Σου μιλάω με ακούς;

Written by

Γιατί είναι δύσκολο  να μας ακούνε και να μας καταλαβαίνουν; Για ποιο λόγο δε ακουγόμαστε ενώ είμαστε σίγουροι ότι μιλάμε απλά και κατανοητά; Ποιες λέξεις είναι οι κατάλληλες για να ενεργοποιήσουν τα αισθητήρια του συνομιλητή μας;

Διάλογος, επικοινωνία. Απαραίτητη η προϋπόθεση ύπαρξης ενός πομπού και ενός δέκτη. Απλό και κατανοητό καθ’ όλα, όμως πολλές φορές τα απλά είναι αυτά που κάνουν τη ζωή δύσκολη. Ο διάλογος μοιάζει τόσο δύσκολη υπόθεση και μετατρέπεται σε επίπονη διαδικασία όταν νιώθουμε να μην μας ακούνε ή όταν οι άλλοι ακούνε αυτά που θέλουν.

Βασικές αρχές του διαλόγου είναι το να ακούει ο ένας τον άλλον προσεχτικά περιμένοντας να τελειώσει ο ειρμός του και στη συνέχεια η τοποθέτηση πάνω στα λεχθέντα. Ακόμα και στην περίπτωση ύπαρξης αντίθετης γνώμης επιβάλλεται η απάντηση με επιχειρήματα αφού σκοπός του διαλόγου είναι η εύρεση λύσης. Να μη διακόπτει ο ένας τον άλλον, να μην υπάρχει προκατάληψη, να υπάρχει κοινή επιθυμία για γνώση.

Δυστυχώς όμως η απουσία παιδείας, συναισθηματικής νοημοσύνης, ύπαρξη στερεοτύπων, παγιωμένων αντιλήψεων και η απροθυμία μας να ακούσουμε τον άλλον υποσκάπτουν τον διάλογο. Το πιο δυσάρεστο όλων είναι ο φόβος μας να δεχτούμε κριτική πάνω στη γνώμη μας γιατί μπορεί να σημαίνει αμφισβήτηση της προσωπικότητάς μας. Αλλά πόσο εύθραυστη μπορεί να είναι η εγκυρότητα της άποψής μας για να φοβόμαστε οποιαδήποτε διαφορετική γνώμη; Πόσο χαμηλά έχουμε πέσει ώστε να μην μπορούμε να συνεννοούμαστε;

Έχουμε ξεχάσει να μιλάμε, να συζητάμε, να ακούμε και να συμπάσχουμε. Εκτός από αυτό έχουμε ξεχάσει να λέμε την αλήθεια στον εαυτό μας. Πώς μπορούμε να κάνουμε διάλογο αν δεν έχουμε ξεκαθαρίσει την άποψή μας; Και πώς θα διαμορφώσουμε άποψη αν δεν ερευνήσουμε και δε θελήσουμε να ανταλλάξουμε απόψεις; Αν δεν δούμε και τις άλλες οπτικές γωνίες και αν δεν εντοπίσουμε τις ατέλειες ώστε να φτάσουμε στην πιο ξεκάθαρη εικόνα των πραγμάτων;

Το αποτέλεσμα είναι να μιλάμε μηχανικά. Να χρησιμοποιούμε  κοινότυπες εκφράσεις επαναλαμβάνοντας τα ίδια και τα ίδια χωρίς να υπάρχει νοηματική συνοχή. Κάπως έτσι δημιουργείται σύγχυση, παρερμηνεία και καυγάδες. Γιατί δε λέμε αυτά που θέλουμε και δεν ακούμε όσα μας λένε. Λέμε τα μισά από όσα θα θέλαμε και ακούμε όσα φοβόμαστε να ακούσουμε. Συνεπώς βγάζουμε μια άλλη εικόνα προς τα έξω από αυτό που είμαστε.

Συναντιόμαστε, μιλάμε, γελάμε και όταν γυρίζουμε σπίτι, ξέρουμε ότι δεν είπαμε όσα θα θέλαμε. Ίσως γιατί γνωρίζουμε  πως οι άλλοι είτε δεν θα ακούσουν προσεχτικά όσα θα πούμε είτε θα τα ακούσουν μόνο από την δική τους οπτική γωνία. Και κατά τα άλλα μπορεί να μιλάνε ενθουσιασμένοι για κάποιο φοβερό έργο ή για κάποιο βιβλίο αντιλαμβανόμενοι βαθυστόχαστα νοήματα  ενώ είναι τόσο δύσκολο να εντοπίσουν το νόημα όσων τους λέει ο συνομιλητής τους. Και αναρωτιέμαι, πόσο επιφανειακοί γινόμαστε;

Όσοι λένε ότι συζητούν ενώ στην ουσία κάνουν μονόλογο εφόσον δεν ενδιαφέρονται να μετακινηθούν από την θέση τους και να δεχτούν ότι η απέναντι οπτική γωνία μπορεί να βλέπει κάτι παραπάνω, απέχουν πολύ από την πραγματικότητα . Ο διάλογος δεν είναι πεδίο μάχης, αλλά πεδίο γόνιμης κατάθεσης των απόψεων και προσέγγιση της αλήθειας. Χωρίς να επιθυμούμε την εύρεση της αλήθειας διάλογο δε κάνουμε. Χωρίς να εντοπίσουμε την αλήθεια μέσα μας άκρη δε βρίσκεται. .

Καθώς ο διάλογος χωρίς την πρόθεση «δια» είναι απλά μονόλογος θα ήταν συνετό από μέρους μας αν δε ξέρουμε τι είναι, τουλάχιστον να μάθουμε τι δεν είναι και να το αποφεύγουμε.

Γιατί, δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά από το μιλάς και να σε ακούνε όπως και μεγαλύτερη θλίψη από το να μην ακούγονται όσα εκφράζεις.