Πολιτική της ακραίας βίας[2] Ρεζινάλντ Μπλανσέ

Written by

Αν υπάρχει ένα δεδομένο που επιβάλλεται καταφανώς από αυτό που πλέον ονομάζουμε γενικώς «κρίση», πρόκειται για τη βία. Αναδεικνύεται σε διαφορετικά επίπεδα (παγκόσμιο, περιφερειακό και τοπικό) και εξελίσσεται σε διαφορετικές βαθμίδες (οικονομική, πολιτική, κοινωνική και ιδεολογική). Είναι επίσης διαφορετικής έντασης και μπορεί να πηγαίνει από αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε σχετικά ελεγχόμενη συνήθη βία μέχρι την ακραία βία. Ως προς αυτό η Ελλάδα παρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι το σημείο της μεγαλύτερης συμπύκνωσης της βίας που γεννάει η κρίση και με αυτή την έννοια είναι το ίδιο το σύμπτωμα της κρίσης της Ευρώπης. Τι πάει να πει αυτό ;

 

Το κόμμα της ακραίας βίας

Ας διευκρινίσουμε τα εξής.

Υπάρχει καταρχάς η κρίση του καπιταλισμού. Είναι εγγενής στην ίδια την πορεία της εξέλιξής του. Πρόκειται για την παγκοσμιοποίηση της ροής κεφαλαίων, εμπορευμάτων και εργατικού δυναμικού. Κυριαρχείται από την διακίνηση του οικονομικού κεφαλαίου και την κερδοσκοπική λογική του με ολέθριες συνέπειες (χρηματοοικονομικές φούσκες, διαδικασία «συσσώρευσης μέσω σφετερισμού» με την έννοια του David Harvey, κλπ.). Ως εκ τούτου πρόκειται επίσης για έναν «καπιταλισμό του ολέθρου» σκοπός του οποίου είναι να εκμεταλλεύεται την κάθε φυσική ή κοινωνική καταστροφή -και σε περίπτωση που δεν συμβαίνει να την προκαλεί- μετασχηματίζοντάς την σε επενδυτική ευκαιρία (Naomi Klein). Όμως η παγκοσμιοποίηση συνεπάγεται εξίσου τη διεθνοποίηση των διαδικασιών παραγωγής με μετατοπίσεις εργοστασίων, αποβιομηχανοποιήσεις, κρίσεις της απασχόλησης και επιδείνωση των οικονομικών ανισοτήτων στο εσωτερικό των  καπιταλιστικών κοινωνιών αλλά και μεταξύ τους σε τοπικό επίπεδο. Σε αυτό αντιστοιχεί στις μέρες μας η πόλωση Βορά-Νότου στην Ευρώπη υπό την ηγεμονία της γερμανικής οικονομίας.

 

Υπάρχει, δεύτερον, η βία της νεοφιλελεύθερης απάντησης στη μετάλλαξη του καπιταλισμού. Είναι η αποκαλούμενη πολιτική λιτότητας και η ύφεση που συνεπάγεται. Επιβάλλει σκληρές θυσίες στους λαούς. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, τα ποσοστά είναι γνωστά:

28% του ενεργού πληθυσμού είναι άνεργοι. Από αυτούς το 60% είναι νέοι χωρίς προοπτική μέλλοντος

24% του πληθυσμού ζει εφεξής σε συνθήκες φτώχειας

33% μέσος όρος μείωσης των μισθών στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα

25% του πληθυσμού αποκλεισμένο από το σύστημα δημόσιας υγείας.

Αυτή είναι η πραγματικότητα μιας πολιτικής που υπαγορεύεται από τους «νόμους της αγοράς» και τη επιβαλόμενη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Για πολλούς είναι συνώνυμη με βάσανα και απελπισία. Ενθαρρύνει την απόσυρση των ευρωπαϊκών λαών που δυσκολεύονται να ταυτιστούν με αυτήν την Ευρώπη των Μνημονίων που τη βλέπουν να υψώνεται εναντίον τους.

Υπάρχει, τρίτον, η βία που εκτυλίσσεται μέσα στις ευρωπαϊκές χώρες. Αποτελεί τρόπον τινά την απάντηση στην αποκαλούμενη συστημική βία της μετάλλαξης του καπιταλισμού και της νεοφιλελεύθερης διαχείρισής του.  Εδώ εγγράφεται η άνοδος στο προσκήνιο της πολιτικής ζωής στην Ελλάδα του νεοναζιστικού κόμματος «Χρυσή Αυγή». Περί τίνος πρόκειται;

