Η ταινία της ημέρας: Two for the road/ Δύο για τον δρόμο (1967)

Written by

Σκηνοθεσία: Stanley Donel

Παίζουν: Audrey Hepburn, Albert Finney, William Daniels

Υπόθεση: Ένα ζευγάρι μέσα από τέσσερα διαφορετικά ταξίδια με αυτοκίνητο στην νότιο Γαλλία. Διαφορετικές ηλικίες, διαφορετική μορφή της σχέσης και τελικά διαφορετικοί άνθρωποι. Από τον αυθορμητισμό του έρωτα μέχρι την ρουτίνα του γάμου.

Γιατί να την δω;: Ο Stanley Donel ήταν ένας από τους πιο αξιόλογους παραμυθάδες του Hollywood. Αναφερόμαστε στον σκηνοθέτη του «Χορεύοντας στην βροχή» και του υπέροχου «Ραντεβού στο Παρίσι». Αυτός λοιπόν ο υπέροχος παραμυθάς μας παρουσιάζει ακόμα ένα ρομαντικό έργο μέσα από τέσσερα διαφορετικά ταξίδια στη Νότια Γαλλία. Ευτυχώς για εμάς (και γι αυτόν), ο Donel επηρεάζεται από το Νέο Κύμα και βάζει στοιχεία κινηματογράφησης που δεν θα μπορούσε να σκεφτεί ότι λειτουργούν κάτω από άλλες συνθήκες. Αποφορτίζει λοιπόν την ταινία από τα ρομεντί στοιχεία του Hollywood και την κάνει ξεχωριστή τόσο στην δομή της όσο και στην καινοτομία της.

Η εναλλαγή του χρόνου είναι ένα από τα βασικά αφηγηματικά του όπλα. Βέβαια γίνεται για πολύ συγκεκριμένο σκοπό. Η σχέση δύο ανθρώπων αλλάζει. Από τον φρέσκο και άγουρο έρωτα που η τρέλα σου δεν έχει όρια, που όλα σου αρέσουν, που βολεύεσαι παντού, μέχρι τον γάμο και τα παιδιά, που το σεξ γίνεται κατόπιν συνεννόησης, το κέρατο πρέπει να υπάρχει για να διατηρηθεί ο γάμος, τα άλλοτε κοινά γούστα χάνονται και το πάθος του ενός για τον άλλον σβήνει αναλογικά με την πάροδο του χρόνου. Οι ίδιοι δρόμοι, οι ίδιοι άνθρωποι σωματικά, μα τόσο διαφορετικοί ψυχικά. Ή μήπως όχι;

Τι κρύβουμε τελικά βαθιά μέσα μας; Αλλάζουμε ή απλά οι συνθήκες μας επιβάλλουν να φορέσουμε κάποιου είδους χιτώνα και να προσαρμοστούμε; Δεν γνωρίζει κανείς. Και αν τα άλματα στον χρόνο μέσα από τα πανέξυπνα cut μας ρίχνουν με γδούπο από την χαρά και τον έρωτα στην μιζέρια και στην ρουτίνα, πάντα μας μένει μία μικρή ελπίδα ότι οι δύο ήρωες μας παραμένουν ερωτευμένοι. Το θέλουμε βρε παιδί μου!

Η Audrey Hepborn (ωριμότατη ερμηνεία) από κοριτσούδι με μακρυά μαλλιά, παρθένα και ονειροπόλα, γίνεται σταδιακά μία ώριμη σύζυγος που για μία φορά απατά τον άντρα της, μία ώριμη μητέρα που αρχίζει να απελπίζεται μέχρι και μία πλούσια κυρία που βαριέται μέχρι θανάτου στα γκαλά που την σέρνει ο άντρας της. Ο Albert Finney, από ένας αλητάκος που κοιμόταν όπου λάχει, γίνεται ένας συγκαταβατικός αρχιτέκτονας και σιγά σιγά η φήμη και το χρήμα που αποκτά τον κάνουν πιο σοβαρό, πιο εργασιομανή και πιο συγκρατημένο. Ας πούμε και πιο ξενέρωτο! Δεν φεύγει όμως λεπτό από πάνω τους ούτε η γοητεία τους ούτε η αγάπη του ενός για τον άλλον. Και μας το υπενθυμίζουν συχνά με ένα “Σ’ αγαπώ”. Και αυτό τις περισσότερες φορές αρκεί.

