Πολιτική της ακραίας βίας ή γιατί οι άνθρωποι ψηφίζουν τη Χρυσή Αυγή;[1]

Written by

Αν υπάρχει ένα δεδομένο που επιβάλλεται καταφανώς από αυτό που πλέον ονομάζουμε γενικώς «κρίση» πρόκειται για τη βία. Αναδεικνύεται σε διαφορετικά επίπεδα (παγκόσμιο, περιφερειακό και τοπικό) και εξελίσσεται σε διαφορετικές βαθμίδες (οικονομική, πολιτική, κοινωνική και ιδεολογική). Είναι επίσης διαφορετικής έντασης και μπορεί να πηγαίνει από αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε συνήθη βία σχετικά ελεγχόμενη μέχρι την ακραία βία. Ως προς αυτό η Ελλάδα παρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι το σημείο της μεγαλύτερης συμπύκνωσης της βίας της κρίσης και με αυτή την έννοια είναι το ίδιο το σύμπτωμα της κρίσης της Ευρώπης.

Η επιλογή της ακραίας βίας

Οι δείκτες της εκλογικής ανόδου της X. A. είναι γνωστοί.

Από το 1992 ως το 2010: λιγότερο από 1% σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις. Το 2010: 5% στις δημοτικές (ο Μιχαλολιάκος εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος του Δήμου Αθηναίων. Χαιρετάει ναζιστικά στο Δημοτικό Συμβούλιο). Το 2012: 6,9% στις βουλευτικές (18 νεοναζί σε ένα σύνολο 300 βουλευτών εισέρχονται στο ελληνικό Κοινοβούλιο). Το 2014 : 9,4% στις ευρωεκλογές (3 έδρες σε σύνολο 21 για την Ελλάδα). Και στις δημοτικές ο Ηλίας Κασιδιάρης, αρχηγός  των ταγμάτων εφόδου της Χ. Α. και φέροντας στον ώμο ένα τατουάζ με τον αγκυλωτό σταυρό, εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος στην Αθήνα με 16% των ψήφων. Σημειώνουμε ότι ποσοστά της τάξης του 20% μετρήθηκαν σε ορισμένα δημοτικά διαμερίσματα όπου κατοικούν μεσοαστικά στρώματα του πληθυσμού και γειτνιάζουν με περιοχές όπου κατοικούν μετανάστες.

Οι αναλυτές αναρωτήθηκαν για τις αιτίες του φαινομένου. Πράγματι, τα γεγονότα είναι ανησυχητικά.  Πώς γίνεται ένα κόμμα που δεν κρύβει την ναζιστική ιδεολογία και πρακτική του να σημειώνει τόσο εντυπωσιακά ποσοστά; Για τους ειδικούς η άνοδος της X. A. αποδίδεται σε ένα σύνολο παραγόντων οικονομικής, πολιτικής, ιστορικής και συναισθηματικής τάξης. Ας δούμε τα πράγματα εν συντομία.

Η ψήφος υπέρ της ΧΑ θεωρείται καταρχάς συνέπεια της οικονομικής κρίσης και της εξαιρετικά σκληρής πολιτικής λιτότητας που ακολουθήθηκε. Είναι γεγονός, αν θελήσουμε να συγκρατήσουμε ένα και μοναδικό δείκτη, ότι η άνοδος της ΧΑ στο εκλογικό σώμα από το 2009 ακολούθησε την καμπύλη ανόδου της ανεργίας. Μπορούμε συνεπώς να μιλήσουμε για συσχέτιση του οικονομικού και του πολιτικού φαινομένου. Πρέπει ωστόσο να σημειώσουμε μια σημαντική απόκλιση. Εξαρχής το ακροατήριο της ΧΑ αυξήθηκε πολύ περισσότερο από το ποσοστό της ανεργίας. Αυτό σημαίνει ότι άλλοι παράγοντες εκτός της ανεργίας, και σίγουρα διαφορετικοί από την προσωπική οικονομική ατομική δυσκολία, έπαιξαν ρόλο. Το αντιλαμβανόμαστε αν δούμε το προφίλ του ψηφοφόρου του κόμματος ναζί. Στις βουλευτικές του 2012 παρατηρούμε ότι παρόλο που οι μισοί από αυτούς είναι άνεργοι ή απασχολούμενοι σε επισφαλείς θέσεις εργασίας, το 20% ωστόσο είναι ιδιοκτήτες επιχείρησης και επιχειρηματίες.