Πρόκειται για το κόμμα της κατεξοχήν πολιτικής βίας, βίας ακραίας και αιμοσταγούς. Επικαλείται ανοιχτά τη χιτλερική του προέλευση. Ασπάζεται τα ίδια ιδεολογικά σχήματα (ρατσισμός, αντισημιτισμός, αντικομουνισμός, αντικαπιταλισμός, εθνικισμός, αντικοινοβουλευτισμός) και υιοθετεί τις μεθόδους πολιτικής δράσης του ναζιστικού κόμματος NSDAP (Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα – στρατιωτική οργάνωση των ταγμάτων εφόδου, πολιτική τρομοκρατία μέσω προσφυγής σε σωματική βία εναντίον των αντιπάλων).  Τα συνθήματα και τα σλόγκαν της Χρυσής Αυγής αντιγράφουν αυστηρά τα αντίστοιχα των Γερμανών ναζί[2]. Η δράση της έχει τους ίδιους στόχους: μια κοινωνία εθνικά καθαρή και απαλλαγμένη από την πολιτική. Οι εχθροί της είναι, από τη μια πλευρά, η δημοκρατία και ο κοινοβουλευτισμός, και, από την άλλη, οι μετανάστες. Ο πολιτικός είναι ένας πουλημένος που ευημερεί πάνω στις πλάτες του λαού τον οποίο εξαπατά. Είναι ένας προδότης. Ο μετανάστης είναι μια απειλή για την «ακεραιότητα της φυλετικής και εθνικής μας οντότητας»[3]. Το πρόβλημα της μετανάστευσης δεν είναι πλέον κοινωνικό αλλά φυλετικό. Η λύση είναι η αυτοάμυνα εναντίον εκείνων των φυλών που εισβάλλουν στη χώρα και απειλούν να την καταστρέψουν. «Αυτή η πολιτική», διευκρινίζει ο Νίκος Μιχαλολιάκος, ο αρχηγός του κόμματος, «δεν είναι μόνο ένα ιδεολογικό καθήκον για μας, αλλά θα μας φέρει επίσης κι ένα μεγάλο αριθμό ψήφων»[4].

 

Αυτή η πολιτική υλοποιείται με τη μακρά σειρά από πογκρόμ, λιντσαρίσματα, ξυλοδαρμούς και δολοφονίες Πακιστανών, Αφγανών και Αφρικανών που διαπράττουν τα μέλη της Χ.Α. Ας σημειωθεί ότι το κατεξοχήν στίγμα του μετανάστη που σφυρηλατεί η προπαγάνδα αυτού του κόμματος δεν είναι τόσο ο αλλοδαπός που έρχεται να σφετεριστεί το ψωμί και τη δουλειά των Ελλήνων, όπως λέγεται αλλού στην Ευρώπη, όσο ο επιτιθέμενος, ο εγκληματίας. Πρέπει να τον κυνηγήσουμε. Για να γίνει αυτό «χρειαζόμαστε μπάτσους παντού, και μάλιστα μπάτσους που να κάνουν χρήση των όπλων τους»[5]. Έτσι κλείνει ο κύκλος. Το ζητούμενο είναι όντως η καθιέρωση ενός αστυνομοκρατούμενου Κράτους, οπλισμένου βραχίονα ενός απολυταρχικού καθεστώτος που επιβάλλει την κυριαρχία του απόλυτου Ενός: είναι ο Ένας της εθνικής και φυλετικής ταυτότητας, ο Ένας που ενοποιεί μια κοινωνία από την οποία η πολιτική εξοστρακίζεται και στην οποία οι αντιφάσεις που διαμορφώνουν την υφή της καταπνίγονται στην ανάγκη στο αίμα. Εν ολίγοις, όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε, το αίμα είναι το κύριο σημαίνον, το απόλυτο όπλο. Είναι η απάντηση στα πάντα: σε  ό,τι αντιτίθεται στον Ένα και στον ολοκληρωτισμό του, δηλαδή στον Άλλο, στον Άλλο της ζωής, του διαφορετικού σώματος, στον Άλλο της ξένης γλώσσας, στο συμπολίτη Άλλο με τον ιδιαίτερο τρόπο ζωής του.

 

            Η επιλογή της ακραίας βίας

Οι δείκτες της εκλογικής ανόδου της X. A. είναι γνωστοί :

1992-2010 : λιγότερο από 1% σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις

2010 : 5% στις δημοτικές εκλογές (ο Μιχαλολιάκος εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος του Δήμου Αθηναίων. Χαιρετάει ναζιστικά στο Δημοτικό Συμβούλιο)

2012 : 6,9% στις βουλευτικές (18 νεοναζί σε ένα σύνολο 300 βουλευτών εισέρχονται στο ελληνικό Κοινοβούλιο)

2014 : 9,4% στις ευρωεκλογές (3 έδρες σε σύνολο 21 για την Ελλάδα, 2 από αυτές κερδίζονται από συνταξιούχους στρατηγούς).

