Πυρκαγιά του 1917: το χρονικό μιας καταστροφής

Written by

Η περιγραφή της καταστροφής, η έκταση της πυρκαγιάς, ποιοι επλήγησαν, πως αντιμετώπισαν οι άνθρωποι την καταστροφή, μέσα από πηγές και μαρτυρίες, όπως παρουσιάζεται στο βιβλίο της Αλέκας Καραδήμου-Γερόλυμπου «Το χρονικό της Μεγάλης Πυρκαγιάς»

«Το χρονικό της Μεγάλης Πυρκαγιάς»

Το βιβλίο της καθηγήτριας της Αρχιτεκτονικής Σχολής του ΑΠΘ κυρίας Καραδήμου – Γερόλυμπου «Το Χρονικό της μεγάλης πυρκαγιάς» είναι μία συλλογή από αυθεντικά κείμενα και φωτογραφίες της εποχής, από πρωτογενείς δηλαδή ιστορικές πηγές, για την πυρκαγιά του 1917. Διατρέχοντας και μόνο κάποια από τα κείμενα, μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι πίσω από αυτή τη συλλογή κρύβεται επίπονη επιστημονική έρευνα για τον εντοπισμό, την ανεύρεση, την οργάνωση, την επιμέλεια και την έκδοση αυτού του αρχειακού υλικού. Έρευνα, που όπως αναφέρει η ίδια η κυρία Γερόλυμπου στην παράγραφο με τις ευχαριστίες προς τους συνεργάτες της, εκτείνεται από τη Βιβλιοθήκη του ΑΠΘ μέχρι τα κρατικά Αρχεία της Μ. Βρετανίας, από τη βιβλιοθήκη Colindale του Λονδίνου, από την Υπηρεσία Service Historique de l’ Armee de Terre στον Πύργο Vincennes στη Γαλλία, μέχρι τη βιβλιοθήκη Alliance Israilite Universelle στο Παρίσι.Clipboard-11

Τα αυθεντικά κείμενα του τόμου που αποτελούν την μαρτυρία, την πρωτογενή ιστορική πηγή, μας δίνουν πολλές πληροφορίες όπως και διάφορες όψεις της περιγραφής της καταστροφής, ανάλογα με την οπτική γωνία του γράφοντα.

Πρόκειται για τα εξής κείμενα:

  1. Αναφορά του Άγγλου Προξένου προς το Φόρειν Όφις
  2. Ανυπόγραφο χειρόγραφο με τίτλο «Η πόλη στις φλόγες» στα γαλλικά
  3. Ανταπόκριση του Δ/ντή-εκδότη της εφημερίδας Balkan News στα αγγλικά
  4. Δύο χειρόγραφες επιστολές του συγγραφέα και ιστορικού Γιοζέφ Νεχαμά, δ/ντή των σχολείων της Alliance Israelite Universelle στη Θεσσαλονίκη προς τα κεντρικά γραφεία της Alliance στο Παρίσι.
  5. Άρθρο στην εφημερίδα το Φως του Αύγουστου Θεολογίτη, δημοσιογράφου

 

Η αναφορά του Άγγλου προξένου

Πρόκειται για ένα απόσπασμα, μία μικρή παράγραφο 10 – 12 σειρών, από ένα υπηρεσιακό έγγραφο που απέστειλε ο Άγγλος Πρόξενος Wratislaw στο Foreign Office στις 2 Οκτωβρίου του 1917.

Ο συντάκτης του εγγράφου είναι ένας υπηρεσιακός παράγων, η οπτική του γωνία είναι έξω από το γεγονός και ο λόγος του είναι σύντομος, περιεκτικός, τεκμηριωμένος και αντικειμενικός.

Από αυτή την παράγραφο αντλούμε συμπυκνωμένη πληροφόρηση για τα πραγματικά γεγονότα που σχετίζονται με το ξεκίνημα της φωτιάς.  Μαθαίνουμε ότι η φωτιά ξεκίνησε από το σπίτι κάποιου λεγόμενου Σεβρέτ εφέντη, με κατοίκους Έλληνες πρόσφυγες στην οδό Ολυμπιάδος 3, όταν από αμέλεια άναψε το λάδι στο τηγάνι της νοικοκυράς, ότι η φωτιά μεταδόθηκε σε δεμάτια σανού, ότι λόγω της έλλειψης νερού και της αδιαφορίας αρχικά των γειτόνων η φωτιά επεκτάθηκε πολύ γρήγορα.

