Celeste NG «Μικρές φωτιές παντού» κριτική βιβλίου

Written by

Celeste NG Μικρές φωτιές παντού κριτική βιβλίου Άγγελα Μάντζιου

Το βιβλίο αφιερώνεται από την συγγραφέα «Σ’ αυτούς που ακολουθούν τον δικό τους δρόμο, ανάβοντας μικρές φωτιές».
Με μια φωτιά που καίει ένα σπίτι ξεκινάει η αφήγηση. Αυτό το ρεαλιστικό γεγονός, μια πυρκαγιά ενός μεσοαστικού σπιτιού, συγκεντρώνει στο σημείο αφόρμησης ένα πλήθος ανθρώπων γύρω από το οποίο πλέκονται κριτικά σχόλια και σχέσεις όσμωσης δύο διαφορετικών κόσμων. Το μυστήριο του προσώπου και του κινήτρου της πράξης του, αποκαλύπτεται σταδιακά με την ανάπτυξη και την εξέλιξη της ιστορίας.


Στο περίγραμμα διαχωρισμών των κοινωνικών τάξεων στο κοινωνικό-οικονομικό πλαίσιο μιας προσχεδιασμένης καθημερινότητας, αναδύονται νοοτροπίες, πεποιθήσεις και συμπεριφορές συγκρίσεων με τίμημα τη διάρρηξη των σταθερών οικογενειακών δεσμών και παράλληλα με στόχο την επιδίωξη συγκλίσεων σε μια προοπτική αλληλοκατανόησης, συμβίωσης και συνύπαρξης που ακυρώνεται από τις περιστάσεις και τις κοινωνικές συνθήκες.


Η καθημερινότητα της συνάντησης- αντιπαράθεσης γενεών, κοινωνικών ομάδων- τάξεων, οικογενειών σε διάφορα σχήματα, καθώς και επιλογές ζωής των επιμέρους μικροομάδων της ιστορίας, συμπλέκονται σε συνδυασμούς σχέσεων- κοινωνικών, επαγγελματικών, φιλικών, ερωτικών- διεκδικώντας αναγνώριση, υποστήριξη, ένταξη, ταυτότητα.


Οικογένεια, σχέσεις, τρόπος ζωής, μια υπόθεση υιοθεσίας, δικαστικοί αγώνες, διασκέδαση, διακοπές, περιπλανήσεις και ταξίδια, μόρφωση, σπουδές, εφημερίδες, μουσική, πόλεις, συμπεριφορές ενηλίκων και εφήβων, μητρότητα, αγώνας επιβίωσης, τέχνη και ταξικότητα, κοινωνικές και οικονομικές διακρίσεις, δίνουν το στίγμα των κύκλων θεώρησης και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα των χαρακτήρων του μυθιστορήματος.
Στις πολιτείες της περιφέρειας της Αμερικάνικης επαρχίας κινούνται τα πρόσωπα. Η ανάπτυξη των ιστοριών γίνεται σε κύκλους αναδρομών με παρεμβολές συμπυκνωμένων περιστατικών- περιπτώσεων γύρω από τα κεντρικά πρόσωπα. Στον πυρήνα της ιστορίας, στο παράδειγμα μιας οικογένειας και της αντίδρασης των μελών της και πίσω από το λαμπερό περίβλημα της μεσοαστικής τάξης στο προάστιο του Κλίβελαντ, στο Σέικερ Χάιτς, κρύβονται κανόνες, μυστικά και προδοσίες, συμπεριφορές ανήθικες και ρατσιστικές, έριδες και πάθη.


Η ιδιοκτησία, τα χρήματα, ασχολίες και επαγγέλματα, φτώχεια και πλούτος, αξιοπρέπεια και ηθική, συστήματα σκέψεων, δικαιοσύνη και ηθικά διλήμματα, συμπτώσεις και επιλογές, αναδύονται ως θέματα προβληματισμού και εξέτασης από διαφορετικές οπτικές και από διαφορετικές κατηγορίες ανθρώπων εγκλωβισμένων και παράλληλα ανοιχτών στην πρόκληση της ελευθερίας, του αγνώστου, του διαφορετικού τρόπου ζωής, που γοητεύει, συμφιλιώνει, φοβίζει, απαξιώνει και αποξενώνει τα μέλη μιας κοινωνίας.


Σχόλια και απόψεις, συζητήσεις και αντιδράσεις, διδαχές και νουθεσίες, αιτιολογίες και επεξηγήσεις και ένας συγχρονισμός επικαιρότητας και παράθεσης ιστορικών στοιχείων, δίνουν στα γεγονότα μια αληθοφάνεια και αλλού αφήνουν ασαφείς προεκτάσεις, σκιάζοντας το πλαίσιο προβληματισμού σχετικά με την δίκαιη απόφαση και τη σωστή συμπεριφορά, σε ένα κοινωνικό τοπίο ρευστό και μεταβαλλόμενο, σε έναν κόσμο απρόβλεπτο, ασταθή και άνισο.