2014 : στις δημοτικές ο Ηλίας Κασιδιάρης, αρχηγός  των ταγμάτων εφόδου της Χ. Α. που φέρει στον ώμο του ένα τατουάζ με τον αγκυλωτό σταυρό, ο ίδιος που επετέθη βίαια σε τηλεοπτική εκπομπή την επαύριο των βουλευτικών εκλογών του 2012 σε δύο βουλευτίνες της Αριστεράς που διαφωνούσαν μαζί του, εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος στην Αθήνα με 16% των ψήφων. Σημειώνουμε ότι ποσοστά της τάξης του 20% μετρήθηκαν σε ορισμένα δημοτικά διαμερίσματα όπου κατοικούν μεσοαστικά στρώματα του πληθυσμού και γειτνιάζουν με περιοχές όπου κατοικούν μετανάστες.

Οι αναλυτές αναρωτήθηκαν για τις αιτίες του φαινομένου. Πράγματι, τα γεγονότα είναι ανησυχητικά.  Πώς γίνεται ένα κόμμα που δεν κρύβει την ναζιστική του ιδεολογία και πρακτική να σημειώνει τόσο εντυπωσιακά ποσοστά; Για τους ειδικούς η άνοδος της X. A. αποδίδεται σε ένα σύνολο παραγόντων οικονομικής, πολιτικής, ιστορικής και συναισθηματικής τάξης. Ας δούμε τα πράγματα εν συντομία.

 

Η ψήφος υπέρ της ΧΑ θεωρείται καταρχάς συνέπεια της οικονομικής κρίσης και της εξαιρετικά σκληρής πολιτικής λιτότητας που ακολουθήθηκε. Είναι γεγονός, αν θελήσουμε να συγκρατήσουμε έναν και μοναδικό δείκτη, ότι η άνοδος της ΧΑ στο εκλογικό σώμα από το 2009 ακολούθησε την καμπύλη ανόδου της ανεργίας. Μπορούμε συνεπώς να μιλήσουμε για συσχέτιση του οικονομικού και του πολιτικού φαινομένου. Πρέπει ωστόσο να σημειώσουμε μια σημαντική απόκλιση. Εξαρχής το ακροατήριο της ΧΑ αυξήθηκε πολύ περισσότερο από το ποσοστό της ανεργίας. Αυτό σημαίνει ότι άλλοι παράγοντες εκτός της ανεργίας, και σίγουρα διαφορετικοί από την ατομική οικονομική δυσκολία, έπαιξαν ρόλο. Το αντιλαμβανόμαστε αν δούμε το προφίλ του ψηφοφόρου του κόμματος ναζί. Στις βουλευτικές του 2012 παρατηρούμε ότι παρόλο που οι μισοί από αυτούς είναι άνεργοι ή απασχολούμενοι σε επισφαλείς θέσεις εργασίας, το 20% ωστόσο είναι ιδιοκτήτες επιχείρησης και επιχειρηματίες.

 

Με άλλα λόγια, πολιτικοί παράγοντες επηρέασαν την επιλογή των εκλογέων. Πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι στην ίδια εκλογική αναμέτρηση οι μισοί σχεδόν από τους ψηφοφόρους της ΧΑ απαντούν ότι ασπάζονται τη ναζιστική της ιδεολογία, ενώ οι άλλοι μισοί δηλώνουν ότι αδιαφορούν, και μάλιστα το 15% από αυτούς θεωρούν εαυτούς πολύ μακριά από αυτή την ιδεολογία. Υπό αυτές τις συνθήκες ποιο ήταν το κίνητρο της επιλογής τους; Θα χρειαστεί εδώ να λάβουμε υπόψη τα συναισθήματα που το φιλοναζιστικό κόμμα επέτρεψε να εκφραστούν. Είναι εύκολο να διακρίνουμε την απελπισία, την πικρία ακόμη καιην εκδίκηση που οι ψηφοφόροι θέλουν να δηλώσουν ενάντια στο οικονομικό και πολιτικό σύστημα, του οποίου έχουν την αίσθηση ότι είναι τα θύματα ή εν πάση περιπτώσει οι εγκαταλελειμμένοι. Είναι επίσης θεμιτό να διακρίνουμε σε αυτή την ψήφο το αίτημα για την επαναφορά μιας τάξης ισχυρής, αυταρχικής, σκληρά καταπιεστικής και «λαϊκής». Οι μελέτες που έγιναν δυσκολεύονται ωστόσο να ιεραρχήσουν τους παράγοντες που διακυβεύονται και να αποδώσουν τον κυρίαρχο ρόλο σε έναν οποιοδήποτε από αυτούς.

