Μαρλένα Πολιτοπούλου: συγγραφέας

Written by

Είχαμε τη χαρά να συνομιλήσουμε μαζί της, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου- «Η Πηνελόπη των τρένων», στον προγραμματισμένο κύκλο παρουσίασης του βιβλίου στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις, στο ταξίδι συνάντησης ενός βιβλίου με τους αναγνώστες του.
• Μιλήστε μας για τους ήρωες του βιβλίου σας «Η Πηνελόπη των τρένων» (εκδόσεις Μεταίχμιο). Ποια ήταν η πρώτη ύλη αφήγησης αυτής της ιστορίας στη σκιά γεγονότων που συνδέουν το παρόν με το παρελθόν, τις γενιές, τα πρόσωπα και τους τόπους;
Οι ήρωες της ιστορίας έρχονται είτε από το παρελθόν, από τη γενιά που έζησε τη μετανάστευση του ‘60 στη Γερμανία, είτε ζουν στο σήμερα . Το βιβλίο κινείται σε δυο χρόνους και συνεχώς εναλλάσσονται μια που η έρευνα γίνεται το 2014 στην προσπάθεια να διαλευκανθεί ένας ανεξιχνίαστος φόνος που έγινε το 1965 στο σταθμό του Μονάχου. Οι μεγάλοι σταθμοί στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, πόλεμος, εμφύλιος, μετανάστευση, ορίζουν τη ζωή των ηρώων.

• Στο βιβλίο σας, με αφορμή μια έρευνα για την εξιχνίαση ενός φόνου, χρησιμοποιείτε ως μοτίβο το δημοτικό και το λαϊκό τραγούδι με αντίστοιχη θεματολογία: ξενητιά, έρωτες, φτώχεια, πόλεμος, πολιτική. Πώς συνδέει αυτό, κυρία Πολιτοπούλου, τα νήματα των ιστοριών που αφηγείστε και τη ζωή των ανθρώπων;
Ένας εργάτης είχε βρεθεί νεκρός ανάμεσα σε ένα σωρό από βαλίτσες την ημέρα που έφτανε ο Καζαντζίδης για σειρά συναυλιών στη Γερμανία. Είχε τυλιγμένο στο λαιμό του ένα υφαντό μαντήλι. Αυτό το μαντήλι διατρέχει όλο το βιβλίο για να αποτελέσει το μίτο που θα οδηγήσει στην αποκάλυψη ενός μεγάλου έρωτα αλλά και θα συνδέσει μια μετανάστρια Ελληνίδα του εξήντα με μια Πακιστανή μετανάστρια στην Αθήνα του σήμερα.
Τα τραγούδια του Στέλιου ήταν η παρηγοριά των μεταναστών. Συνοδεύουν και τους ήρωές μου γιατί κατάλαβα γρήγορα πως δεν μπορείς να γράψεις για τους καημούς της μετανάστευσης χωρίς να αναφερθείς στον τραγουδιστή που λάτρεψαν.
• Ένα χαρακτηριστικό του βιβλίου σας είναι το χιούμορ όπως διαφαίνεται στους διαλόγους των ηρώων σας. Εσάς πόσο σας βοηθάει αυτό στην καθημερινότητά σας;
Το χιούμορ μπορεί να μας βγάλει από τα δύσκολα, είναι ανάσα ζωής. Ένα αστυνομικό το χρειάζεται, δημιουργεί ισορροπία στους διαλόγους και για λίγο ξεφεύγει ο αναγνώστης από την ένταση της ιστορίας. Ο φόνος είναι μια αποτρόπαια πράξη, ο συγγραφέας διηγείται ακραία πάθη στη ζωή των ηρώων του, οπότε το χιούμορ έρχεται σαν μια ακτίνα αισιοδοξίας κι ας είναι και πικρό. Όποτε στη ζωή ή στα βιβλία συναντώ ανθρώπους ή ήρωες με χιούμορ, νιώθω πως μου κάνουν ένα δώρο.
• Μιλήστε μας για την αφετηρία της γραφής, μπορεί να είναι μία εικόνα, ένας ήχος;