Γραμμένο με τους κανόνες της δημιουργικής γραφής-με τις αντίστοιχες ευχαριστίες- χωρίς λογοτεχνικό βάθος και με επίπεδη αφήγηση, χωρίς χιούμορ και σπιρτάδα, το μυθιστόρημα δίνει την εντύπωση ενός κώδικα οδηγού με ηθικά διδάγματα που αιωρούνται πίσω από την κριτική που ασκείται κάπως άτεχνα, παρά την εντύπωση ανησυχίας σε επιμέρους σημεία.

Μικρές φωτιές παντού

Celeste NG
Μικρές φωτιές παντού
Μετάφραση: Ρίτα Κολαΐτη
Εκδόσεις Μεταίχμιο

«Στις ρεκλάμες απεικόνιζαν τούτο το μέρος ανάμεσα στα σύννεφα, να δεσπόζει πάνω από τη ρυπαρή πόλη του Κλίβελαντ από μια βουνοκορφή στις παρυφές ενός ουράνιου τόξου. Η τελειότητα: αυτός ήταν ο στόχος, και ίσως οι Σέικερ τον πίστευαν τόσο έντονα, που τελικά διαπότισε το ίδιο το έδαφος, προσδίδοντας σε όσους μεγάλωναν εκεί μια κλίση προς την αριστεία και μια βαθειά απέχθεια προς τα ελαττώματα». Σελ.42


«Έπρεπε λοιπόν να καεί το παλιό για να αναδυθεί το καινούργιο; Το χαλί κάτω από τα πόδια της ήταν απαλό. Ο καναπές είχε μοτίβο με τριαντάφυλλα. Έξω, ένα θλιμμένο περιστέρι γουργούριζε στην ταΐστρα και μια επιβλητική Cadillac σταμάτησε στη γωνία. Κι εκείνη αναρωτήθηκε ποιος απ’ τους δυο κόσμους ήταν ο πραγματικός ». Σελ. 238


« Για πρώτη φορά, η καρδιά της ράγισε στην ιδέα ότι το παιδί της ήταν ολομόναχο στον κόσμο. (…). Αυτό το παιδί που το θεωρούσε το ακριβώς αντίθετό της αλλά που, κατά βάθος, είχε κληρονομήσει, κουβαλούσε και διαφύλαγε εκείνη τη σπίθα που η μητέρα του είχε θάψει προ πολλού, εκείνη την ίδια φλογερή βεβαιότητα ότι μπορούσε να διακρίνει το καλό απ’ το κακό». (…). Θα αφιέρωνε μήνες, χρόνια, το υπόλοιπο της ζωής της ψάχνοντας την κόρη της, κοιτάζοντας διερευνητικά τα πρόσωπα όλων των νεαρών γυναικών που θα συναντούσε για όσο καιρό χρειαζόταν, προσπαθώντας να βρει μια οικεία σπίθα στα πρόσωπα αγνώστων». Σελ. 485-486


«Γιατί η μαμά σου δεν έχει μια κανονική δουλειά;» ρώτησε ένα απόγευμα την Περλ.(…) Η Περλ τον κοίταξε επίμονα , συνοφρυωμένη, σαν να μην κατάλαβε την ερώτηση. «Μα έχει δουλειά» είπε. Είναι καλλιτέχνις». Σελ.44


« Του έριξε ένα άγριο βλέμμα, δολοφονικό, και ο Μούντι είδε ότι τα μάτια της, που τα νόμιζε καστανοπράσινα, ήταν στην πραγματικότητα βαθυπράσινα στο χρώμα του νεφρίτη. Και ξάφνου, τότε ακριβώς, ο Μούντι κατάλαβε απολύτως τι συνέβη εκείνο το πρωινό: η ζωή του χωρίστηκε στο πριν και στο μετά, κι αυτός θα σύγκρινε πάντα αυτά τα δύο». Σελ. 40


«Όταν είσαι γονιός, το παιδί σου δεν είναι απλά κάποιος άνθρωπος: είναι ένας τόπος, ένα είδος Νάρνια, ένας αχανής αιώνιος τόπος όπου συνυπάρχουν το παρόν που ζεις, το παρελθόν που θυμάσαι και το μέλλον που προσδοκάς. Το βλέπεις κάθε φορά που το κοιτάζεις: πάνω στο πρόσωπό του, σαν αλλεπάλληλες στιβάδες, το μωρό που ήταν, το παιδί που μεγαλώνει και τον ενήλικα που θα γίνει, κι όλα αυτά ταυτόχρονα, σαν μια τρισδιάστατη εικόνα. Σου φέρνει ζάλη. Είναι ένας τόπος όπου μπορείς να καταφύγεις, αν ξέρεις πώς να φτάσεις σ’ αυτόν. Και κάθε φορά που το αφήνεις, κάθε φορά που το παιδί σου βγαίνει απ’ το οπτικό σου πεδίο, φοβάσαι μήπως δεν μπορέσεις ποτέ να επιστρέψεις σε τούτο τον τόπο ». Σελ. 184-185

«Οι πάντες στο Σέικερ Χάιτς γι’ αυτό μιλούσαν φέτος το καλοκαίρι: πως η Ίζαμπελ, το στερνοπαίδι των Ρίτσαρντσον, έχασε τα λογικά της κι έβαλε φωτιά στο σπίτι». Σελ.11

cityculture.gr / Μικρές φωτιές παντού / κριτική βιβλίου / Άγγελα Μάντζιου