 

Πάντως, αν εξηγούν την ξαφνική και ταχύτατη άνοδο της ψήφου υπέρ της ΧΑ, θα ισχυριστούμε πως δεν λένε τίποτε για το πραγματικό της αίτιο. Πράγματι, είναι απαραίτητο να διακρίνουμε τα κίνητρα των ψηφοφόρων αλλά και τη συγκεκριμένη επιλογή που έκαναν για να τα εκφράσουν και να τα ικανοποιήσουν. Η καθεαυτό επιλογή δεν ανάγεται στο κίνητρο της. Είναι γεγονός ότι οι ίδιοι παράγοντες οδήγησαν την πλειονότητα των ψηφοφόρων να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους, τα συναισθήματά τους και τις προσδοκίες τους ψηφίζοντας τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Άραγε μήπως μέσα σε τρία χρόνια 10% του εκλογικού σώματος έγιναν ξαφνικά ναζί; Μάλλον απίθανο. Το ερώτημα λοιπόν είναι το εξής: Γιατί οι συγκεκριμένοι ψηφοφόροι να επιλέξουν ακριβώς τη ΧΑ, ενώ άλλα πολιτικά κόμματα εμφανίζονταν με επιχειρήματα, και μάλιστα πολύ πιο πειστικά, να είναι φορείς των ίδιων προσδοκιών που αποτέλεσαν κίνητρο για την ψήφο υπέρ της ΧΑ; Πρόκειται άραγε για τις ίδιες προσδοκίες; Ναι, εκτός από μία: την προσδοκία για βία. Είναι αυτή που συνιστά τη διαφορά. Είναι αυτή που είναι αποφασιστική. Ψηφίζοντας για το κατεξοχήν κόμμα της βίας, το μόνο που την πρεσβεύει και την ασκεί ανοιχτά, ο ψηφοφόρος της ΧΑ πριμοδοτεί τη βία. Τη ζητάει. Η βία παρεμβαίνει ως κύριο σημαίνον της πολιτικής απάντησης που χρειάζονται τα προβλήματα της χώρας. Εμφανίζεται στην πρώτη θέση της ατζέντας και της προπαγάνδας της και πραγματοποιείται με συγκεκριμένες πράξεις. Προτιμώντας λοιπόν τη ΧΑ από τα άλλα πολιτικά κόμματα οι ψηφοφόροι έκαναν επακριβώς αυτή την επιλογή.

 

Το πραγματικό αίτιο αυτής της πολιτικής επιλογής είναι πλέον σαφές: πρόκειται για την αντιδημοκρατική και ρατσιστική βία. Ψηφίζουν το κόμμα της ΧΑ όχι παρά την πολιτική του υπέρ της βίας, το ψηφίζουν εξαιτίας αυτής της πολιτικής. Το ψηφίζουν για αυτή τη βία. Αυτό θέλουν και αυτό ζητούν. Αλλά θα πάμε πιο πέρα: αυτή η βία ζητείται ως βία, μερικές φορές ανεξάρτητα από τους στόχους που καλείται να εξυπηρετήσει και μάλιστα ανεξάρτητα από κάθε ωφελιμιστικό στόχο. Βρίσκει έτσι το σκοπό και το αίτιό της σε αυτό που είναι ως βία. Επιζητεί να ικανοποιηθεί ως τέτοια. Συνεπάγεται ένα υποκείμενο που θα ονομάσουμε το υποκείμενο της βίας (όπως λέμε «υποκείμενο της επιστήμης» ή «υποκείμενο του πανεπιστημιακού λόγου»). Θα επισημάνουμε εδώ τέσσερεις από τις τροπικότητές του.

 

            Τέσσερα είδη του υποκειμένου της πολιτικής της ακραίας βίας      

Αυτές οι τροπικότητες αλληλοεμπλέκονται και αλληλοσυντίθενται. Αλληλοεπικαθορίζονται. Αξίζει ωστόσο να διακριθούν η μία από την άλλη εφόσον θέλουμε να δούμε ποιο είναι το μέτρο του αιτίου που διακυβεύεται και του πραγματικού του.

 

Το αντικείμενο a, υποκινητής της βίας

Μιλήσαμε για αίτημα βίας προκειμένου να χαρακτηρίσουμε το πραγματικό αίτιο της ψήφου των εκλογέων της X.A. Όμως αυτή ακριβώς η βία δεν είναι οποιαδήποτε. Έχει συγκεκριμένο προσανατολισμό. Αφορά ένα προνομιακό αντικείμενο: τον μετανάστη. Πρόκειται πρώτα-πρώτα για τον επιτελεστικό της χαρακτήρα. Είναι η ίδια η βίαιη πράξη, η επίθεση με στιλέτο, η σωματική βλάβη, η αιμοσταγής πράξη που συγκροτούν το θύμα σαν ανάξιο αντικείμενο που χάνει την όποια ανθρώπινη διάσταση. Η ρητορική έρχεται να προστεθεί στην πράξη: « Αυτοί οι υπάνθρωποι που μας κυριεύουν και κουβαλάνε κάθε είδους αρρώστια», θα πει μιλώντας για τους μετανάστες στο Κοινοβούλιο η γυναίκα του αρχηγού της X.A. Πρέπει να ξεριζωθεί η μόλυνση που μεταδίδει αυτό το καρκίνωμα στο σώμα του έθνους. « Βρώμικη δουλειά » κάθαρσης της ακαθαρσίας που το κυριεύει, όπως θα το πει άλλο στέλεχος του κόμματος. « Ο Χίτλερ ήταν ένα σπουδαίο πρόσωπο, ο Στάλιν επίσης. Σε κάθε περίοδο της ιστορίας χρειάζονται κάποιοι να κάνουν τη βρώμικη δουλειά».[6] Όπως αντιλαμβανόμαστε, πρόκειται για τη μεγάλη κάθαρση που πραγματοποιήθηκε στους θαλάμους αερίων και στα γκουλάγκ, κάθαρση της εβραϊκής ψώρας στη μια περίπτωση και κάθαρση των δικτύων των αντεπαναστατών συνωμοτών στην άλλη. Τι το κοινό ανάμεσα στις δύο επιχειρήσεις αν όχι η ίδια μαζική εξολόθρευση και ο παράλογος («παραληρηματικός») χαρακτήρας της από τη σκοπιά της ωφελιμιστικής λογικής;

