“Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες” – στο ΚΘΒΕ *κριτική

Written by

Το κλασικό μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν “Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες” είναι η πρόταση του Κ.Θ.Β.Ε. για τα παιδιά τη φετινή χρονιά.  Η παράσταση, που θα παρουσιαστεί σε συνέχειες μέσα στην ίδια σεζόν, ανεβαίνει σε σκηνοθεσία της Τατιάνας Μύρκου. Λίγο πριν το β’ μέρος (που θα ξεκινήσει στις 18 Ιανουαρίου) παρακολουθήσαμε την παράσταση σ’ ένα κατάμεστο Βασιλικό θέατρο, όπου δεν έπεφτε καρφίτσα.

Την σύλληψη της ιδέας αυτής της παράστασης είχε ο Στέλιος Χατζηαδαμίδης, ο οποίος έκανε και την θεατρική διασκευή. Δυστυχώς, το κείμενο ήταν μάλλον ακατάλληλο για παράσταση για παιδιά. Του έλειπε το χιούμορ, ήταν πιο διδακτικό απ’ όσο θα έπρεπε (περί ευγνωμοσύνης, σοφίας κλπ), ήταν πολύ αργό και επίμονο σε κάποια σημεία, γενικώς έδινε την εντύπωση ότι ήταν μια δουλειά – αγγαρεία κι όχι μια δουλειά που γίνεται με ευχαρίστηση. Προσπερνώντας την σκηνή με τον πύργο του Άιφελ , δεν μπορώ να μην σχολιάσω την παρέκβαση με τον Κωνσταντίνο Καβάφη. Εντάξει, μίλησε για το ταξίδι. Όπως μίλησε και για ένα εκατομμύριο άλλα πράγματα. Το σημείο αυτό ήταν αφενός ένα τελείως ξένο σώμα σε σχέση με την υπόλοιπη παράσταση, κι αφετέρου μη κατανοητό για τα παιδιά κι επομένως κάπως “δήθεν”. Πολύ mix and match γενικώς. Την δραματουργική επεξεργασία έχει αναλάβει ο Χάρης Πεχλιβανίδης.

Μ’ ένα τέτοιο δύσκολο και βαρετό κείμενο (όπως άλλωστε είναι και το μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν κατά τις πρώτες σελίδες) η Τατιάνα Μύρκου προσπάθησε να βγάλει ό,τι καλύτερο μπορούσε από τις ενέργειες και τη διαθεσιμότητα των ηθοποιών της. Ωστόσο, ούτε κι εκείνη κατάφερε ν’ αναδείξει κάποια κωμικά στοιχεία του έργου. Ακόμη κι ό,τι θα μπορούσε να προκαλέσει γέλιο, δεν εκμεταλλεύονταν ως τέτοιο π.χ. στο γραφείο ευρέσεως εργασίας το κινησιολογικό με τον “μονοκόμματο” μπάτλερ που δεν έφευγε, ή με τον παπαγάλο στο πλοίο. Η κινησιολογική ή λεκτική επανάληψη και τα μοτίβα πιστεύω ότι θα βοηθούσαν πολύ. Ωστόσο, υπήρχαν και στιγμές που δημιουργούνταν μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα όπως στην Αλεξάνδρεια. Οι χορογραφίες της Ιωάννας Μήτσικα κλασικές, με την καλή έννοια.

Εξαιρετικά τα σκηνικά και τα κοστούμια της Κατερίνας Παπαγεωργίου. Η εικόνα της παράστασης ήταν αυτή που πιστεύω ότι “κράτησε” τα παιδιά. Καταπληκτική η ιδέα με τα παράθυρα. Η μουσική, που επιμελήθηκε ο Φώτης Σιώτας, έκανε πολύ δυναμική έναρξη και περιμέναμε να ακολουθήσει κάτι πέρα από την πεπατημένη, όμως αυτό δεν συνέβη. Πολύ θετική εντύπωση μου έκανε το video  του Γιάννη Σανιώτη , που θύμιζε παλιές καρτ ποστάλ. Σύγχρονο και παλιό μαζί. Οι φωτισμοί της Στέλλας Κάλτσου, με εξαίρεση τη σκηνή στην Αλεξάνδρεια, δεν έπαιξαν κάποιον ιδιαίτερο ρόλο.

Το σύνολο των δεκαπέντε ηθοποιών της παράστασης (Μαριάνα Αβραμάκη, Μαίρη Ανδρέου, Αλέξανδρος Ζαφειριάδης, Δάφνη Κιουρκτσόγλου, Βασίλης Λιάκος, Πέλλα Μακροδημήτρη, Μιχάλης Μιχαλακίδης, Άγγελος Νεράντζης, Τίμος Παπαδόπουλος, Θανάσης Ρέστας, Γιάννης Σαμψαλάκης, Αλκιβιάδης Σπυρόπουλος, Χρύσα Τουμανίδου, Μάρα Τσικάρα και Αγγελική Χατζή) ικανοποιητικό σε γενικές γραμμές, αλλά πλην ελαχίστων εξαιρέσεων (π.χ. οι “Ιάπωνες” Σαμψαλάκης και Σπυρόπουλος), οι υπόλοιποι άφησαν ανεκμετάλλευτες ευκαιρίες.

Καταλήγοντας, το πρόβλημα της παράστασης είναι από τη μια το κείμενο κι από την άλλη ότι δεν υπάρχουν κορυφώσεις, εκρήξεις και χιούμορ. Κινείται σε μια ευθεία γραμμή. Μια παράσταση που βασίζεται σ’ ένα λογοτεχνικό κείμενο πρέπει μάλλον να το ζωντανεύει (ειδικά αν πρόκειται για παιδιά) .  Πρέπει, ωστοσο να αναφέρω ότι σε σχεδόν δύο ώρες παράσταση τα παιδιά ήταν σχετικά ήσυχα και μάλλον τους άρεσε. Θέλω να πιστεύω – κι έτσι ακούστηκε- ότι το β’ μέρος θα είναι καλύτερο. Αναμένουμε.

 

Σημείωση: Μετά το τέλος της παράστασης οι ηθοποιοί εμφανίστηκαν ξανά επί σκηνής καλώντας τους θεατές, μέσα από τα  λόγια του Δον Κιχώτη και του Σάντσο Πάντσα βγαλμένα από το έργο του Μιχαήλ Μπουλγάκοφ, να συμπαρασταθούν και να κατανοήσουν τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκονται οι εργαζόμενοι του ΚΘΒΕ λόγω των οικονομικών προβλημάτων του οργανισμού.

Με μία ουτοπία προσπαθούν να χτίσουν μια πραγματικότητα.