Λορίν Μπακόλ: Ο άνδρας πρέπει να έχει μυαλό, χιούμορ, μαγκιά, ευφυΐα, balls

Written by

Η Λωρίν Μπακόλ (16 Σεπτεμβρίου 1924 – 12 Αυγούστου 2014), γεννήθηκε με το όνομα Μπέτυ Τζόαν Πέρσκε στη Νέα Υόρκη, ως μοναχοκόρη της Νάταλι (πατρικό όνομα Μπακόλ ή Βένσταϊν), μιας γραμματέως, και του Ουίλιαμ Πέρσκε, ενός πωλητή . Οι γονείς της πήραν διαζύγιο όταν ήταν έξι ετών. Τότε ήταν που υιοθέτησε το επώνυμο της μητέρας της. Η Μπακόλ δεν ξαναείδε τον πατέρα της και δέθηκε με τη μητέρα της, την οποία και πήρε μαζί της στην Καλιφόρνια όταν έγινε σταρ του σινεμά.

«Με τον Κάρι Γκραντ, τέλεια. Με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ, αηδία…» είχε πει η Λορίν Μπακόλ στη Warner Brothers. Αλλά η μοίρα τα έφερε αλλιώς…

Από ένα εξώφυλλο του Harper’s Bazaar ξεκίνησαν όλα…

Η Μπακόλ σπούδασε την υποκριτική τέχνη για δεκατρία έτη, ενώ εργαζότανε ως ταξιθέτρια και μοντέλο. Η σύζυγος του σκηνοθέτη και παραγωγού Χάουαρντ Χωκς την πρόσεξε το Μάρτη του 1943 στο εξώφυλλο του “Harper’s Bazaar” και παρότρυνε τον Χωκς να της κάνει δοκιμαστικό. Εκείνος προσκάλεσε τη Μπακόλ στο Χόλιγουντ για οντισιόν. Της προσέφερε επταετές προσωπικό συμβόλαιο, τη μετέφερε στο Χόλιγουντ, της παρείχε $100 την εβδομάδα, και ξεκίνησε να προωθεί την καριέρα της. Άλλαξε δε και το όνομά της σε Λωρίν Μπακόλ. Η Νάνσυ Χωκς την πήρε υπό την προστασία της. Την έντυνε με στιλ και την καθοδηγούσε σε θέματα κομψότητας, τρόπων και γούστου. Η φωνή της Μπακόλ εκπαιδεύτηκε να γίνει χαμηλότερη, πιο αρρενωπή και σέξυ, κάτι που κατάληξε σε μια από τις πιο αναγνωρίσιμες φωνές στο Χόλιγουντ.

Η επιλογή της για το ρόλο της Μαρί στη «Σειρήνα της Μαρτινίκα» (1944) βασισμένο στο μυθιστόρημα «Να έχεις και να μην έχεις» του Χέμινγκουεϊ αποτέλεσε την καθοριστικότερη στιγμή της προσωπικής και επαγγελματικής της ζωής. Κατά τη διάρκεια των δοκιμαστικών για την ταινία «Να έχεις και να μην έχεις»  ήταν νευρική, έτσι για να ελαχιστοποιήσει το τραύλισμά της, πίεζε το σαγόνι στο στήθος και για να κοιτά την κάμερα έστρεφε τα μάτια προς τα πάνω. Το εφέ έμεινε γνωστό ως «Το Βλέμμα», το σήμα κατατεθέν της ηθοποιού. 

Όταν ο σκηνοθέτης τη ρώτησε με ποιον από τους μεγάλους αστέρες της εποχής θα ήθελε να παίξει αυτή απάντησε: «Με τον Κάρι Γκραντ, τέλεια. Με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ αηδία…» του είχε απαντήσει η Λορίν Μπακολ, όπως η ίδια είχε αναφέρει αργότερα. Αλλά η μοίρα είχε διαφορετική άποψη… Η ταινία έμελλε να είναι η αρχή ενός μεγάλου έρωτα.   Στη διάρκεια της γνώρισε και συμπρωταγωνίστησε με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ, έναν από τους μεγαλύτερους αστέρες της εποχής. Παρ’ ότι εκείνος ήταν παντρεμένος με την τρίτη του γυναίκα ηθοποιό  Μάγιο Μέτχοτ, οι δυο τους δημιούργησαν σχέση και τον επόμενο χρόνο 21 Μαΐου 1945, παντρεύτηκαν  Η Μπακόλ ήταν 20 και ο Μπόγκαρτ 45.  Στις . Έμειναν μαζί μέχρι το θάνατο του Μπόγκαρτ το 1957. Ο Μπόγκαρτ συνήθιζε να την αποκαλεί «Μωρό», ακόμη κι όταν αναφερόταν σε αυτή μπροστά σε άλλους.