 

Όμως η «βρώμικη δουλειά» δεν ξεχωρίζει από το προσωπικό που μπορεί να την πραγματοποιήσει. Χρειάζονται οι σκουπιδιάρηδες που γνωρίζουν από απορρίμματα. Το επιβεβαιώνουν τα γεγονότα: μόνο απόβλητα της κοινωνίας θα αποδειχτούν ικανά για αυτή τη δουλειά εκκένωσης. Η στρατολόγηση του μέλους της βάσης της X.A. δεν αφήνει καμία αμφιβολία σχετικά με αυτό. Τα μέλη της Χ.Α. στρατολογούνται από το λούμπεν προλεταριάτο και για την ακρίβεια ανήκουν στην κατηγορία των αλητών. Έτσι ώστε, καθώς επιτίθενται σε αυτά τα αποβράσματα και τους υπανθρώπους που θεωρούν ότι είναι οι μετανάστες, αυτοί οι παράγοντες της εθνοκάθαρσης προχωρούν σε δική τους κάθαρση από τη βρωμιά της δικής τους κατάστασης ως αποβλήτων της ανθρωπότητας. Εξού και η ακρότητα της βίας που ασκείται στα θύματά τους. Οι αρχηγοί το λένε χωρίς περιστροφές: « Είμαστε έτοιμοι να ξανανοίξουμε τους θαλάμους αερίων»[7]. Η βρώμικη δουλειά της κάθαρσης είναι η αρχή. Παραμένει το γεγονός ότι εκείνος που χτυπάει το μετανάστη καθιστώντας τον έτσι το αντικείμενο a της κοινωνίας, το απόρριμμά της, καθώς και το προϊόν απόρριψής της βρίσκεται εκ των πραγμάτων στην ίδια θέση με εκείνον που προσλαμβάνεται ως κατάλληλος για την βρώμικη δουλειά. Με αυτό τον τρόπο ο μπάτσος της ΧΑ στοχεύει να θίξει στον Άλλο το δικό του Είναι χαμέρπειας, τη δική του παρεμφερή ουσία ως αντικειμένου a, όπως το ορίζει ο Ζακ Λακάν.

 

Είναι επίσης αυτό το αντικείμενο a χτυπημένο και αποκαθαρμένο επί σκηνής, που προκαλεί την επιθυμία και την απόλαυση των ψηφοφόρων. Βρίσκεται στην καρδιά του αιτήματός τους για βία. Τα γεγονότα μοιάζουν και πάλι να μιλούν από μόνα τους. Αν οι μισοί από τους ψηφοφόρους της ΧΑ δηλώνουν ευθαρσώς οπαδοί της ιδεολογίας ναζί και είναι συνεπείς με την ψήφο τους, οι άλλοι μισοί που δηλώνουν ότι κρατιούνται σε απόσταση από αυτή την ιδεολογία δεν διστάζουν κατά τα άλλα να ψηφίζουν υπέρ ενός κόμματος που δολοφονεί για ένα ναι ή ένα όχι όταν του καπνίσει. Αυτό δείχνει η φρικτή δολοφονία του τραγουδιστή της ραπ Παύλου Φύσσα στις 18 Σεπτεμβρίου 2013. Δολοφονία δωρεάν, άχρηστη και πράξη καθαρής βίας. Σήμανε όπως ξέρουμε την ώρα της αλήθειας. Η συγκίνηση που προκλήθηκε με το εύρος και την έντασή της οδήγησαν την επίσημη εξουσία να αποφασίσει επιτέλους να λάβει τα μέτρα καταστολής που ήταν απαραίτητα από καιρό εναντίον αυτής της οργάνωσης εγκληματιών. Και όμως, παρόλα αυτά, παρά τη φρίκη της δολοφονίας που διαπράχτηκε και που έφερε στο φως τις δραστηριότητες των φονιάδων της ΧΑ, παρόλα αυτά ή εξαιτίας όλων αυτών –πρέπει να το ερμηνεύσουμε αυστηρά- το εκλογικό ποσοστό του κόμματος απογειώθηκε σχεδόν αμέσως και αυξήθηκε κατά 2,4 ποσοστιαίες μονάδες περνώντας από το σχεδόν 7% το Ιούνιο του 2012 στο 9,5% στις ευρωεκλογές του Ιουνίου του 2014, δηλαδή μόλις εννέα μήνες από τη δολοφονία Φύσσα. Πώς η επιθυμία για φόνο, ασυνείδητη ή όχι, θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρη; Πώς, μέσα από κίνητρα που δικαιολογούν στη συγκυρία της κρίσης το αίτημα βίας και πέρα από αυτά το πραγματικό της αίτιο, το πάθος για σφαγή, θα μπορούσε να εκδηλωθεί πιο άγρια;