Η κρήνη Χορχόρ-Σου

Η κρήνη Χορχόρ-Σου στη συμβολή Κασσάνδρου και Ολυμπιάδος.  Πιθανολογείτει ότι από το σπίτι της φωτογραφίας ξεκίνησε η πυρκαγιά

 

Κατά δεύτερο μαθαίνουμε έμμεσα για την παρουσία των προξενείων στη Θεσσαλονίκη και για το ενδιαφέρον των συμμαχικών δυνάμεων Βρετανίας και Γαλλίας – που διατηρούσαν στρατεύματα στην πόλη στο πλαίσιο του Α’ παγκοσμίου Πολέμου – να πληροφορηθούν για τα αίτια που προκάλεσαν την πυρκαγιά.

Και κατά τρίτο μαθαίνουμε μία σημαντική πληροφορία σχετικά με τις ασφαλιστικές Εταιρίες της εποχής. Εάν κανείς συνδυάσει τα γραφόμενα στην σύντομη αναφορά του Άγγλου Προξένου προς το Foreign Office, ο οποίος επικαλείται και έγγραφο της Γαλλικής Υπηρεσίας Ασφαλείας που είχε λάβει από τον συνάδελφο του Γάλλο Πρόξενο, με άλλες ποικίλες μαρτυρίες από την πυκνή αλληλογραφία του Βρετανικού Γραφείου Εξωτερικών Υποθέσεων με άλλες ξένες Υπηρεσίες και Προξενεία, θα αντιληφθεί την αγωνία των Συμμάχων να βεβαιωθούν ότι το ξεκίνημα της φωτιάς οφειλόταν σε τυχαίο γεγονός και όχι από την παρουσία των στρατευμάτων τους στο έδαφος του Ελληνικού κράτους. Αυτό με τη σειρά του μαρτυρεί την προσπάθεια των Ασφαλιστικών Εταιριών να αποφύγουν την καταβολή αποζημιώσεων σε πληγέντες επιχειρηματίες και εργοστασιάρχες. Επιχείρησαν να επικαλεστούν τη συμφωνία της Ελληνικής με τις Συμμαχικές κυβερνήσεις, η οποία προέβλεπε ότι πιθανές ζημιές από την παρουσία των συμμαχικών στρατευμάτων στο ελληνικό έδαφος θα αποζημιώνονταν από τα κράτη.

Το βίωμα του άγνωστου μάρτυρα

Χειρόγραφο κείμενο, ανυπόγραφο, “Η πόλη στις φλόγες”, περιλαμβάνεται σε φωτογραφικό λεύκωμα. Ένα μικρό τμήμα του ίδιου κειμένου, ανυπόγραφο επίσης, δημοσιεύθηκε στο γνωστό γαλλικό περιοδικό Illustration, στο τεύχος 3888 της 8ης Σεπτεμβρίου 1917, μετά από μία εκτενέστερη ανταπόκριση από τη Θεσσαλονίκη με τίτλο La Mort de Salonique”, που υπογράφεται από τον λοχαγό Inahim JesseAscher.

Στο δεύτερο ντοκουμέντο, ένα ανυπόγραφο κείμενο με τίτλο «Η πόλη στις φλόγες», έχουμε την περιγραφή της βιωματικής εμπειρίας ενός τυχαίου ανθρώπου, ενός περαστικού, που βρέθηκε να είναι παρών στην καρδιά των τραγικών γεγονότων. Εδώ ο συντάκτης είναι ένας μέσα στο πλήθος, μέσα στο γεγονός, η οπτική του είναι περισκοπική.

