Η ταινία της ημέρας: Zorba the Greek / Αλέξης Ζορμπάς (1964)

Written by

Σκηνοθεσία: Μιχάλης Κακογιάννης

Σενάριο: Μιχάλης Κακογιάννης (μεταφορά από το βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη “Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά”)

Παίζουν: Άντονι Κουίν, Άλαν Μπέιτς, Ειρήνη Παπά, Λίλα Κέρντοβα

Υπόθεση: Ένας Βρετανός συγγραφέας κληρονομεί ένα ορυχείο στην Κρήτη και το οποίο έχει σκοπό να το επαναλειτουργήσει. Εκεί γνωρίζει τον Αλέξη Ζορμπά, έναν ξένοιαστο πολυταξιδεμένο τυχοδιώκτη που τον παρακινεί το ένστικτο του για ζωή. Ο Ζορμπάς δεν θα αργήσει να γίνει μέντορας του συγγραφέα και μαζί θα μάθουν από τις αποτυχίες τους πως να στέκονται και να αντιμετωπίζουν με αισιοδοξία την ζωή.

Γιατί να την δω;: Ο “Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά” είναι από τα πιο πολυδιαβασμένα βιβλία παγκοσμίως. Η μεταφορά ενός τόσο πλήρους και γεμάτου βιβλίου στην μεγάλη οθόνη είναι από μόνη της μία δύσκολη διαδικασία που ενέχει ρίσκο και έκθεση απέναντι στους απανταχού του κόσμου σινεφίλ και βιβλιοφάγους. Στα χέρια του Μιχάλη Κακογιάννη όμως γίνεται μία από τις πιο ολοκληρωμένες και επιτυχημένες μεταφορές μυθιστορήματος στην ιστορία του σινεμά. Την παραγωγή ανέλαβε ο ίδιος ο Κακογιάννης με την στήριξη της 2oth Century Film Corproration. Πέραν των οποιοδήποτε σκηνοθετικών και καλλιτεχνικών προσεγγίσεων σε μία ταινία, μεγάλο ρόλο παίζει και η σωστή επιλογή τόσο των ηθοποιών όσο και των συνεργατών. Και αν σε πολλούς φαίνεται δεδομένη η επιτυχία σ’ αυτό το στάδιο της παραγωγής θα πρέπει να σκεφτούν δεύτερη και τρίτη φορά ψάχνοντας για ταινίες που είχαν όλα τα φόντα για να πάνε ψηλά αλλά οι κακές επιλογές τις κράτησαν πίσω. Σε τούτη την ταινία λοιπόν, ο Κακογιάννης έκανε τις καλύτερες επιλογές. Τόσο στους συνεργάτες του (θα κρατήσουμε τα ονόματα του Βασίλη Φωτόπουλου και του Μίκη Θεοδωράκη) όσο και στους ηθοποιούς του. Ένα τόσο προσωποκεντρικό σενάριο όπως αυτό του Ζορμπά θα πρέπει να έχει ένα ηθοποιό που θα καταφέρει να ενστερνιστεί την ιδιαίτερη φύση του και τα ελληνικά γονίδια του Αλέξη Ζορμπά. Θα σταθούμε λοιπόν εδώ στην εξαιρετική ερμηνεία του Άντονι Κουίν που αντιλαμβάνεται πλήρως την φύση του Ζορμπά αλλά κυρίως το περιβάλλον που τοποθετείται η δράση (Κρήτη) αλλά και τον ζωντανό και ανήσυχο πνεύμα του Αλέξη Ζορμπά.

Η ταινία λοιπόν μοιάζει να βγαίνει κατευθείαν από το βιβλίο αλλά καταφέρνει να γίνει ένα αυτόνομο έργο τέχνης. Στο σημείο αυτό, πιστεύουμε ότι κακώς οι ταινίες συγκρίνονται με τα βιβλία. Η μεταφορά ενός βιβλίου στην μεγάλη οθόνη είναι από μόνη της μία έννοια αυθαίρετη. Ουδείς μπορεί να μεταφέρει κάτι από ένα είδος τέχνης σε ένα άλλο. Πρόκειται για δύο αυτόνομα τμήματα που καταφέρνουν να εκφράσουν τις δικές τους καλλιτεχνικές οπτικές συνδεόμενες μεταξύ τους από μία κοινή ιστορία, μέσα (συνήθως) σε ένα κοινό περιβάλλον δράσης και με κάποια κοινά στοιχεία των χαρακτήρων. Δεν ξέρουμε αν ο Ζορμπάς του Καζαντζάκη είναι ο ίδιος μ’ αυτόν του Κακογιάννη. Πάντως είμαστε σίγουροι πως πρόκειται για μία μεγάλη επιτυχία του Κακογιάννη να καταφέρει να φέρει στην μεγάλη οθόνη ένα τόσο ελληνικό χρώμα και ύφος καθώς και την ιδιαιτερότητα της ζωής των νεοελλήνων έστω και αν αυτές περιορίζονται σε ένα μικρό χωριό. Μοιραία η σύγκριση αλλά άδικη η όποια επίθεση στον Κακογιάννη με γνώμονα το βιβλίο.

Η ταινία ρέει αβίαστα, φτάνει με μεγάλη ευκολία στην καρδιά του θεατή, σκιαγραφεί λεπτομερώς τόσο τον κεντρικό χαρακτήρα (που όπως είπαμε ερμηνεύει τέλεια ο Άντονι Κουίν) όσο και τον νεοελληνικό πολιτισμό που από την διονυσιακή του καταγωγή φτάνει στην θρησκειοκεντρική αντίληψη της ζωής αλλά και στον ερωτισμό που κρύβει μέσα του μπλεγμένος και τυραννισμένος από προκαταλήψεις του παρελθόντος και μία βουβή περιφάνεια και αισιοδοξία για τα μελλούμενα. Το θάρρος στην κινηματογράφιση του Κακογιάννη είναι παροιμιώδης καθώς και η ζωηράδα της κάμερας απέναντι στην ήδη ζωηρή υπόθεση. Μία κινηματογαρφική μυσταγωγία με αφετηρία το αριστούργημα του Νίκου Καζαντζάκη, την σκηνοθεσία του Μιχάλη Κακογιάννη, την ερμηνεία του Άντονι Κουίν και την μυθική πλέον μουσική του Μίκη Θεοδωράκη που έβγαλε τον δεύτερο εθνικό μας ύμνο, το αλησμόνητο συρτάκι της τελευταίας σκηνής της ταινίας. Η ταινία βραβεύτηκε με τρία όσκαρ (το ένα στον Βασίλη Φωτόπουλο) και ήταν υποψήφια για άλλα τέσσερα (μεταξύ αυτών και για την σκηνοθεσία και το σενάριο του Μιχάλη Κακογιάννη).