Μικρές ιστορίες

Written by

Περπατούσε κοιτώντας τον δρόμο που ανοίγονταν μπροστά της. Μόνο μακριά στο ξέφωτο ακούγονταν τραγούδια, φωνές και γέλια από το γνώριμο στέκι. Είχαν αρχίσει από νωρίς οι προετοιμασίες της γιορτής, όπως κάθε χρόνο. Τριγύρω σιωπή, πλημμυρισμένη με τα χρώματα του ουρανού. Τούτα τα χρώματα φάνταζαν αφετηρία, για να γραφτεί απ’ την αρχή η ιστορία του κόσμου. Είτε φάνταζαν, είτε ήταν.

Οι μικρές ώρες κάθε σούρουπου γίνονταν τέλειες γι’ αυτούς που ετοίμαζαν την γιορτή κι ατελείς για όσους κοιτούσαν από μακριά το ξέφωτο. Κοίταξε το ρολόι της κι άρχισε ν’ ανοίγει ολοένα και περισσότερο το βήμα της, ώσπου την σταμάτησε μια γνώριμη φωνή πίσω της..

– Δεν χρειάζεται να βιάζεσαι!

– Φοβάμαι πως δεν θα προλάβω πριν δύσει ο ήλιος, αποκρίθηκε με το πιο γλυκό της χαμόγελο.

Ένα μεγάλο τραπέζι είχε στηθεί στον πλακόστρωτο δρόμο. Τα φαναράκια ετοιμάστηκαν για να φωτίσουν μέχρι εκεί, όπου ξεκινούσε η θάλασσα .Στο τέλος του δρόμου παιδιά κάθε ηλικίας έπαιζαν σκορπώντας χαρά. και το φεγγάρι ολόγιομο ξεκίνησε ν’ ανεβαίνει για να συμπληρώσει το σκηνικό γύρω τους.

– Αν περπατάς πιο αργά, φτάνεις πιο γρήγορα, της αποκρίθηκε, βοηθώντας την με τα πράγματα που κρατούσε.

– Σ’ ευχαριστώ.

Κι είχε δίκιο, εάν δεν άλλαζε χρώμα η θάλασσα δεν έλεγε να νυχτώσει. Ένα παγωμένο αεράκι ρυτίδωσε μονομιάς τα πάντα, κάνοντας τα μάτια της να δακρύσουν. Κι ύστερα συνέχισε στον ίδιο τόνο και με το ίδιο χαμόγελο που για μέρες διατηρούσε. Σηκώνοντας το βλέμμα της, συνειδητοποίησε πως είχαν κιόλας φτάσει.

– Καλώς τους!! Καλώς ήρθατε. Ακούστηκαν από τους ανθρώπους που είχαν ήδη ξεκινήσει την γιορτή.

– Καλώς σας βρήκαμε, έγνεψε θετικά ο Μάρκος, ρίχνοντας την όμορφη, κλεφτή ματιά του στην Έλλη, καθώς συνέχισε να την βοηθά με τα πράγματα και συμπλήρωσε..: Δεν μπορούσαμε ν’ απουσιάζουμε φέτος! Καλή μας βραδιά.

Η Έλλη, σταμάτησε να σκέφτεται. Μάζεψε σε μια γωνιά όλα τα μικρά παιδιά, κράτησε στην αγκαλιά τις τα μικρότερα και ξεκίνησε να τους διαβάζει ιστορίες, απ’ αυτές που οι μεγάλοι δύσκολα κατανοούν. Το γλέντι συνεχίστηκε, μέχρι το ξημέρωμα, ώσπου η πιο αναπάντεχη, δυνατή στιγμή, που κανένας τους δεν περίμενε, ήρθε για να τους εκπλήξει. Είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι αλλάζουν όπως και οι εποχές, μα οι αξίες τους είναι εκείνες που διατηρούν τα χαρακτηριστικά τους, ως την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα σε κάθε χειμώνα, καλοκαίρι, φθινόπωρο και άνοιξη που κουβαλούν.

Γράφει η Λένα Τόττα (απόσπασμα από ανέκδοτο βιβλίο).