Τάσος Ράτζος (σκηνοθέτης)

Written by

 

Με αφορμή την παράσταση “Παραμύθια στο Ασανσέρ” που ανεβαίνει από 5 Οκτωβρίου στο θέατρο Κολοσσαίον, το thessaloniki-portal.gr και η Ιωάννα Λιούτσια συνομίλησαν με τον σκηνοθέτη της παράστασης, Τάσο Ράτζο.

Τι πρόκειται να παρακολουθήσουμε στην παράσταση “Παραμύθια στο Ασανσέρ” στο θέατρο Κολοσσαίον;

Θα παρακολουθήσετε πέντε νεοελληνικά λαϊκά παραμύθια, από διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας, το καθένα από τα οποία έχει ένα διαφορετικό θέμα που μας αφορά πάρα πολύ σήμερα.

Δηλαδή, με ποιον τρόπο μας αφορούν τα παραμύθια που επιλέξατε για την παράσταση ;

Ασχολούμαι πάρα πολλά χρόνια με το Ελληνικό λαϊκό παραμύθι, περίπου 25 χρόνια, και η ερώτηση που έκανα από την πρώτη στιγμή στον εαυτό μου, είναι γιατί πρέπει να ασχοληθούμε με το Ελληνικό λαϊκό παραμύθι και να μην το αφήσουμε έτσι στις συλλογές του να κοιμάται ήσυχο, και διαπιστώνω ότι υπάρχει απίστευτος χώρος και τεράστια ομορφιά, και στην παράσταση ακριβώς σ΄ αυτήν την ερώτηση θέλω να απαντήσω. Έχει θέση σήμερα το ελληνικό λαϊκό παραμύθι στον κόσμο μας; Και την απαντάω μέσα στην παράσταση, γιατί η παράσταση ξεκινάει μέσα σ’ ένα ασανσέρ σε μια πολυκατοικία, όπου κάθε μέρα συναντιούνται πέντε άνθρωποι και ποτέ δεν ανταλλάσσουν ούτε λέξη γιατί το ασανσέρ τους δημιουργεί μια κλειστοφοβία, δεν ανοίγουν το στόμα τους, δεν μιλά ο ένας στον άλλον ποτέ. Ώσπου μια μέρα, κάποιος από αυτούς αποφασίζει ν’ ανοίξει το στόμα του και να πει κάτι στους άλλους, κι αυτό το κάτι είναι ένα μικρό ελληνικό λαϊκό παραμύθι – όσο κρατάει η διαδρομή του ασανσέρ- γιατί υπάρχουν και μικρά παραμύθια, δεν υπάρχουν μόνο μεγάλα. Αυτό το παραμύθι, λοιπόν, έχει θέμα τη φιλία, και τότε κάτι αλλάζει και από εκεί που το ασανσέρ είναι ένα μουντό ασανσέρ και δεν υπάρχει ούτε μια καλημέρα, το ασανσέρ γεμίζει χρώματα, γεμίζει φως, κι αλλάζει όλος ο κόσμος και οι σχέσεις μεταξύ τους. Και το δεύτερο πράγμα, είναι τι μας λένε τα ελληνικά λαϊκά παραμύθια; Ανοίγουν τεράστια θέματα, ας πούμε υπάρχει μια σχέση με το χρήμα. Η χώρα μας αυτή τη στιγμή περνάει μια πολύ μεγάλη κρίση, η οποία για μένα πρωτίστως είναι ηθική, είναι και οικονομική βεβαίως, αλλά εμένα ως καλλιτέχνη με αφορά πρωτίστως το ηθικό κομμάτι. Δεν πρέπει να αλλοιωθούμε επειδή έχουμε λιγότερα λεφτά. Δεν πρέπει να χάσουμε τις αρχές μας, την ηθική μας, την αξιοπρέπειά μας,. Αυτό, λοιπόν, το λέει πάρα πολύ καθαρά ο λαός στα παραμύθια. Ότι υπάρχει πλούτος ψυχικός ανεξάρτητος από τον οικονομικό. Με εξαιρετικό χιούμορ και με συγκίνηση, το θέτουν πολύ ωραία τα παραμύθια. Να, λοιπόν, που τα θέματα που μας αφορούν σήμερα βρίσκονται μέσα στα παραμύθια, αγγίζουν ακριβώς αυτά τα πράγματα.