 

Εθελοτυφλία και κερδοσκοπικός κυνισμός

Δύο άλλες επιπτώσεις στο υποκείμενο εμπλέκονται δομικά στην πολιτική της ακραίας βίας ναζιστικού τύπου. Μπροστά στην ωμότητα αυτού του Πραγματικού, η αντίδραση του καθενός είναι η άμυνα. Η πιο άμεση αντίδραση είναι να μην θέλεις να δεις, να μην θέλεις να ξέρεις. Το συναίσθημα του αποτροπιασμού που μας καθηλώνει μας προειδοποιεί φυσικά για την κτηνωδία που συμβαίνει. Όμως σύντομα καλύπτεται από τη λήθη και την άρνηση. Έτσι γεννιούνται οι πλάνες και με αυτόν τον τρόπο εξαπλώνονται. Έτσι κάποιος γνωστός σχολιαστής στο ραδιόφωνο και τηλεόραση έφτασε στα όρια της αναίδειας, αλλά και της διανοητικής δειλίας,  προμηνύοντας  ήδη την αναδιάταξη της πολιτικής σκηνής εφόσον η Χ.Α. θα έχει «σοβαρευτεί» (sic!). Εδώ η άρνηση της γνώσης  έχει να κάνει με την άγνοια της πρόσφατης ιστορίας της ανόδου του φασισμού και των αυταρχικών πολιτικών. Αν θέλουμε να τις δούμε να εξαφανίζονται πρέπει να τις πολεμήσουμε. Η πλάνη είναι να πιστεύουμε και να θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα ολοκληρωθεί με φυσικό τρόπο η μετάλλαξη τους προς μια υποτιθέμενη αναπόφευκτη δημοκρατική ωριμότητα.

 

            Ως προς αυτό ούτε η εγκληματική ευγενής ψυχή αλλά ούτε και ο κυνικός δεν θορυβούνται. Ο τελευταίος εννοεί μονάχα να εκμεταλλεύεται ψυχρά την κατάσταση των πραγμάτων ως έχει. Τέτοια ήταν η πολιτική της συνθηκολόγησης και της ατιμωρησίας της κρατούσας κυβέρνησης απέναντι στη Χ.Α., μέχρι τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Οι συνάφειες, ακόμα και η διείσδυση στα πιο ψηλά κλιμάκια της αστυνομίας και του στρατού στοιχείων που πρόσκεινταν στο ναζιστικό κόμμα αγνοήθηκαν σκόπιμα από τις πολιτικές αρχές. Ο εκλογικός οπορτουνισμός (προσπάθεια για αποφυγή απώλειας μεγάλου αριθμού ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας που ελκύονται από τη ριζοσπαστικότητα της άκρας δεξιάς) οδήγησε λοιπόν την κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά να αφήσει αχαλίνωτο το κόμμα του Ν. Μιχαλολιάκου και ατιμώρητες τις σοβαρά εγκληματικές του ενέργειες. Οι μεγαλοεπιχειρηματίες και οι εφοπλιστές επιδεικνύουν τον ίδιο κυνισμό χρηματοδοτώντας σήμερα το κόμμα και προσβλέποντας στη μελλοντική είσπραξη των κερδών της επένδυσής τους. Σοφία του χρηματοοικονομικού υπολογισμού του καπιταλιστή που γνωρίζει καλά ότι δεν υφίσταται οικονομία  δίχως πολιτική. Η απόδοση του κεφαλαίου βασίζεται σε αυτήν την προϋπόθεση. Απαιτείται πράγματι κάποιος εκφοβισμός του εργατικού δυναμικού για την διασφάλιση της πιο απαιτητικής παραγωγικότητας. Προς το παρόν, ο μεγαλοπαραγωγός φράουλας στη Μανωλάδα που για εργατικό δυναμικό χρησιμοποιεί μετανάστες απλήρωτους εδώ και μήνες, θα αρκεστεί να καταφύγει σε πληρωμένους μπράβους που δεν θα διστάσουν να πυροβολήσουν τους εργάτες από το Μπαγκλαντές που τόλμησαν να απαιτήσουν τα δεδουλευμένα τους[8]. Η ιστορία επαναλαμβάνεται: η απόλαυση από τη φαντασίωση της βίας («ο μετανάστης, ο υπάνθρωπος») δεν απέκλεισε ποτέ την αποκόμιση κάποιου πολιτικού ή οικονομικού κέρδους. Δεν είναι βέβαια αναγκαίο. Είναι αυτό που καταδεικνύει η θέληση βίας για τη βία, μιας βίας που δεν αποσκοπεί παρά στην καταστροφή. Ως συνέπεια προκύπτει το  υποκείμενο της καθαρής βίας.

