Ναπολεοντία του Ανδρέα Στάϊκου *κριτική Άγγελα Μάντζιου

Written by

Την παράσταση «Ναπολεοντία» παρακολουθήσαμε, στο πλαίσιο του θεσμού των  «Μερκουρείων» του Δήμου Συκεών  Θεσσαλονίκης, από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ιωαννίνων. Μία παράσταση που κινείται στο ρυθμό ενός βαλς-χορού προς εκμάθηση υπό την διδασκαλία ενός Βαυαρού αξιωματικού-στο παράδειγμα μιας οικογένειας  της μεσαίας τάξης και των λαϊκών προσώπων που την συνεπικουρούν. Ιλαρές καταστάσεις, σάτιρα ηθών, κριτική  του μιμητισμού και απάτη υπερβολών, στη μορφή μιας αίτησης και στην καταγραφή  των απομνημονευμάτω ν,  στην κλίμακα της μικροϊστορίας και στην εποχή της Βαυαροκρατίας, δίνουν το στίγμα του έργου. Ερωτικές προσδοκίες, μια υποψία προδοσίας , η οποία αποδεικνύεται πράξη αντίστασης,  προς το τέλος του έργου, στο πρόσωπο του αξιωματικού που διδάσκει στις κυρίες τα βήματα του βαλς, αποτελούν  τον καμβά αυτού του έργου που αναπτύσσει νοήματα κριτικής καταγραφής. Αντιφατικότητα  μιμητισμού και  αντίδρασης, φιλοσοφική λαϊκότητα  παθητικής αντίστασης –και οι Βαυαροί θα περάσουν-Ιστορικό παρελθόν  που χρησιμοποιείται προς ίδιον όφελος από τρίτους, μια αφέλεια καταδεκτικότητας  των Δυτικών τρόπων , μια σθεναρή απόρριψη των καταγωγικών προτύπων, όπως αποτυπώνονται στην ενδυμασία και στη χρήση του λόγου, στη γενικότητα της πλαστογράφησης- επινοητικής εξεύρεσης  ενός νέου  ονόματος, στο όνειρο της συναινετικής επιβίωσης.

Αυτή την ατμόσφαιρα κατέγραψαν  με ειλικρίνεια οι ηθοποιοί  της  λαϊκής αυτής παράστασης, με  την αύρα μιας επικαιρότητας στους νοηματικούς κειμενικούς  άξονες. Φιλότιμες προσπάθειες απεικόνισης των ηθών, ενός όχι πολύ ολοκληρωμένου νοηματικά  κειμένου, ωστόσο με θεατρική ροή και με αίσθηση κωμικότητας σε επιμέρους σημεία,  που ανέδειξε και η χρήση της καθαρεύουσας.Σκηνοθετικά αξιοποίηση της ροής του έργου με φυσικότητα και εισαγωγή  στοιχείωνκαι από άλλα θεατρικά είδη, με ενδιαφέρουσα κίνηση, σε ένα συνολικό αποτέλεσμα θεατρικής αποτύπωσης της «χοροδιδασκαλίας» των ηθών στην εποχή του βαλς.

Ευέλικτα σκηνικά στην σχηματική  εικονοπλασία  του αστικού σπιτιού και του ξεραμένου κήπου, κοστούμια, ενδεικτικά της εποχής της Βαυαροκρατίας ,  σε συνδυαστική εκδοχή του παραδοσιακού και μοντέρνου ενδύματος, έδωσαν στην παράσταση καλαισθησία και την απαιτούμενη ελαφριά χάρη, που ανέδειξαν και οι φωτισμοί. Η μουσική αν και κυρίαρχο στοιχείο αναφοράς,  στην εξελικτική ροή του έργου, ήταν κάπως υποτονική και χωρίς αέρα επιβολής ενός απτού στίγματος. Ο χορός του βαλς αποτυπώθηκε,  με τα αδέξια στην αρχή  βήματα της εκμάθησης  από τις κυρίες και δεσποινίδες της καλής κοινωνίας και από τα λαϊκά πρόσωπα, σε μια αυξανούμενη  αντιφατικότητα αποδοχής- απόρριψης ως καινοφανές στοιχείο ταυτότητας. Αναζήτηση ταυτότητας  σ’ έναν στροβιλισμό που συνεχίζεται,  σε συμβολικές προεκτάσεις.

«…Ο ξένος κάποια στιγμή θα φύγει, το θυμάρι θα μείνει».

ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ιωαννίνων

«ΝΑΠΟΛΕΟΝΤΙΑ»

του Ανδρέα Στάϊκου

Σκηνοθεσία: Γιώργος Μπακόλας

Σκηνικά – κοστούμια: Αγγελική – Βασιλική Σιδέρη

Μουσική: Δημήτρης Θεοχάρης

Χορογραφίες: Τάσος Κεχαγιάς

Φωτισμοί: Βαγγέλης  Νέτης

Τους ρόλους του έργου ερμηνεύουν οι ηθοποιοί:

Γιολάντα Καπέρδα (Πολυτίμη)

Μαρία Κατσουλίδη (Ναπολεοντία)

Βασίλης Σιάφης (Γιαννόπουλος)

Αθηνά Τσικνιά (Μαρούλα)

Γιώργος Φλώρος ( Χαλδούπης- Βελισσαρόπουλος)