Ποιους αφορούν τα παραμύθια; Μόνο τα παιδιά ή και τους ενήλικες;

Τα παραμύθια δεν έχουν όριο ηλικίας. Είναι και για μικρά και για μεγάλα παιδιά αρκεί κανείς να κάνει κέφι να παρακολουθήσει μια ιστορία.

Πιστεύετε ότι τα παιδιά σήμερα ενδιαφέρονται για τα παραμύθια; Τους αρέσει να βλέπουν, να ακούνε, να διαβάζουν παραμύθια;

Τα παραμύθια ικανοποιούν μια ανθρώπινη γενετήσια ανάγκη, οι άνθρωποι από τη στιγμή που γεννιούνται θέλουν να ικανοποιούν το φαντασιακό τους, να καλλιεργούν την φαντασία τους. Τα μωρά παίζουν με παιχνίδια που κάνουν ακριβώς αυτό π.χ. κρύβονται, κλείνουν τα μάτια και βλέπουν μια εικόνα και όταν ανοίγουν τα μάτια περιμένουν να δουν αν όντως αυτή η εικόνα ισχύει. Έτσι, αρχίζει αυτή η καλλιέργεια του φαντασιακού. Και μεγαλώνοντας, συνεχίζουμε να το καλλιεργούμε. Γι’ αυτό βλέπουμε ταινίες, πάμε στο θέατρο, γι’ αυτό διαβάζουμε μυθιστορήματα, γιατί είναι η άλλη πλευρά. Στα παιδιά αρέσει πάρα πολύ να παίζουν με φανταστικά πράγματα. Το παραμύθι καλλιεργεί ακριβώς αυτήν την πλευρά τους.

Πιστεύετε ότι τα ελληνικά λαϊκά παραμύθια χάνονται;

Όλα τα λαϊκά παραμύθια είναι φτιαγμένα για να πάνε από στόμα σε στόμα κι από γενιά σε γενιά. Δυστυχώς, οι συνθήκες μες στις οποίες γεννιόνταν τα παραμύθια, δεν υπάρχουν. Σήμερα δεν γεννιούνται παραμύθια. Εμείς απλώς λέμε τα παραμύθια που γεννήθηκαν παλιότερα. Όπως δεν υπάρχει ο νερουλάς, που κουβαλούσε το νερό και το πήγαινε στα σπίτια, δεν υπάρχει ο πεταλωτής αλλά υπάρχουν βουλκανιζατέρ, έτσι δεν υπάρχει πια και το ελληνικό λαϊκό παραμύθι, γιατί χρειάζεται κάποιες συνθήκες: το καλοκαίρι ένα δέντρο, το χειμώνα ένα τζάκι, δεν υπάρχουν πια αυτά. Είμαστε ο καθένας στο διαμέρισμά του. Έχουμε πάψει να συναντιόμαστε όλοι μαζί για να καθαρίσουμε τα φασόλια το βράδυ, να συναντόμαστε στα νυχτέρια, όπου κάτι έπρεπε να κάνουμε, κάτι έπρεπε να πούμε,στις ατελείωτες χειμωνιάτικες ώρες, ένα παραμύθι ή ένα τραγούδι. Τώρα δεν γεννιούνται πια όμως έχουν έναν τεράστιο πλούτο. Εκεί είναι οι ρίζες της γλώσσας, αποκαλύπτεται η φύση αυτού του λαού, έχουνε μια τεράστια ποιητικότητα, εγώ χάνομαι μέσα στην υπέροχη ποίηση αυτών των παραμυθιών και θέλω αυτό το πανέμορφο υλικό να βρούμε έναν τρόπο να τον μοιραστούμε σήμερα. Πώς η Disney παίρνει, ας πούμε, έναν παλιό μύθο που λέγεται “Η Ωραία Κοιμωμένη” και την κάνειMalevicent”; Πρέπει κι εμείς ν’ ασχολούμαστε με τα λαϊκά παραμύθια, έχουμε τα δικά μας υπέροχα παραμύθια, τα οποία δεν τα δίνουμε στα παιδιά μας. Τα παιδιά μας μεγαλώνουν μόνο με τα παραμύθια της Disney, πρέπει να μάθουν και τα δικά μας παραμύθια. Ας πούμε, οι Πολωνοί είχαν κάποιες ιστορίες, τον “Μπόλεκ και Λόλεκ”, και τα παιδιά τους τα μεγάλωναν και με “Μπόλεκ και Λόλεκ”. Οι Γάλλοι έχουν έναν εξαιρετικό σκηνοθέτη, τον Οτσελό, που κάνει εξαιρετικά πράγματα για παιδιά. Εμείς δεν έχουμε αντίστοιχα παραδείγματα που να ασχολούνται πολύ σοβαρά με το παιδί, με το τι ελληνικό θα μπορούσαμε να δείξουμε στο παιδί. Οπότε, αρκούμαστε στην Disney. Δεν λέω, είναι καταπληκτικές οι ταινίες της Disney, είναι παγκόσμιες, αλλά θα έπρεπε πλάι σ’ αυτό το εξαιρετικό, το τεράστιο, το παγκόσμιο, να υπάρχει και το ελληνικό. Και αυτό είναι ένα ερώτημα στο οποίο προσπαθεί να απαντήσει αυτή η παράσταση. Έχει θέση στον κόσμο μας το ελληνικό λαϊκό παραμύθι;