Με άλλα λόγια πολιτικοί παράγοντες επηρέασαν την επιλογή των εκλογέων. Πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι στην ίδια εκλογική αναμέτρηση οι μισοί σχεδόν από τους ψηφοφόρους της ΧΑ απαντούν ότι ασπάζονται τη ναζιστική της ιδεολογία  ενώ οι άλλοι μισοί δηλώνουν ότι αδιαφορούν και μάλιστα το 15% από αυτούς θεωρούν εαυτούς πολύ μακριά από αυτή την ιδεολογία. Υπό αυτές τις συνθήκες ποιο ήταν το κίνητρο της επιλογής τους; Θα χρειαστεί εδώ να λάβουμε υπόψη τα συναισθήματα που το φιλοναζιστικό κόμμα επέτρεψε να εκφραστούν. Είναι εύκολο να διακρίνουμε την απελπισία, την πικρία και μάλιστα την εκδίκηση που οι ψηφοφόροι θέλουν να δηλώσουν ενάντια στο οικονομικό και πολιτικό σύστημα, του οποίου έχουν την αίσθηση ότι είναι τα θύματα ή εν πάση περιπτώσει οι ξεχασμένοι. Φανερώνεται επίσης σε αυτή την ψήφο το αίτημα για την επαναφορά μιας τάξης ισχυρής, αυταρχικής, σκληρά καταπιεστικής και «λαϊκής».

Πάντως, αν εξηγούν την ξαφνική και ταχύτατη άνοδο της ψήφου υπέρ της ΧΑ, θα ισχυριστούμε πως δεν λένε τίποτε για το πραγματικό της αίτιο. Πράγματι, είναι απαραίτητο να διακρίνουμε τα κίνητρα των ψηφοφόρων αλλά και τη συγκεκριμένη επιλογή που έκαναν για να τα εκφράσουν και να τα ικανοποιήσουν. Η καθεαυτό επιλογή δεν ανάγεται στο κίνητρο της. Είναι γεγονός ότι τα ίδια κίνητρα (συμφέροντα, συναισθήματα και προσδοκίες) οδήγησαν την πλειονότητα των ψηφοφόρων να ψηφίσουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Το ερώτημα λοιπόν είναι το εξής: γιατί οι συγκεκριμένοι ψηφοφόροι να επιλέξουν ακριβώς τη ΧΑ ενώ άλλα πολιτικά κόμματα εμφανίζονταν με επιχειρήματα, και μάλιστα πολύ πιο πειστικά, να είναι φορείς των ίδιων προσδοκιών που αποτέλεσαν κίνητρο για την ψήφο υπέρ της ΧΑ; Πρόκειται άραγε για τις ίδιες προσδοκίες; Ναι, εκτός από μία: την προσδοκία για βία. Είναι αυτή που συνιστά τη διαφορά. Ψηφίζοντας για το κατεξοχήν κόμμα της βίας, το μόνο που την πρεσβεύει και την ασκεί ανοιχτά, ο ψηφοφόρος της ΧΑ πριμοδοτεί τη βία. Τη ζητάει. Η βία παρεμβαίνει ως κύριο σημαίνον της πολιτικής

Το πραγματικό αίτιο αυτής της πολιτικής επιλογής είναι πλέον σαφές: πρόκειται για την αντιδημοκρατική και ρατσιστική βία. Ψηφίζουν την Χ. Α. όχι παρά την πολιτική του υπέρ της βίας, το ψηφίζουν εξαιτίας αυτής της πολιτικής. Το ψηφίζουν για αυτή τη βία. Αυτό θέλουν, αυτό ζητούν.

Μα ακόμα περισσότερο: αυτή η βία ζητείται ως βία μερικές φορές ανεξάρτητα από τους στόχους που καλείται να εξυπηρετήσει και μάλιστα ανεξάρτητα από κάθε ωφελιμιστικό στόχο. Επιζητεί να ικανοποιηθεί ως τέτοια. Συνεπάγεται ένα υποκείμενο που θα ονομάσουμε το υποκείμενο της βίας (όπως λέμε «υποκείμενο της επιστήμης» ή «υποκείμενο του πανεπιστημιακού λόγου»). Ας επισημάνουμε εδώ δύο από τις τροπικότητές του.