 

Το υποκείμενο της καθαρής βίας

Διατηρώντας τη δέουσα επιφύλαξη, οι ενδείξεις που προσφέρει ένα exit poll που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2012 με την ευκαιρία των βουλευτικών εκλογών δεν είναι λιγότερο αποκαλυπτικές. Η αντίθεση είναι σαφής. Εκπλήσσει. Στα κίνητρα που επικαλείται το εκλογικό σώμα του δημοκρατικού φάσματος (αριστεράς και δεξιάς) προέχουν σε ποσοστό 40% εκείνα που στοχεύουν να θεμελιώσουν μια εναλλακτική στην παρούσα κατάσταση των πραγμάτων. Δεν αντιπροσωπεύουν παρά το 10% των κινήτρων των ψηφοφόρων της X. A. τα οποία και επισημαίνονται από τον καθαρά αρνητικό χαρακτήρα τους. Πρόκειται για την αντίθεση στο Μνημόνιο (71%) ή για την τιμωρία που οι ψηφοφόροι προτίθενται να επιφέρουν στα  mainstream  κόμματα (40%). Συγκριτικά την τιμωρητική ψήφο την επικαλείται μόνο το 14% του εκλογικού σώματος στο σύνολό του.[9] Φαίνεται λοιπόν ότι οι ψηφοφόροι της X. A. δεν ψηφίζουν τόσο υπέρ ενός προγράμματος ή ενός θετικού πολιτικού σχεδίου όσο για να τιμωρήσουν και να εκδικηθούν ένα «σύστημα» που θεωρούν ότι δεν τους προστάτεψε ή μάλλον τελείως απλά τους εγκατέλειψε στη δυστυχία τους. Πρόθεσή τους να το πλήξουν με τη σειρά τους. Αποτελεί συνεπώς λογική συνέπεια να δώσουν την ψήφο τους σε ένα κόμμα που το σχέδιό του είναι να καταστρέψει «το σύστημα», στην πραγματικότητα τη δημοκρατία. « Μόνοι εναντίον όλων! », διακηρύσσει. Έχει να κάνει με μια θέληση καθαρής καταστροφής, ανεπιστρεπτί και χωρίς αύριο.

 

Είναι αυτή η ίδια θέληση θα λέγαμε που όπλισε το χέρι των δολοφόνων του Παύλου Φύσσα. Δωρεάν βία που δεν έχει σχέση με «την υπηρεσία των αγαθών», όπως έλεγε ο Λακάν. Εμφανίζεται συνεπώς η άλλη όψη της πολιτικής της ακραίας βίας. Αν έχει το αίτιό της μέσα της (η βία επειδή είναι η βία), είναι επίσης μέσα της που έχει το σκοπό της (η βία για τη βία). Διαμέσου των αντικειμένων στα οποία εφαρμόζεται σαν «περιστασιακές ουσίες του αντικειμένου a » (εργαζόμενοι μετανάστες, ομοφυλόφιλοι, λεσβίες, κλπ.) μεταμορφώνεται σε καθαρή θέληση εξαφάνισης, καθαρό μηδενισμό, προσβλέπει στην γενικευμένη καταστροφή. Να λοιπόν αυτό που ενοχλεί, αγχώνει, αναστατώνει. Να επίσης -το είπαμε- αυτό που ο κυνικός, πολιτικός ή οικονομικός παράγοντας, εννοεί να εκμεταλλεύεται εν ψυχρώ.

 

