“Ο κουλοχέρης του Σποκέιν” – θέατρο Αυλαία *β κριτική

Written by

Η αλήθεια είναι πως σχεδόν προσπαθούσα να αποφύγω να γράψω τη γνώμη μου για αυτήν την παράσταση. Τον “Κουλοχέρη του Σπόκειν” που παρακολούθησα στο θέατρο Αυλαία, χθες βράδυ στην πρεμιέρα, μαζί με ένα κοινό που γέμισε την πλατεία του θεάτρου.

Αν και πήγα με πολλή όρεξη και ενδιαφέρον να παρακολουθήσω την παράσταση, δυστυχώς από την αρχή ακόμα απογοητεύτηκα. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής αυτό που σκεφτόμουνα είναι ότι ίσως θα ήταν πολύ καλύτερα αν πήγαινα να δω την παράσταση του εργαστηρίου του δήμου Θέρμης, ή οποιασδήποτε ερασιτεχνικής ομάδας.

Τι να πω; Για τις ερμηνείες; Ο Τάκης Σπυριδάκης, στον οποίο στήριζα πολλά, αφενός δεν είχε καθαρή άρθρωση κι έτσι χάναμε αρκετά από τα λεγόμενα κι από την άλλη ήταν υπερβολικά αμήχανος πράγμα που τον οδηγούσε στο να κάνει υπερβολικές κινήσεις. Επιφανειακότητα και πρόχειρη δουλειά από τους Ντάνη Γιαννακοπούλου και Σαμουήλ Ακίνολα. Τηλεοπτικό παίξιμο; Παρωδία; Το σίγουρο είναι πως ο σκηνοθέτης τους, ο Νίκος Χανιωτάκης, δεν τους καθοδήγησε καθόλου σωστά. Για τον εαυτό του βέβαια, εκείνος κράτησε τον πολύ ενδιαφέροντα ρόλο του θυρωρού και μερικές φορές, θα μπορούσε να πει κανείς, πως σ’ αυτόν περισσότερο απ’ όλους φαινόταν υποκριτικές δυνατότες εξέλιξης.

Ως σκηνοθέτης όμως, θεωρώ πως είναι απαράδεκτος – τουλάχιστον σ’ αυτήν την συγκεκριμένη παράσταση. Κατά τη διάρκεια του έργου αναρωτιόμουν αν αυτοί οι άνθρωποι έχουν κάνει καθόλου πρόβες ή απλώς και μόνο μάθανε λόγια και τις θέσεις τους στο χώρο. Πραγματικά αναρωτιέμαι. Όσο για την ιστορία με το θυρωρό και τη μαϊμού του, ναι ήταν το καλύτερο σημείο της παράστασης, αλλά ήταν από  “άλλο έργο”, ήταν σκηνοθετικά αδικαιολόγητο.

Το κείμενο του Μάρτιν Μακ Ντόνα, για τον οποίο πολύς λόγος γίνεται τελευταία, θα μπορούσε να είναι λίγο πιο σύντομο και σαφές, είχε μερικά αρκετά ωραία σημεία, ήταν κάπως σουρεαλιστικό επίσης, ακροβατούσε ανάμεσα στο παραδοσιακό και το σύγχρονο θέατρο αλλά δεν θα μπορούσα με τίποτα να πω ότι είναι ο αγαπημένος μου. Much ado about nothing, αυτό συμβαίνει στα έργα του. Την μετάφραση του έργου έκανε επίσης ο Νίκος Χανιωτάκης. Τα σκηνικά – όπως θα τα περίμενε κανείς, πολύ λειτουργικά – της Μαντώς Ψυχουντάκη, ενώ τα επίσης ταιριαστά κοστούμια επιμελήθηκαν οι Αλεξία-Γκλόρια Σαπέρα και Κέλλυ Νικολάου. Ο Γεράσιμος Σκαφίδας ήταν βοηθός σκηνοθέτη (σε τι;). Το μακιγιάζ ήταν την Ελένης Χανιωτάκη ενώ τα ηχητικά εφέ που ποτέ δεν ακούσαμε, εκτός κι αν πιάνονται οι σειρήνες του περιπολικού και το τηλέφωνο, είναι του Παναγιώτη Κυριακού, που επιμελήθηκε και την αφίσα.

Εν κατακλείδι, είναι μια παράσταση που δεν ξέρεις πώς να αντιδράσεις. Γελάς από αμηχανία μάλλον. Αποφεύγεις να γράψεις γι’ αυτήν, σκέφτεσαι ότι ήσουν υπερβολικά αυστηρή με το προηγούμενο άρθρο που έγραψες (βλ. Ο Μουνής) κι άλλα τέτοια…