“Σαίξπηρ για παιδιά – Η Τρικυμία” , στο Μέγαρο Μουσικής Θεσ/νίκης

Written by

2014012300265-preview

 

Μπορεί να είναι η πρώτη φορά – ή έστω από τις ελάχιστες φορές- που μια παράσταση ανεβαίνει χάρη στην ομολογουμένως πολύ καλή μουσική επένδυσή της. Την μουσικοθεατρική παράσταση “Σαίξπηρ για παιδιά: Η Τρικυμία” , μια παράσταση με τη μουσική από την αγγλική παραγωγή “Shakespeare 4 Kidz the Tempest”, παρακολουθήσαμε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, σ’ έναν χώρο τόσο μεγάλο που και μόνο το μέγεθός του χώρου και της σκηνής σου προκαλεί  ενδιαφέρον για το τι πρόκειται να παρακολουθήσεις.

Ο Πάνος Γκιουλής είναι ο σκηνοθέτης και διασκευαστής του έργου “Τρικυμία” του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Ως διασκευαστής του έργου απέτυχε να κάνει σαφή και ξεκάθαρη την ιστορία στο κοινό. Μέχρι περίπου την μέση της παράστασης δεν ήταν πλήρως κατανοητή η πλοκή, ή για να το θέσω καλύτερα, φαινόταν σαν να μην υπάρχει κανένα σημείο σύνδεσης μεταξύ των ηρώων και κανένας λόγος ύπαρξης της παράστασης, καμία πλοκή. Όσον αφορά δε τη σκηνοθετική του δουλειά, αυτή ήταν παντελώς απούσα. Πολύ αργοί ρυθμοί, τεράστιες παύσεις, γρήγορες και αδικαιολόγητες ψυχολογικές μεταπτώσεις και αλλαγές στη συμπεριφορά, ηθοποιοί αφημένοι στο σκηνικό ένστικτό τους, κανένα εύρημα. Η μόνη ενδιαφέρουσα εικόνα της παράστασης είναι η πρώτη, με τους ηθοποιούς στο πλοίο πριν και κατά την διάρκεια της τρικυμίας.

Όσον αφορά την μουσική τώρα, όπως προανέφερα, πρόκειται για την αυθεντική μουσική των Julian Chenery, Matt Gimblet πάνω σε στίχους του William Shakespeare. Η μουσική ήταν όντως καταπληκτική κι όχι μόνο ήταν η επένδυση κι η αφορμή για να ανεβεί αυτή η παράσταση, αλλά ήταν μάλιστα και το συστατικό εκείνο στοιχείο που έσωζε την παράσταση.

Τις χορογραφίες και την κίνηση επιμελήθηκε η Ελένη Βάκα. Δεν είχαν κάτι το πρωτότυπο μεν, αλλά εντούτοις δεν έπαυαν να είναι λειτουργικές κι ευχάριστες στο θεατή. Τα κοστούμια της Ruth Hewitt ήταν ταιριαστά με τους ρόλους, σε φωτεινά χρώματα, απόλυτα δηλωτικά των ρόλων. Στο δελτίο τύπου δεν αναφέρεται ποιος επιμελήθηκε των λιγοστών σκηνικών, που θα μπορούσαν να απουσιάζουν κι εντελώς, αφού δεν πρόσθεταν τίποτα. Ή έπρεπε να υπάρχει ένα ολοκληρωμένο σκηνικό σετ ή τίποτα. Την απουσία του σκηνικού μαλλον προσπάθησε να καλύψει η μόνιμη βιντεοπροβολή στο βάθος, τον σχεδιασμό της οποίας έκανε ο Γιώργος Αλεξάνδρου. Επιτέλους είδαμε σε παράσταση ένα βίντεο που είχε λόγο ύπαρξης, χωρίς να είναι όμως το ίδιο επιτυχημένες ή ξεκάθαρες όλες οι εικόνες. Μείον (για μένα προσωπικά) η εμφάνιση του πράσινου προσώπου- πνεύματος που τρόμαξε κάποιους μικρούς θεατές. Τους φωτισμούς έκανε ο Τρύφων Κεχαγιάς και την μουσική διδασκαλία (φωνητικά όλοι οι ηθοποιοί ανταποκρίθηκαν εξαίσια) ανέλαβε η Δήμητρα Αθανασάτου.

Επί σκηνής παρακολουθήσαμε 13 ηθοποιούς ( Νίκος Ιωάννου, Μαρίνα Ιακωβίδου, Ηλίας Μπερμπέρης, Αθανάσιος Μαργούτας, Λευτέρης Βλάχος, Δανάη Κλάδη, Σπύρος Χατζηαγγελάκης, Δημήτρης Κυρατσούδης, Διογένης Γκίκας, Γρηγόρης Τιλδής, Ιωάννηας Βαρβαρέσος, Κατερίνα Μπουσλέλη και Ματίνα Καϊάφα) που κάνανε ό,τι καλύτερο μπορούσανε, με όσο περισσότερη όρεξη και κέφι μπορούσαν. Η αλήθεια είναι πως οι υπερβολές δεν έλειπαν σχεδόν από κανέναν. Ανάμεσά τους θα ήθελα να ξεχωρίσω τον Λευτέρη Βλάχο στο ρόλο του Κάλιμπαν. Ειδικά οι σκηνές με τον Κάλιμπαν και τους δύο κατεργάρηδες και μεθυσμένους υπηρέτες ήταν οι καλύτερες της παράστασης. Πολύ ικανοποιητικός σ’ ένα πολύ αβανταδόρικο ρόλο , από τους υπέροχους β’ ρόλους που πάντα σκαρώνει ο Σαίξπηρ, είναι και ο Αθανάσιος Μαργούτας. Γενικώς όλοι οι ηθοποιοί στάθηκαν με αξιοπρέπεια. Θα έπρεπε, όμως, να ειπωθεί ότι το καστ της παράστασης ήταν μάλλον λανθασμένο και βοηθούσε στη δημιουργία μπερδέματος και ασαφειών. Πώς είναι δυνατόν, για παράδειγμα, να είναι ο Δημήτρης Κυρατσούδης ο βασιλιάς-πατέρας του πρίγκηπα Σπύρου Χατζηαγγελάκη;

Καταλήγοντας, πρόκειται για μια παράσταση που φωνάζει από μακριά ότι στήθηκε πρόχειρα. Παρ’ όλα αυτά, οι συντελεστές της προσπαθήσανε πολύ για να μην εκτεθούν και εν πολλοίς τα καταφέρανε. Υπάρχουν στιγμές που στη μιάμιση ώρα παράστασης βαριέσαι, αλλά δεν είναι και ό,τι χειρότερο μπορείς να δεις.