Οι προσπάθειες να σβηστεί η φωτιά

Οι προσπάθειες να σβηστεί η φωτιά (από το σπάνιο φιλμ του 1917, Γιουγκοσλαβική Ταινιοθήκη (Jugoslovenska kinoteka)

Ο άνθρωπος αυτός με τη γλαφυρή και την συγκινητικά φορτισμένη συναισθηματικά γραφή του μας «ζωγραφίζει» ως πολύτιμη μαρτυρία όλη τη σκηνογραφία, όλον τον παλμό του σκηνικού που εκτυλίχτηκε εκείνες τις ώρες μέσα στην πόλη. Οι πληροφορίες άφθονες. Στον τόπο, στον χρόνο, στις καιρικές συνθήκες ο πληθυσμός της πόλης να τρέχει αλαφιασμένος να σωθεί. Οι φλόγες, τα στενά δρομάκια, τα φορτωμένα κάρα, οι μουσουλμάνες με τους φερετζέδες, οι εβραίες με τις λυμένες κορδέλες στο στήθος, οι χαμάληδες, οι νέοι, οι γέροι, οι μάνες που χάνουν τα παιδιά τους, καθώς τρέχουν ουρλιάζοντας για να σωθούν, το βιος των ανθρώπων που σκορπώντας στους δρόμους χάνεται μέσα στην καταστροφή, τα κτίρια που σωριάζονται σε ερείπια μέσα στη φωτιά, στη φλόγα, στον καπνό. Όλη η τραγωδία ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας ζωντανά μέσα από την σπαρακτική αφήγηση του μάρτυρα.

Το άρθρο του H.C. Owen

Το κείμενο έχει γραφτεί από τον H.C. Owen, εκδότη και Διευθυντή στην Αγγλόφωνη εφημερίδα Balkan News που κυκλοφορούσε στη Θεσσαλονίκη για τον Αγγλικό στρατό.

Ο H.C. Owen, που ζούσε στη Θεσσαλονίκη από τα 1916, δημοσίευσε μετά την επιστροφή του στην Αγγλία το βιβλίο Salonika and after. The sideshow that ended the war. Hodder, London 1919.

Όπως σημειώνει ο ίδιος, η εφημερίδα Balkan Νews τυπωνόταν ακόμη, ως τις 10 το βράδυ της 5ης Αυγούστου, οπότε οι εργάτες εγκατέλειψαν το τυπογραφείο για να φροντίσουν τους δικούς τους. Εντελώς κατά τύχη τα γραφεία της εφημερίδας παρέμεινα άθικτα σε μια περιοχή που κάηκε ολόκληρη. Ένας μεγάλος αριθμός φύλλων της Εφημερίδας που είχαν τυπωθεί ήδη το βράδυ του Σαββάτου, όταν η φωτιά πλησίασε δίπλα στο κτίριο, σώθηκαν και κυκλοφόρησαν αργότερα. Η ανταπόκριση του Owen, με τίτλο “Story of the Salonica Fire”, στάλθηκε τηλεγραφικά στο Λονδίνο και το ίδιο κείμενο δημοσιεύτηκε στην Balkan News, στην πρώτη, μονόφυλλη έκδοση της εφημερίδας μετά την καταστροφή, στις 9 (22) Αυγούστου του 1917.

Αυτή η μαρτυρία είναι άρθρο που έχει τη δομή και το ύφος του δημοσιογραφικού κειμένου, περιλαμβάνοντας την περιγραφή των γεγονότων, την επιτόπια και αντικειμενική πληροφόρηση του ρεπορτάζ, αλλά και την κρίση και την ανάλυση του αρθρογράφου.

Η φωτιά φτάνει στην παραλία

Η φωτιά φτάνει στην παραλία (πηγή: Χρ. Ζαφείρη -Άρη Παπατζήκα «Εν Θεσσαλονίκη 1900-1960»)

 Ο συντάκτης είναι πάνω από το γεγονός (δεν είναι τυχαίο ότι αναμεταδίδει πάνω από μια ταράτσα)· η οπτική του είναι συνολική.

Οι πληροφορίες που μας δίνει αυτό το κείμενο αφορούν στη γενική συμπεριφορά και ψυχολογική κατάσταση των πληγέντων και τον τρόπο που ο ρεπόρτερ τη βλέπει να μεταβάλλεται, όσο επεκτείνεται η καταστροφή. Ξεκινάει από τη σαστιμάρα  που μετά γίνεται πανικός, αγώνας διάσωσης και επιβίωσης, μετά θλίψη και θρήνος και στο τέλος απάθεια, παραίτηση, ατονία, παραδοχή της καταστροφής.

