Το κλειδί (Τανιζάκι, εκδόσεις Άγρα) *κριτική

Written by

Ένα Βιβλίο γραμμένο με τη μορφή δύο παράλληλων ημερολογιακών καταγραφών των προσωπικών  εκμυστηρεύσεων -που αφορούν τη σεξουαλική κυρίως σχέση δύο συζύγων-  και  με διαφορετική  γραμματοσειρά (άνδρας- γυναίκα) για την Ελληνική έκδοση, σε πρωτοπρόσωπη και τριτοπρόσωπη αφήγηση, με πλάγιους διαλόγους,  μεταφερόμενες σκέψεις από το ημερολόγιο του άνδρα στης γυναίκας  και με επαναλήψεις σκέψεων, κυρίως στο ημερολόγιο της γυναίκας,   αποκαλύπτει μια κουρασμένη σχέση συμβίωσης. Ημερολόγιο ενός άνδρα που ποθεί τη γυναίκα του και ζητά μεγαλύτερη ηδονή ωθώντας τη σχέση τους  σε οριακό τέλος για τον ίδιο, ημερολόγιο μιας γυναίκας, της συζύγου, που γράφεται   κρυφά, σε χειροποίητο χαρτί για να μην κάνει θόρυβο,  με προφυλάξεις  και τέλος με ευχαρίστηση και πάθος απελευθερωμένης ενέργειας.  Ένα ημερολόγιο που γράφει κρυφά ο ένας για τον άλλον ως πρόκληση  κρυφής ανάγνωσης , ως έκφραση σκέψεων που αποκαλύπτουν διαφορετικές ψυχοσυνθέσεις στο πλέγμα μιας κοινής ζωής διαποτισμένης από ηθικούς και αισθητικούς κανόνες συμβίωσης.

Το  ημερολόγιο ενός ώριμου άνδρα, καθηγητή στο πανεπιστήμιο, συζύγου και πατέρα μιας κόρης , το κλειδί με το οποίο το  κλειδώνει,  φροντίζοντας να υποπέσει στην αντίληψη της συζύγου του  η οποία με τη σειρά της αποφασίζει να καταγράφει κι αυτή  τις μύχιες σκέψεις της , συνεχίζοντας ένα παιχνίδι προκλήσεων  στο πεδίο της σεξουαλικής ορμής-ηδονής,  ως την εξόντωση.

 

Τα πρόσωπα αυτής της ιστορίας είναι η Ικούκο σαρανταπέντε χρόνων, ο άντρας της πενήντα έξι χρόνων,  η Τοσίκο -κόρη τους- και ο Κιμούρα  φοιτητής του συζύγου- καθηγητή,  φίλος της Τοσίκο. Γύρω από αυτά τα πρόσωπα θα ξετυλιχτεί μια ιστορία ασυνήθιστη,  ένα παιχνίδι ηδονής που θα εμπλέξει και τον νεαρό Κιμούρα ως τρίτο πρόσωπο φαντασίωσης-πόθου- σύγκρισης,  ανάμεσα στο κουρασμένο και με διαφορετικές αρχές  ζευγάρι των δύο συζύγων. Ο πόθος της απόλαυσης και της κατάκτησης  θα οδηγήσει  σε ακραία συμπεριφορά ζήλειας και υποταγής, απαίτησης και υπακοής ως το θάνατο του άνδρα.