Ο υποκινητής της βίας : το μίσος για το «βρώμικο αντικείμενο»

Μιλήσαμε για αίτημα βίας προκειμένου να χαρακτηρίσουμε το πραγματικό αίτιο της ψήφου των εκλογέων της X. A. Όμως αυτή ακριβώς η βία δεν είναι οποιαδήποτε. Έχει συγκεκριμένο προσανατολισμό. Αφορά ένα προνομιακό αντικείμενο: το μετανάστη. « Αυτοί οι υπάνθρωποι που μας κυριεύουν και κουβαλάνε κάθε είδους αρρώστια», θα πει μιλώντας για τους μετανάστες στο Κοινοβούλιο η γυναίκα του συζύγου της X. A. Πρέπει να ξεριζωθεί η μόλυνση που μεταδίδει αυτό το καρκίνωμα στο σώμα του έθνους. « Βρώμικη δουλειά » κάθαρσης της ακαθαρσίας που το κυριεύει, όπως θα το πει ένα άλλο στέλεχος του κόμματος. « Ο Χίτλερ ήταν ένα σπουδαίο πρόσωπο, ο Στάλιν επίσης. Σε κάθε περίοδο της ιστορίας χρειάζονται κάποιοι να κάνουν τη βρώμικη δουλειά».[2]

Όμως η «βρώμικη δουλειά» δεν ξεχωρίζει από το προσωπικό που μπορεί να την πραγματοποιήσει. Τα μέλη της ΧΑ στρατολογούνται από το λούμπεν προλεταριάτο και για την ακρίβεια ανήκουν στην κατηγορία των αλητών. Έτσι ώστε, καθώς επιτίθενται σε αυτά τα αποβράσματα και υπανθρώπους που θεωρούν ότι είναι οι μετανάστες, αυτοί οι παράγοντες της εθνοκάθαρσης προχωρούν σε δική τους κάθαρση από τη βρωμιά της δικής τους κατάστασης ως αποβλήτων της ανθρωπότητας. Εξού και η ακρότητα της βίας που ασκείται στα θύματά τους. Οι αρχηγοί το λένε χωρίς περιστροφές: « Είμαστε έτοιμοι να ξανανοίξουμε τους θαλάμους αερίων»[3]. Η βρώμικη δουλειά της κάθαρσης είναι η αρχή. Παραμένει το γεγονός ότι εκείνος που χτυπάει το μετανάστη ως αντικείμενο απόρριψης της κοινωνίας βρίσκεται εκ των πραγμάτων στην ίδια θέση με εκείνον καθώς προσλαμβάνεται για κατάλληλος για την βρώμικη δουλειά. Με αυτό τον τρόπο ο μπάτσος της ΧΑ στοχεύει να καταστρέψει στον Άλλο το δικό του είναι χαμέρπειας, τη δική του παρεμφερή ουσία ως «αντικειμένου α» όπως το ορίζει ο Ζακ Λακάν.

Είναι επίσης αυτό το αντικείμενο χτυπημένο και αποκαθαρμένο επί σκηνής, που προκαλεί την επιθυμία και απόλαυση των ψηφοφόρων. Βρίσκεται στην καρδιά του αιτήματός τους για βία. Τα γεγονότα μοιάζουν και πάλι να μιλούν από μόνα τους. Αν οι μισοί από τους ψηφοφόρους της ΧΑ δηλώνουν ευθαρσώς οπαδοί της ιδεολογίας ναζί και είναι συνεπείς με την ψήφο τους, οι άλλοι μισοί που δηλώνουν ότι κρατιούνται σε απόσταση από αυτή την ιδεολογία δεν διστάζουν κατά τα άλλα να ψηφίζουν υπέρ ενός κόμματος που δολοφονεί για ένα ναι ή ένα όχι όταν του καπνίσει. Αυτό δείχνει η φρικτή δολοφονία του τραγουδιστή της ραπ Παύλου Φύσσα στις 18 Σεπτεμβρίου 2013. Δολοφονία δωρεάν, άχρηστη και πράξη καθαρής βίας.

Και όμως, παρόλα αυτά, παρά τη φρίκη της δολοφονίας που διαπράχτηκε και που έφερε στο φως τις δραστηριότητες των φονιάδων της ΧΑ, παρόλα αυτά ή μάλλον εξαιτίας όλων αυτών – έτσι πρέπει να το ερμηνεύσουμε αυστηρά- το εκλογικό ποσοστό του κόμματος απογειώθηκε σχεδόν αμέσως και αυξήθηκε κατά 2,4 ποσοστιαίες μονάδες περνώντας από το σχεδόν 7% το Ιούνιο του 2012 στο ποσοστό του 9,4% στις ευρωεκλογές του Ιουνίου του 2014, δηλαδή μόλις εννέα μήνες από τη δολοφονία Φύσσα. Πώς η επιθυμία για φόνο, ασυνείδητη ή όχι, θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρη; Πώς, μέσα από κίνητρα που δικαιολογούν στη συγκυρία της κρίσης το αίτημα βίας το πραγματικό αίτιο αυτού του αιτήματος, δηλαδή η απόλαυση της σφαγής, θα μπορούσε να εκδηλωθεί πιο άγρια;