Εμείς ως αναγνώστες «βλέπουμε» όλη την εικόνα της πόλης, την κοσμοπολίτικη πλευρά της με τα ξενοδοχεία τα καφενεία και τα σινεμά γεμάτα κόσμο, την Εγνατία που σαν αυλάκι χωρίζει τις κάτω από τις πάνω λαϊκές γειτονιές. Και «βλέπουμε» και τον Βαρδάρη που φυσάει και μεταδίδει το κακό αδιάκριτα σε πλούσιους και σε φτωχούς, σε ντόπιους και σε ξένους, σε Έλληνες, σε Εβραίους και σε Μουσουλμάνους.

Από την μαρτυρία αυτή μαθαίνουμε ότι στην πόλη δεν υπήρχαν μέσα κατάσβεσης, παρά ελάχιστοι και πανάρχαιοι πυροσβεστήρες, όπως και ότι δεν υπήρχε νερό. Μαθαίνουμε επίσης ότι ένας σημαντικό λόγος της γρήγορης επέκτασης της φωτιάς ήταν τα στρώματα και τα στρωσίδια που εγκαταλείπονταν από τους πληγέντες στους στενούς δρόμους και που ως εύφλεκτο υλικό μετέφεραν τις φλόγες παραπέρα.

Οι επιστολές του Γιοζέφ Νεχαμά

Ο συγγραφέας και ιστορικός Γιοζέφ Νεχαμά, διευθυντής των σχολείων της Alliance

Israelite Universelle στη Θεσσαλονίκη, έστειλε προς τα κεντρικά γραφεία της Alliance στο Παρίσι δύο επιστολές. Η πρώτη, με ημερομηνία 8(21) Αυγούστου 1917, απευθύνεται στον γραμματέα Bigart και αποτελείται από 4 σελίδες γραμμένες με το χέρι κι ένα σκαρίφημα της πόλης με την καμμένη περιοχή. Ακολουθεί ένα δεύτερο γράμμα, γραμμένο την επομένη, με πιο προσωπικό χαρακτήρα, που απευθύνεται σε φιλικό του πρόσωπο. Οι επιστολές βρίσκονται στα αρχεία της Alliance Israelite Universelle στο Παρίσι, (Grece VII B27, Dossier Incendie de Salonique/έγγραφο 3918). Ο Γιοζέφ Νεχαμά (1881 – 1971) μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της Ισραηλιτικής Κοινότητας της Θεσσαλονίκης, είναι γνωστός μεταξύ άλλων για το πολύτομο έργο του «Ιστορία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης», University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2000.

Αυτά τα δύο κείμενα με την επιστολική τους μορφή μας περιγράφουν την έγνοια και την απελπισία του αποστολέα για την τραγικότητα της μετά το γεγονός κατάστασης.

Ο συντάκτης  τοποθετείται οπτική του έχει διαπιστωτικό χαρακτήρα και εστιάζει στο τι μπορεί να γίνει στο άμεσο μέλλον.

Στην πρώτη επιστολή υπάρχουν πολλές πληροφορίες για τη γενική τραγική κατάσταση μετά την πυρκαγιά, κυρίως την οικονομική. Με σπαραγμό αλλά και με ορθολογισμό ο αποστολέας πληροφορεί τους αποδέκτες της επιστολής για την ολοσχερή καταστροφή της περιουσίας της εβραϊκής κοινότητας στη Θεσσαλονίκη, για την καταστροφή των Σχολείων της κοινότητας, καθώς και για την καταστροφή των σπιτιών του Εβραϊκού πληθυσμού. Επίσης τους ενημερώνει για την τραγική έλλειψη τροφίμων και για την πείνα που έχει ενσκήψει στην πόλη, καθώς και για την προσπάθεια των στρατιωτικών συμμαχικών δυνάμεων να συνδράμουν τους πληγέντες. Προφανώς ο σκοπός αυτής της επιστολής είναι η αίτηση βοήθειας από την Εβραϊκή κοινότητα του Παρισιού.

Ό,τι απέμεινε από την καταστροφή

Ό,τι απέμεινε από την καταστροφή

Η δεύτερη επιστολή έχει προσωπικό χαρακτήρα· ο συγγραφέας την απευθύνει σε φιλικό του πρόσωπο. Εδώ η οπτική είναι στην αρχή πάνω από το γεγονός, από τον Χορτιάτη, μετά μέσα στο γεγονός, όταν ο συντάκτης πηγαίνει στην καιόμενη πόλη αλλά και μετά το γεγονός, όταν διαπιστώνει με πόνο τόσο την γενική καταστροφή, όσο και την καταστροφή της προσωπικής του περιουσίας. Συγκινεί ο πόνος και ο σπαραγμός του συγγραφέα για την καταστροφή της πνευματικής περιουσίας, της πνευματικής περιουσίας όλης της πόλης, της πνευματικής περιουσίας της Εβραϊκής κοινότητας αλλά και της πνευματικής περιουσίας του ιδίου.