« Από το καθρεφτάκι του έβλεπε τον γέροντα με σηκωμένα τα χέρια προς τον ουρανό, κουνιόταν ελαφρά στα βήματα ενός ποντιακού χορού, μόνος πάνω στο χωμάτινο μονοπάτι».(σελ.226).
«…αν και είμαι άνθρωπος της εικόνας, λατρεύω το ραδιόφωνο. Και στην έρευνα την αστυνομική με κάποιον τρόπο η ακοή παίζει τεράστιο ρόλο. Ακούμε τις μαρτυρίες. Έχω παρευρεθεί σε ανάκριση και έκλεινα τα μάτια για να ακούω τη φωνή του ύποπτου χωρίς να τον βλέπω. Τι άκουσαν οι γείτονες; Ποιος άκουσε κάτι στο καφενείο; Τι ακουγόταν στον χώρο του εγκλήματος την ώρα που έγινε;»… «Σε ακούω» του είπε… «Εγώ σε ακούω» της είπε και χαμογέλασε».(σελ. 321).
Μια εικόνα σίγουρα. Πάντα μια εικόνα που επανέρχεται γίνεται αγγελιοφόρος της απόφασής μου να ξεκινήσω να γράφω ένα βιβλίο για ένα θέμα που από καιρό με απασχολεί. Για ήχο δεν ξέρω. Μπορεί. Τα νερά ενός καταρράχτη, ο ήχος μιας σαΐτας, ο ήχος μιας σταγόνας νερού πάνω σε ένα σπασμένο τζάμι.
Το απόσπασμα που αναφέρετε δείχνει τη σημασία της ακοής στην αντίληψη των πραγμάτων, πόσο μάλλον μιας έρευνας. Στο πρώτο μου αστυνομικό, «Ο κύριος Μάριος μετάνιωσε αργά», η εικόνα που είχε καρφωθεί στο μυαλό μου ήταν ένας νεκρός με καπαρντίνα και ρεπούμπλικα καθισμένος πάνω σε μια πέτρινη βρύση σε ένα χωριό! Στην «Πηνελόπη των τρένων» η πρωταρχική εικόνα ήταν ένας νεκρός ανάμεσα σε βαλίτσες με ένα υφαντό τυλιγμένο στο λαιμό του.
• Η μνήμη, ο χρόνος, η αλήθεια, επανέρχονται, ως γραμμές αναζήτησης νοήματος, στο βιβλίο σας. Πόσο σας απασχολούν σε σχέση με τα «μυθιστορηματικά πρόσωπα» ;
Σε ένα σημείο του βιβλίου σας λέτε «…η αλήθεια βρίσκεται στις αντιφάσεις των ανθρώπων».(σελ.227).
Η συνέχεια της φράσης που διαλέξατε κάνει πιο σαφές αυτό που εννοώ: «…παίζει κρυφτό ανάμεσα στα φωτεινά και σκοτεινά στοιχεία του χαρακτήρα τους. Μπορεί ένας άνθρωπος να αξίζει τον θαυμασμό, αλλά να είναι και γελοίος συγχρόνως». Τι άλλο προσπαθεί να κάνει ο λογοτέχνης παρά να μιλήσει για τις αθέατες πλευρές των ηρώων του, για τις αθέατες πλευρές της κοινωνίας, για αυτό που ενώ το έχουμε μπροστά μας δεν το κατανοούμε, επειδή δεν έχουμε όλες τις διαστάσεις, μας λείπει το βάθος. Οι γκρίζες ζώνες ενδιαφέρουν το αστυνομικό μυθιστόρημα ακόμα περισσότερο. Όσο για τη μνήμη, το χρόνο και την αλήθεια, βαδίζουν χέρι χέρι σε κάθε αναζήτηση που προσπαθεί να κατανοήσει τον κόσμο που ζούμε, τα άτομα που μας περιβάλλουν και τον ίδιο μας τον εαυτό. Η επιθυμία να δώσουμε νόημα στη συλλογική και ατομική μνήμη κατατρέχει κάθε άνθρωπο συνειδητά ή όχι.

• Στη ροή της αφήγησης, ο Παύλος διαβάζει, στη σιωπή που ακολουθεί την εξομολογητική ανάμνηση της Ειρήνης, τη σκέψη της «…σαν να προσπαθούσε να ακούσει τον ήχο των νερών».(σελ.182). Εσείς ποιους «ήχους» ακούτε όταν γράφετε;

Στην ιδανικότερη περίπτωση μόνο το γουργουρητό της Μίσας, της γάτας μου. Αλλά παλιότερα η μόνιμη συντροφιά μου ήταν το νερό που έτρεχε από το ρυάκι δίπλα στο σπίτι μας στην Άνδρο, ένα σπίτι όπου έζησα και έγραψα για τριάντα χρόνια. Μου αρέσει και να αφήνω το ραδιόφωνο στο σαλόνι ανοιχτό να έρχεται η μουσική από μακριά. Με συνοδεύει χωρίς να με αποπροσανατολίζει.
• Τι είδους βιβλία σας αρέσει να διαβάζετε; Ποια θέματα απασχολούν τη σκέψη σας;