 Το υποκείμενο της καθαρής βίας

Είναι αυτή η ίδια θέληση θα λέγαμε που όπλισε το χέρι των δολοφόνων του Παύλου Φύσσα. Δωρεάν βία που επιδέχεται πάντοτε να χειραφετηθεί από κάθε ωφελιμιστική λογική. Εμφανίζεται έτσι η άλλη όψη της πολιτικής της ακραίας βίας. Αν έχει το αίτιο της μέσα της (η βία επειδή είναι η βία) είναι επίσης μέσα της που έχει το σκοπό της (η βία για τη βία). Μεταμορφώνεται πλέον σε καθαρή θέληση εξαφάνισης, καθαρό μηδενισμό, προσβλέπει στην γενικευμένη καταστροφή. Να λοιπόν αυτό που μας ενοχλεί, μας αγχώνει, μας αναστατώνει. Να επίσης αυτό που ο κυνικός, πολιτικός ή οικονομικός παράγοντας, εννοεί να εκμεταλλεύεται εν ψυχρώ.

Η κοσμοθεωρία μας, αυθόρμητα ορθολογική, είναι έτσι φτιαγμένη ώστε να μας αποκρύβει αυτό το πραγματικό της βίας : βία χωρίς νόμο, χωρίς άλλο νόμο παρά αυτή την ίδια την εκτός έλεγχου ύβρι. Παραβιάζει την ομοιοστασία της αρχής της ηδονής που μας εξασφαλίζει την ορθολογικότητα της τάξης του κόσμου που μας αρέσει να πιστεύουμε ότι ρυθμίζει. Σε αυτή την προοπτική η βία φαίνεται σαν μια παθολογία της φυσικής τάξης των πραγμάτων. Από αυτή την άποψη το κανονικό θα ήταν η ειρήνη, η ηδονή, η λογική. Όμως εκείνο στο οποίο μάλλον θα μας έστρεφε η ψυχαναλυτική ερμηνεία της πολιτικής είναι να οδηγηθούμε στο αντίστροφο συμπέρασμα. Όχι, η βία δεν είναι ένα επιφαινόμενο του πολιτικού ούτε μια παρέκκλιση της κοινωνικότητας και του πολιτισμού. Πρέπει να τη δούμε σαν το πρωταρχικό γεγονός του ίδιου του κοινωνικού δεσμού. Ο τελευταίος το μόνο που κάνει είναι να την διοχετεύσει, να της δίνει μορφή και δημιουργική δυνατότητα. Είναι αυτό που ο Φρόυντ ονομάζει «μετουσίωση». Την καθιστά ένα πεπρωμένο της ενόρμησης. Η βία είναι της τάξης της ενόρμησης. Πηγάζει στο πεδίο που ο Λακάν αποκαλεί πεδίο της «απόλαυσης» καθιστώντας το στοιχείο που ορίζει το «ομιλ-όν», το ον που απολαμβάνεται στο λόγο. Και η βία η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την απόλαυση συνιστά αρχική προϋπόθεση του ομιλ-όντος και της συλλογικοποίησής του. Από αυτό έπεται πως το υποκείμενο της πολιτικής είναι ένα άλλο όνομα του υποκειμένου του ασυνειδήτου.[4]

 

–  Στην μνήμη του Παύλου Φύσσα που αγαπούσε τη ζωή

 

γράφει ο Ρεζινάλντ Μπλανσέ


[1] Εκφωνήθηκε στο Σεμινάριο  Κόμβοι της Ελληνικής Εταιρείας της Νέας Λακανικής Σχολής που έλαβε χώρα στην Αθήνα το Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2014.

[2] Human rights first, « We’re not Nazis, but… », The rise of hate parties in Hungary and Greece and why America should care, Washington, 13η Αυγούστου 2014, p. 88. Διαθέσιμο στο Διαδίκτυο.

[3] Human rights first, op. cit., p. 87.

[4] Βλ. Jacques-Alain Miller, « Intuitions milanaises », Mental – Revue Internationale de Santé Mentale et de Psychanalyse Appliquée, Nos11 et 12, décembre 2011, mai 2012.