Το άρθρο του Αύγουστου Θεολογίτη

Ο Αύγουστος Θεολογίτης, γνωστός δημοσιογράφος της Θεσσαλονίκης, επισκέφθηκε καταυλισμούς των πυροπαθών που οργανώθηκαν σε πολλά σημεία περιμετρικά στην πόλη και δημοσίευσε τις εντυπώσεις του στην εφημερίδα «Φως» στις 16/8/1917. Οι καταυλισμοί που λειτούργησαν με ευθύνη του Γαλλικού και Βρετανικού στρατού και της Δημαρχίας Θεσσαλονίκης, απετέλεσαν τους πρώτους πυρήνες της μεταγενέστερης οικιστικής επέκτασης. Τίτλος του άρθρου «Πως περνούν οι στεγασθέντες εις το υπό των Άγγλων ιδρυθέν στρατόπεδον. Μία νέα ολόκληρος πόλις».

Το πέμπτο κείμενο είναι η μαρτυρία του Έλληνα Θεσσαλονικιού δημοσιογράφου Αύγουστου Θεολογίτη για την κατάσταση που διαμορφώθηκε στους καταυλισμούς των πυροπαθών και για τις προσπάθειες που κατέβαλαν οι σύμμαχοι για την στέγαση και τη διατροφή τους.

Ο συντάκτης βρίσκεται μέσα στα γεγονότα που ακολούθησαν την καταστροφή.

Καταυλισμός πυροπαθών

Καταυλισμός πυροπαθών

 

 Η οπτική είναι περισκοπική καθώς μας δίνει την περιγραφή των καταυλισμών. Ο λόγος του είναι συναισθηματικός, γλαφυρός, ο συντάκτης σαν να θέλει να εκφράσει το συλλογικό συναίσθημα της απελπισίας και του θρήνου των πληγέντων αλλά και της ευγνωμοσύνης τους για την όποια βοήθεια τους παρέχεται. Στο συγκεκριμένο κείμενο ο αφηγητής, εκφράζοντας τον θαυμασμό και την ευγνωμοσύνη προς τους Βρετανούς για την έμπρακτη, άμεση και οργανωμένη συμπαράσταση τους προς στους πληγέντες, μας δίνει όλη την πληροφόρηση για τον τρόπο που οργανώθηκε από τους συμμάχους η όποια βοήθεια ήταν δυνατή μετά την καταστροφή.

Το άρθρο αποτυπώνει γλαφυρά το αίσθημα του δημοσιογράφου, τη θλίψη του για την καταστροφή και για τη μοίρα των ξεσπιτωμένων κατοίκων της πόλης, εστιάζοντας κυρίως στα παιδιά και στους γέροντες. Παράλληλα αποτυπώνεται ο τόνος του πραγματικού θαυμασμού ενός Βαλκάνιου για την τελειότητα της οργάνωσης του καταυλισμού, την καθαριότητα και την ποιότητα της βοήθειας που παρέχεται στους πληγέντες από τους Βρετανούς.

Από τη μελέτη των πέντε και μόνον κειμένων που παρουσιάστηκαν συνοπτικά αντιλαμβάνεται κανείς ότι η πυρκαγιά του Αυγούστου του 1917 που κατέστρεψε τη Θεσσαλονίκη είναι μια σημαντικότατη ιστορική στιγμή που συνέβη εν μέσω του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και συντάραξε τους κατοίκους της αλλά και τη διεθνή κοινή γνώμη. Ότι είναι ένα ορόσημο που άλλαξε ριζικά την πορεία αυτής της πόλης με τη χιλιόχρονη ιστορία και παρόλη την τραγικότητα την οδήγησε στην αναγέννηση της, κυριολεκτικά μέσα από τις στάχτες της.

cityculture.gr/ γράφει η Θάλεια Καλογήρου