 

lorin
“Ο άνδρας πρέπει να έχει μυαλό (αλλά και στυλ), χιούμορ, μαγκιά, ευφυΐα, balls. Στη γυναίκα μετράει το look. Η γυναίκα μετά τα 30, 40 ξόφλησε, μετά σπορ, βιβλίο, ενημέρωση, παρέα, προχώρημα. Ο θάνατος με θλίβει που θα απουσιάσω από το γλέντι των επόμενων γενεών. Ο Μπόγκαρτ με απογείωσε, αναστάτωσε, τον θυμάμαι αλλά δεν θα πεθάνω κλαίγοντας πάνω από το μνήμα του….Όποιος κολλάει στα φαντάσματα χάνει τη ζωή του¨

Λίγο καιρό μετά το θάνατο του Μπόγκαρτ, η Μπακόλ ξεκίνησε δεσμό με τον  Φρανκ Σινάτρα. Στη συνέχεια παντρεύτηκε τον ηθοποιό Τζέισον Ρόμπαρτς και παρέμειναν μαζί από το 1961 έως 1969. Σύμφωνα με την αυτοβιογραφία της Μπακόλ, πήραν διαζύγιο εξαιτίας του εθισμού του στο αλκοόλ. Απέκτησε δύο παιδιά από το γάμο της με τον Μπόγκαρτ και ένα με τον Ρόμπερτς.

Η Μπακόλ απέρριπτε σενάρια που δεν έβρισκε ενδιαφέροντα και έτσι κέρδισε τη φήμη πως ήταν δύσκολη. Ωστόσο, για τους ρόλους που υποδύθηκε σε μια σειρά ταινιών δέχτηκε θετικές κριτικές. Στην ταινία «Η Γυναίκα των Χιμαιρών» (1950), όπου συμπρωταγωνίστησε με την Ντόρις Ντέι και τον Κερκ Ντάγκλας, η Μπακόλ υποδύθηκε μια διπρόσωπη femme fatale με μια υποψία λεσβιασμού στο χαρακτήρα της. Η ταινία αυτή συχνά θεωρείται το πρώτο μεγάλου προϋπολογισμού φιλμ τζαζ.

lorin21 Η Μπακόλ πρωταγωνίστησε στην κωμωδία της “CinemaScope” με τίτλο «Πώς να παντρευτείτε έναν εκατομμυριούχο» (1953), μια μεγάλη επιτυχία όπου συναντήθηκε στην οθόνη με την Μέριλιν Μονρόε και τη Μπέτι Γκρέιμπλ. Η Μπακόλ έλαβε καλές κριτικές για τη μεταστροφή της στην έξυπνη τυχοδιώκτρια, Πέιτζ.

Η ταινία «Γραμμένο στον Άνεμο», που σκηνοθέτησε ο Ντάγκλας Σιρκ το 1956, αποτελεί πλέον ένα από τα κλασσικότερα μελοδράματα της περιόδου. Στο πλευρό των Ροκ Χάντσον, Ντόροθι Μαλόουν και Ρόμπερτ Στακ, η Μπακόλ υποδύθηκε μια αποφασισμένη και δυναμική γυναίκα. Η Μπακόλ στην αυτοβιογραφία της αναφέρει πως δεν είχε σε μεγάλη υπόληψη το ρόλο. Όταν στο σπίτι πάλευαν με την ασθένεια του Μπόγκαρτ (καρκίνο του οισοφάγου), η Μπακόλ πρωταγωνίστησε στο πλευρό του Γκρέγκορι Πεκ στην σλάπστικ κωμωδία «Η γυναίκα μου, εγώ κι ο πειρασμός». Σκηνοθέτης ήταν ο Βιντσέντε Μινέλλι και κυκλοφόρησε το 1957. Ο Μπόγκαρτ υπέκυψε τον ίδιο χρόνο.

Η καριέρα της Μπακόλ παρουσίασε κάμψη τη δεκαετία του 1960 με λίγες ταινίες στο ενεργητικό της. Στο Μπρόντγουεϊ όμως πρωταγωνίστησε στα «Goodbye, Charlie» (1959), «Cactus Flower» (1965), «Applause» (1970) και «Woman of the Year» (1981).

‘Ενα τιμητικό ΄Οσκαρ για το σύνολο της καριέρας της και μια υποψηφιότητα Β΄ρόλου

Είχε μια υποψηφιότητα για Οσκαρ Β’ ρόλου για την ταινία «Ο καθρέφτης έχει δυο πρόσωπα» (1997) της Μπάρμπρα Στράιζαντ και το  2007 της δόθηκε τιμητικό αγαλματίδιο για το σύνολο της καριέρας της. «Επιτέλους! Ενας άντρας!» είπε όταν το παρέλαβε επί σκηνής.

Η Λορίν Μπακόλ υπέστη «αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο»  και πέθανε στις 12 Αυγούστου 2014 σε ηλικία 89 ετών. «Με βαθιά θλίψη, αλλά με μεγάλη ευγνωμοσύνη για την καταπληκτική ζωή της, επιβεβαιώνουμε το θάνατο της Λορίν Μπακόλ» αναφέρει το ίδρυμα Μπόγκαρντ στο λογαριασμό του  στο Twitter.  Η Λορίν Μπακόλ είχε χαρακτηριστεί ως μια από τις 20 μεγαλύτερες ηθοποιούς όλων των εποχών. 
γράφει ο Α.Θ.