Διαβάζω πολύ, εκτός από την τελευταία περίοδο που η κρίση μου αφαίρεσε τη μισή ικανότητα συγκέντρωσής μου. Πεζογραφία, ιστορία και σπανιότερα ποίηση. Ανατρέχω και σε κάποια βιβλία πολιτικής επιστήμης και ψυχολογίας.
• Πότε νιώθετε έτοιμη να ξεκινήσετε την αφήγηση μιας ιστορίας και πώς τελειώνει ένα βιβλίο; Εσείς, κυρία Πολιτοπούλου, γιατί γράφετε, σε ποιον τύπο αναγνώστη απευθύνεστε;

Ένα βιβλίο ξεκινάει όταν δεν περνάει μέρα που να μην σκεφτείς την ιστορία που σου τριβελίζει το μυαλό. Και τελειώνει όταν μέσα σου πεις, αρκετά ως εδώ, δεν έχω τίποτα να προσθέσω. Όταν νιώσεις πως οι ήρωες είναι τόσο ολοκληρωμένοι που ξεκίνησαν μια δική τους πορεία.
Γράφω γιατί ο προφορικός λόγος δεν μου αρκεί. Γιατί από παιδί το μυαλό μου ήταν γεμάτο φανταστικές ιστορίες. Γιατί αν μου πάρεις τα βιβλία δεν θα ξέρω τι να κάνω τον εαυτό μου. Εκτός κι αν καταφέρω να ζήσω σε ένα κτήμα με πολλά ζώα δίπλα στη θάλασσα!
Αγαπώ τον αναγνώστη που είναι απενοχοποιημένος, διαβάζει τα πάντα αλλά διαλέγει. Απευθύνομαι στον αναγνώστη που δεν τα θέλει όλα ροζ.

• Τι ονειρεύεστε ως συγγραφέας;

Ονειρεύομαι πως θα γράψω ένα βιβλίο που θα είναι τόσο ώριμο μέσα μου από μιας αρχής, που θα βγει αβίαστα, δίχως βάσανο. Όνειρα!
Μαρλένα Πολιτοπούλου
Η Πηνελόπη των τρένων
Εκδόσεις Μεταίχμιο
–αποσπάσματα από το βιβλίο :
«…αναμετριούνται με το παρελθόν, το δικό τους και της οικογένειας, άρα και με το μέλλον. Ή σήμερα ή ποτέ. Το νιώθει πως, αν δεν καταφέρει τον γέροντα να μιλήσει σήμερα για το βαρύ μυστικό που κρατάει κοντά πενήντα χρόνια μέσα του, θα το πάρει μαζί του. Θα φύγει γρήγορα, στον πνεύμονα η τρίτη μετάσταση. Ο εγγονός του θα φύγει τον άλλο μήνα στη Γερμανία, η τρίτη μετανάστευση». Σελ. 11
« ‘Ήθελε να μετρήσει τον εαυτό του μπροστά στην κορύφωση του δράματος του μετανάστη. Φόβος, καταδίωξη, σύλληψη, εγκλεισμός, διωγμός και πάλι φόβος». Σελ. 17
« Μια συμφωνία μόνο» του χαμογέλασε. «Δεν θα μιλήσουμε για αρρώστιες ούτε για την κρίση».
Το πρώτο το κατάφεραν, το δεύτερο στάθηκε αδύνατον. Σελ.172
« Μας αρέσει να μιλάμε για την Τρίτη γενιά που διαπρέπει στη Γερμανία . Πίσω από αυτούς όμως είναι μια γενιά που η πλειοψηφία της πέρασε μια πολύ δύσκολη ζωή. Η αόρατη γενιά. Και συχνά βουβή».262
« Άργησα να γράψω. Στην αρχή, όταν καθόμουν μπροστά στο χαρτί, οι λέξεις πετούσαν σ’ έναν κόσμο απ’ όπου ήταν αδύνατο να τις ανασύρω. Κάποια μνήμη μπλόκαρε τις λέξεις». Σελ. 325
« Θα μπορούσε να είναι ήρωας του Κούντερα, ε;»
Ο Λουκάς το είχε πει με μελαγχολία.
« Ναι, θα μπορούσε, αλλά δίχως χιούμορ. Όλα προς το πιο τραγικό». Σελ.342
« Κι έπειτα ο Παύλος έβγαλε το κινητό του και τους έδειξε τρεις φωτογραφίες. Και τους είπε τρεις ιστορίες. Τρεις ιστορίες με ίδιο τέλος». Σελ.405
( Μαρλένα Πολιτοπούλου -Η Πηνελόπη των τρένων
Εκδόσεις Μεταίχμιο)