Το δικό σας αγαπημένο παραμύθι ποιο είναι; Είναι κάποιο από τα παραμύθια της παράστασης;

Τα παραμύθια που αγαπώ περισσότερο απ’ όλα είναι τα μεγάλα ”μαγικά” παραμύθια και τα πιο αγαπημένα μου είναι τα σμυρνέικα. Στην παράσταση έχουμε ένα παραμύθι από τη Νάξο, ένα από την Κύπρο, ένα παραμύθι από τη Σκύρο και ένα από την Αττική. Κι είναι παραμύθια που ακούγονται στην ντοπιολαλιά τους, δεν τα μεταφράζουμε, γιατί δεν χρειάζονται μετάφραση τα παραμύθια. Ακούς και καταλαβαίνεις από τα συμφραζόμενα της λέξης, και μαθαίνεις και καινούριες λέξεις κι είναι υπέροχο αυτό, το πώς τα παιδιά αντιλαμβάνονται τη λέξη, και μπορούν και να το επιβεβαιώσουν ρωτώντας.

Γνωρίζοντας ότι έχετε ασχοληθεί κατά κόρον με το θέατρο για παιδιά, θα ήθελα να σας ρωτήσω τι είναι εκείνο που σας ενδιαφέρει και σας συναρπάζει σ’ αυτό;

Πιστεύω πως στην Ελλάδα υπάρχει ένα κενό, υπάρχει ένα κενό στο θέατρο για παιδιά. Πολλοί λίγοι άνθρωποι έχουν ασχοληθεί πραγματικά σοβαρά με το θέατρο για παιδιά. Ο πρώτος που το έκανε αυτό και το έκανε πραγματικά σοβαρά και αφιερώνοντας πολύ χρόνο και ψάχνοντας τι γίνεται στο εξωτερικό είναι η Ξένια Καλογεροπούλου. Εκείνη ξεκίνησε την πραγματική, ποιοτική ενασχόληση. Στη δουλειά που κάνω, λοιπόν, προσπαθώ να ψάχνω και να προσφέρω το καλύτερο που μπορώ, γιατί πιστεύω ότι αν θα συμβεί κάτι ποτέ σ’ αυτόν τον τόπο, θα ξεκινήσει απ’ τα παιδιά, από την παιδεία. Γιατί “παιδευόμαστε” μέσα στο θέατρο και θέλω να δίνω το καλύτερο στους ανθρώπους γιατί αύριο θα τους ξανασυναντήσω και θέλω να τους έχω δώσει κάτι πολύ όμορφο κι εκείνοι θα μου το ανταποδώσουν. Πιστεύω στη γενναιοδωρία του να δίνεις γιατί θα έρθει η στιγμή που θα σου ανταποδοθεί.