Καλόγεροι και Καλόγριες του γηροκομείου – Φρανς Χαλς (1664)

Written by

Ο ζωγράφος: Ο Φρανς Χαλ ανήκει, επίσης, με έναν ιδιόμορφο τρόπο στους Ολλανδούς ζωγράφους του 17ου αιώνα. Η ιδιομορφία του συνίσταται στο γεγονός ότι το έργο του από τη μια ενσαρκώνει τη νατουραλιστική ιδιοφυϊα των Ολλανδών, κι από την άλλη καταφέρνει να πλησιάσει τον κλασικισμό της πόλης, την εμπειρία των μαθητών του Καραβάτζιο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον σχετικά με τη δουλειά του Φρανς Χαλς προκαλεί το γεγονός ότι συνήθιζε να δημιουργεί ταυτόχρονα δύο ξεχωριστούς πίνακες, ενώ οι παλαιότεροι μελετητές υπέθεταν πως ο Χαλς για να πετύχει το φόντο των έργων του κατέφευγε σε ζωγράφους που εξειδικεύονταν στα τοπία.

Από τις πιο ζωντανούς, πρόσχαρους και σημαντικούς πίνακες του, είναι οι πίνακες φανατασίας που ζωγράφισε ανάμεσα στα 1720-1730 χωρίς να έχει κανείς χρονολογηθεί επακριβώς. Είναι κυρίως μελέτη σε παιδικά πρόσωπα και εκφράσεις αλητών και ζητιάνων που τύχαινε να συναντήσει.

Από το 1640 η περισσή ζωντάνια που χαρακτήριζε τους πίνακές του δείχνει να σβήνει μπροστά σε μια αυστηρή και θρησκευτική συγκέντρωση.

Ο Φρανς Χαλς στα 1664 και σε ηλικία ογδόντα χρονών θα μεταδώσει σε δύο έργα του παράδοξα και απροσδόκητα το τελευταίο του μήνυμα σαν καλλιτέχνης. Πέθανε δύο χρόνια αργότερα στο Χάρλεμ.

Ο πίνακας: Στο έργο “Καλόγεροι του γηροκομείου” του 1664, ο καλλιτέχνης έχει αφήσει κάθε τέχνασμα μαεστρίας κι όμως εξακολουθεί ν’ αγγίζει την καρδιά της πραγματικότητας. Το χρώμα που κυριαρχεί είναι το μαύρο σε όλες του τις πένθιμες αποχρώσεις. Ο Βαν Γκογκ στο ημερολόγιό του μας διαβεβαίωνει με θαυμασμό πως κατάφερε να διακρίνει 27 διαφορετικές αποχρώσεις του μαύρου. Οι καλόγεροι μοιάζουν με φαντάσματα παρά τον στυγερό ρεαλισμό τους, τα πρόσωπα τους βρίσκονται στο κατώφλι μεταξύ ζωής και θανάτου κι αυτό ακριβώς είναι που μας αναστατώνει σ’ αυτό το έργο. Η εκτέλεση παραβλέπει τώρα κάθε λεπτομέρεια και επικεντρώνεται στην εξωτερίκευση του βάθους των ψυχών. Σημειωτέον, ότι το γηροκομείο που δηλώνεται στον πίνακα, δηλαδή το Grost Heiligland, έχει μετατραπεί πλέον σε Μουσείο του Χάρλεμ και στεγάζει και τον παρόντα πίνακα.

γράφει  η Ιωάννα Λιούτσια