Η κινηματογραφική ταινία είναι ένα από τα ελάχιστα έργα τέχνης που αποτελείται από τόσα πολλά επιμέρους κομμάτια. Σκηνοθεσία, φωτογραφία, σκηνικά, ηθοποιοί, μονταζ κτλ συνθέτουν την τελική δομή του έργου. Το τι θέλει να μας πει είναι στην σφαίρα αντίληψης του καθενός μας. Οι ταινίες που αγαπάμε είναι αυτές που είναι τέλειες (ή έστω πολύ καλές) σε όλα τα επιμέρους κομμάτια. Έστω και τηρουμένων των αναλογιών και των εφοδίων που έχουν. Η συγκεκριμένη ταινία λοιπόν, καταφέρνει να είναι εξαιρετική σε όλα της. Αλλά εμείς θα σταθούμε στο μοντάζ. Το χουμε ξαναπεί απ αυτή την στήλη (ίσως και λόγο ενασχόλησης του γράφοντα με το αντικείμενο) ότι το μοντάζ μετά τους Σοβιετικούς παίρνει την θέση που του αξίζει στην κινηματογραφική ταινία. Δεν είναι ένα απλό «ράβε και ξήλωνε». Η Νουβέλ Βαγκ έρχεται να σφραγίσει αυτή την σχέση μοντάζ-τελικό αποτέλεσμα και να απογειώσει μία για πάντα την σημαντικότητα του στην τελική κόπια της ταινίας. Ο Donel το χει αντιληφθεί και το χρησιμοποιεί με άριστο τρόπο. Δεν θα ταν υπερβολή να πούμε ότι η ταινία ανασαίνει λόγο της άψογης χρήσης του μοντάζ. Γίνεται βασικό αφηγηματικό στοιχείο της ταινίας και η μετάβαση στον χρόνο πραγματοποιείται τόσο ιδιοφυώς που εμπνέει μετέπειτα δημιουργούς να ασχοληθούν παραπάνω και πιο σοβαρά  με την χρήση του. Ένα αντικείμενο, μία κίνηση, μία λέξη αρκεί για να μεταβεί από την μία χρονική στιγμή στην άλλη.

Μα τι θα ταν μία ταινία αν έπαιζαν άθλια οι ηθοποιοί; Audrey Hepborn, Albert Finney! Όμορφοι, δυναμικοί, μετρημένοι, ώριμοι! Υπέροχοι και οι δυο τους. Με μία ζωντάνια που μας έκανε να θέλουμε να βουτήξουμε μαζί τους στα νερά της νότιας Γαλλίας. Ένα νεύμα τους και μας έπειθαν γι αυτά που έκρυβαν μέσα στην ψυχή τους. Αυτή είναι η τέχνη της υποκριτικής! Δεν χρειάζονται πολλά λόγια. Όπως ακριβώς στη ζωή. Ένα νεύμα, ένα χαμόγελο, ένα φιλι.

Γιατί δεν ερωτευόμαστε σαν την Joanna και τον Mark; Τι φοβόμαστε; Πάντως το μήνυμα της ταινίας είναι πέρα για πέρα αισιόδοξο. Γιατί δυο άνθρωποι αν είναι γραφτό να μείνουν μαζί, θα το κάνουν. Δεν γίνεται να τους δεχτεί η ζωή σαν διαφορετικά κομμάτια. Ας το πάρουμε απόφαση λοιπόν και ας ζήσουμε ανάλογα! Ή θα γίνουμε με τους ανθρώπους ένα, ή θα πεθάνουμε μονάχοι.