Performance «FAKE TIME» (κριτική)

Written by

30 performers, 42 δωμάτια, 7 όροφοι, στο ξενοδοχείο Άριστον της Θεσσαλονίκης σε μια θεατρική παράσταση που αποτυπώνει, σχεδόν χωρίς κείμενο,την υπερβολή της αποδόμησης και συναντά το θεατή σε διαφορετική χρονική στιγμή της «δράσης».

Βροχερό βράδυ κυριακής, πολλοί θεατές στο σαλόνι του ξενοδοχείου συμπληρώνουν ερωτηματολόγια συζητώντας χαμηλόφωνα ή δυνατά, τα σχετικά με τις 30 ερωτήσεις, μουσικές συνοδεύουν τη σκέψη στην κατασκευή ενός διαγράμματος, μια στιγμή σιωπής, εσωτερικότητας και οι ηθοποιοί καλούν τους θεατές σε μικρές ομάδες να παρακολουθήσουν μια παράξενη, πρωτότυπη παράσταση συμβόλων, ανιχνεύοντας στον διακοσμημένο, με διαφορετικό στυλ, χώρο των δωματίων τη φθορά του χρόνου που είναι παρών χωρίς αναφορές στη χρονική στιγμή των ρολογιών. Πολλές «πραγματικότητες» συγκλίνουν στο εδώ και το τώρα μιας παρακμής. Η πραγματικότητα του εγκαταλελειμμένου ξενοδοχείου και το παρελθόν που υπονοείται, αυτή της θεατρικής σύμβασης που εξυπηρετείται από τους ηθοποιούς, χορευτές, μουσικούς και τέλος αυτή των θεατών της τυχαίας συνάντησης στη θεατρική θεραπεία (συνάντηση μιας ραπτομηχανής και μιας ομπρέλας στο ανατομικό τραπέζι της λογοτεχνίας) σε διαφορετική κάθε φορά φάση.

Το ψυχιατρείο και οικείες φωνές και χειρονομίες, το τσίρκο και ο πλουραλισμός των χρωμάτων, οι μικρές βαλίτσες και τα παλιά παπούτσια, το κελί και οι διαστρεβλωμένοι ήχοι της αστυνομίας, το εξομολογητικό « ήθελα να γίνω ποιητής», η γυάλα- δωμάτιο με τα χρυσόψαρα, το πίσω δωμάτιο με τα μαξιλάρια, το δωμάτιο με τα παλιά κρεββάτια στη σειρά και πάνω τους ξεχαρβαλωμένα αναπηρικά αμαξίδια,το μαγεμένο δάσος, το δέντρο με τα δολλάρια(Fake time), μια τραμπάλα που σε σηκώνει ψηλά και βλέπεις τους θεατές και τη νεαρή γάτα που μπερδεύεται στο άγγιγμα και στο χάδι στο σκοτεινό χώρο που φωτίζουν κεριά και τρεμοπαίζουν στο ρεύμα του αέρα αφήνοντας στο χώρο μια αλλόκοτη αύρα. Δωμάτια άδεια που εισχωρεί η περιέργεια του θεατή, έπιπλα μιας άλλης εποχής, μια σταματημένη ανάσα σε ένα παιδικό ροζ δωμάτιο, το δωμάτιο του πουλιού, το δωμάτιο αιδοίο, σκηνές στο μπουντουάρ, ατμόσφαιρα αριστοκρατικής γεύσης κάδρα, κλασσική μουσική, φορέματα, γέλια και βογγητά πρωτογενών απολαύσεων, το δωμάτιο της ζωγραφικής και φιλοσοφικές προεκτάσεις στο κρεββάτι με ουρανό άλλης εποχής. Ερωτήσεις στις οποίες καλείται –ενθαρρύνεται να απαντήσει ο θεατής, διάλογοι, χαμόγελα ανταπόκριση στη μαγεία που έχει το να υποδύεσαι ρόλους. Μονόλογοι ηθοποιών, βλέμματα θεατών, ανταπόκριση,φιλοσοφικές σκέψεις και διακηρύξεις, στιγμές θεατρικής σαγήνης μέσα στη φθορά και την εγκατάλειψη, κωμικότητα του μη κωμικού. Στον τρίτο όροφο φράσεις όπως «όλο το αύριο νιώθεις να ακουμπά επάνω σου», «χρέος μας είναι να αναγνωρίσουμε τα σύνορα του ανθρώπου», «είμαι η νύχτα που την τρώει το φως», «να είσαι πάντα ανυπόμονος», μιλούν αναρίθμητοι πρόγονοι από το στόμα σου», μπερδεύονται με ουρλιαχτά, γέλια, ακουστικές ξεναγήσεις άλλων ορόφων. Και ανεβοκατεβαίνεις.

Ναι, δεν υπάρχει κείμενο στην παράσταση αυτή, όπως έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε θέατρο, δεν υπάρχουν ανεπτυγμένοι ρόλοι και δράση. Όμως μια υποψία παρακμής και θραυσμάτων μιας πυκνής πραγματικότητας, φωτίζει για λίγο μια εσωτερική σκέψη και ο λεηλατημένος χώρος γίνεται θεατρική σκηνή βρώμικη και ξεπεσμένη στην πρωτότυπη σύλληψη. Όλα αλλάζουν, μετασχηματίζονται και ηχούν παράξενα στη μοντέρνα πραγματικότητα. Είναι μια πρόταση στη θολή κατεβασιά του ποταμού της ζωής που μιμείται την τεχνική της τέχνης στην απόλυτη ένταση του μαύρου μέχρι την ανάδυση του λευκού στην καθαρότητα της θεατρικής έκφρασης
.