Rutger Hauer να δίνει ρέστα στον ρόλο του Roy Batty και την Sean Young να είναι μία πραγματική fame fatale ίσως και χωρίς να το θέλει ο χαρακτήρας που υποδύεται. Η ταινία λοιπόν, έστω και καθυστερημένα παίρνει την θέση στις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών και μάλλον θα μείνει για πάντα εκεί. Ο χρόνος είναι πάντα ο καλύτερος κριτής για τα έργα τέχνης. Οι καλές δουλειές βρίσκουν πάντα το κοινό τους και αναγνωρίζονται έστω και μετά από πολλά χρόνια. Φουτουρισμός, scifi και νουάρ λοιπόν!