Η βία, πρωταρχική προϋπόθεση του ομιλ-όντος και της συλλογικοποίησής του

            Η κοσμοθεωρία μας, αυθόρμητα ορθολογική, είναι έτσι φτιαγμένη ώστε να μας αποκρύβει αυτό το πραγματικό της βίας: βία χωρίς νόμο, δίχως άλλο νόμο παρά αυτή την ίδια την εκτός έλεγχου ύβρι. Παραβιάζει την ομοιοστασία της αρχής της ηδονής που μας εξασφαλίζει την ορθολογικότητα της τάξης του κόσμου την οποία μας αρέσει να πιστεύουμε ότι ρυθμίζει. Σε αυτή την προοπτική η βία φαίνεται σαν μια παθολογία της φυσικής τάξης των πραγμάτων. Το κανονικό είναι η ειρήνη, η ηδονή, η λογική. Όμως εκείνο στο οποίο μάλλον θα μας έστρεφε η ψυχαναλυτική ερμηνεία της ακραίας βίας είναι να οδηγηθούμε στο αντίστροφο συμπέρασμα. Όχι! Η βία δεν είναι ένα επιφαινόμενο του πολιτικού ούτε μια παρέκκλιση της κοινωνικότητας και του πολιτισμού. Πρέπει να τη δούμε σαν το πρωταρχικό γεγονός του ίδιου του κοινωνικού δεσμού. Ο τελευταίος, το μόνο που κάνει είναι να τη διοχετεύει, να της δίνει μορφή και δημιουργική δυνατότητα. Είναι αυτό που ο Φρόυντ ονομάζει «μετουσίωση». Την καθιστά ένα πεπρωμένο της ενόρμησης. Η βία είναι ενορμητικής τάξης. Πηγάζει στο πεδίο που ο Λακάν αποκαλεί πεδίο της «απόλαυσης». Το πεδίο της απόλαυσης ορίζει το «ομιλ-όν», το ον που απολαμβάνεται μέσω του λόγου. Αυτή η «απόλαυση» είναι το πρωταρχικό μας αίτιο.

 

Όμως, κλείνοντας, θέλουμε να σημειώσουμε πως αν η πολιτική της βίας, όπως όλοι οι λόγοι δηλαδή όλοι οι τυποποιημένοι κοινωνικοί δεσμοί, έχει σαν συνέπεια ένα συγκεκριμένο «είδος υποκειμένου» του οποίου οργανώνει τη συλλογικοποίηση με βάση συγκεκριμένα σημαίνοντα και σχέσεις που ρυθμίζει η απόλαυση, δεν λέει ωστόσο τίποτα για τα άτομα καθεαυτά που στην πολιτική προσφεύγουν στη βία. Είναι πράγματα πολύ ανόμοια. Οι ψηφοφόροι της Χ.Α είναι ιδιαιτέρως ετερογενείς κοινωνικά. Είναι ασφαλώς το ίδιο ετερογενείς και από την πλευρά της μεμονωμένης ψυχολογικής τους ιδιοσυγκρασίας. Τίποτε δεν εμποδίζει, για παράδειγμα, κάποιος στην καθημερινότητά του να είναι ταυτόχρονα υποστηρικτής και πρωταγωνιστής θεσμικής βίας. Η ψυχολογία εδώ είναι ατελέσφορη επειδή το υποκείμενο περί του οποίου πρόκειται είναι το υποκείμενο του συλλογικού πάθους. Όπως το ασυνείδητο που ενσαρκώνεται στο άτομο και το καθορίζει, είναι υπερ-ατομικό, υπερβαίνει τα όρια του ατομικού. Είναι ζήτημα λόγου (discours), δηλαδή διαδικασία και αποτέλεσμα συνάμα συλλογικοποίησης. Ανήκει στη φροϊδική Ψυχολογία των μαζών. Αποτελεί την ουσία αυτού που πρέπει να ονομάσουμε υποκείμενο της πολιτικής. Με αυτήν την έννοια το υποκείμενο του ασυνειδήτου δεν είναι παρά μόνον το άλλο όνομα του υποκειμένου της πολιτικής όπως το διδάσκει ο Jacques-Alain Miller ακολουθώντας τον Λακάν.[10]

 

 

Μετάφραση: Πολίνα Αγαπάκη

[1] Υπό δημοσίευση στα ιταλικά στο Mimesis, Giuliana Kantzà, Μιλάνο, 2015. Θερμές ευχαριστίες στην Πολίνα Αγαπάκη που ανέλαβε την απόδοση στα ελληνικά.

[2] Ψαρράς Δημήτρης, «Η Μαύρη Βίβλος της Χρυσής Αυγής», κεφ. 16, passim, Αθήνα, Εκδόσεις Πόλις, Οκτώβριος 2012.

[3] Ψαρράς Δημήτρης op. cit., σελ. 365-366.

[4] idem, σελ. 366.

[5] idem, σελ. 381.

[6] Human rights first, « We’re not Nazis, but… », The rise of hate parties in Hungary and Greece and why America should care, Washington, 13 août 2014, p. 88. Disponible en ligne.

[7] Human rights first, op. cit., p. 87.

[8] « Grèce, le verdict de la honte », Marie Thé Ferrisi, Mediapart, 1er août 2014.

[9] Georgiadou Vassiliki, « Protest, revenge or belief. Explaining extremist voting in Greece », 29/11/2013. En ligne.

[10] Βλ. τις « Intuitions milanaises » του Ζακ-Αλέν Μιλέρ στο Mental – Revue Internationale de Santé Mentale et de Psychanalyse Appliquée, Nos11 et 12, décembre 2011 et mai 2012.