Μια ιστορία που νοσηρά παρασύρει σε έναν λαβύρινθο αναζήτησης  μεγαλύτερης ηδονής τον άνδρα ο οποίος αισθάνεται αδύναμος και καταφεύγει σε άλλες δυνάμεις προκειμένου να γευτεί την ηδονή που του αναλογεί στο έπακρο. Η Ικούκο, αριστοκρατικής καταγωγής και με διαφορετικές αρχές στο θέμα των ερωτικών τρόπων συνεύρεσης- πιο παραδοσιακή και με μια τάση συντήρησης- ξαφνιάζεται αλλά υποτάσσεται στο μέσον που χρησιμοποιεί ο σύζυγός της –το αλκοόλ-προκειμένου να τον οδηγήσει στη διέγερση. Έτσι, μ’ αυτόν τον τρόπο μεθώντας σιγά- σιγά τη γυναίκα του, εκείνος απολαμβάνει να την κοιτάζει, όντας εκείνη αναίσθητη, τη φωτογραφίζει γυμνή στο φως των ηλεκτρικών λαμπτήρων,  απωθώντας για λίγο τη μελαγχολική διαπίστωση ότι γερνάει ενώ η γυναίκα του είναι ακόμη νέα. Σχεδόν κάθε βράδυ στο σπίτι τους στην τελετουργία του ποτού, είναι παρών και ο Κιμούρα, ο οποίος αναλαμβάνει να μεταφέρει τη γυναίκα στην κρεββατοκάμαρά της, να καλέσει γιατρό όταν εκείνη πέφτει αναίσθητη. Ανάμεσα στα τρία αυτά πρόσωπα λειτουργεί ένα πεδίο φαντασιώσεων καθοδηγούμενων από τον έντονο πόθο μιας έλξης που θα αλλάξει τροπή όταν ο ηλικιωμένος άνδρας θα  καταρρεύσει μπροστά στα μάτια της συζύγου του. Εκείνη σταδιακά αντιλαμβάνεται το παιχνίδι των υπαινιγμών και υποταγμένη στην αντίληψη ότι δεν διαπράττει κάτι κακό,  εφόσον ικανοποιεί την επιθυμία του συζύγου της, οδηγείται εν τέλει στον Κιμούρα. Τα δύο πρόσωπα μιλούν στον πληθυντικό, δείγμα παλαιών τρόπων αντίληψης της ευγένειας. Στην ιστορία εμπλέκεται και η Τοσίκο που διατηρεί έναν χαλαρό δεσμό με τον Κιμούρα. Αντιλαμβάνεται τα γεγονότα από μία άλλη οπτική,  υποστηρίζοντας τις μυστικές συναντήσεις της μητέρας της  με τον Κιμούρα ως απάντηση στις χυδαίες,  μη κατανοητές για εκείνη, απαιτήσεις του πατέρα.

Το ημερολόγιο του άνδρα ξεκινάει την πρωτοχρονιά. Είναι –όπως σημειώνει ο μεταφραστής του έργου- γραμμένο σε ιδιότυπη γλώσσα στο πρωτότυπο, βασίζεται σε ένα τέχνασμα που δύσκολα μεταφράζεται, μια γραφή διφορούμενη, με πολλές ερμηνείες. Αντί  να είναι γραμμένο σε συνδυασμό του συλλαβικού αλφαβήτου «χιραγκάνα» και των ιδεογραμμάτων που συνιστά τη γραπτή Ιαπωνική  γλώσσα, βασίζεται στη χρήση  των ιδεογραμμάτων και του συλλαβικού αλφαβήτου «κατακάνα» μιας παλαιότερης γραφής. Το ημερολόγιο της γυναίκας, ξεκινά στις 4 Ιανουαρίου –όταν ανακαλύπτει το κλειδί του ημερολογίου του συζύγου της- και ολοκληρώνεται στις 11 Ιουνίου(ο άντρας πεθαίνει στις 2 Μαΐου, το ημερολόγιό του σταματά στις 15 Απριλίου).

Ο συγγραφέας Τζουνιτσίρο Τανιζάκι γράφει «Το κλειδί» το 1956. Είναι το προτελευταίο του μυθιστόρημα. Το  κλειδί έγινε ταινία στην Ιαπωνία και το 1960 βραβεύτηκε στο φεστιβάλ των Καννών. Το μελαγχολικό  αίσθημα του χρόνου που περνάει  κι οδηγεί στην αδυναμία, η επιθυμία της απόλαυσης του ηλικιωμένου άνδρα, ο γάμος, η οικογένεια,  η ομορφιά, η αισθητική, ο τρόπος ζωής, η ηθική, ο πόθος, η έλξη, οι συνήθειες,  η ενδυμασία  ιαπωνικού και  δυτικού τύπου , η παράδοση και  η εξέλιξη,  είναι θέματα αυτού του βιβλίου. Παράλληλα η ιατρική επιστήμη και οι πρακτικές λαϊκές συνήθειες πολλών χιλιάδων χρόνων, η περιπέτεια της γραφής και της επικοινωνίας, οι προκαταλήψεις, η κοινή ζωή του ζευγαριού και τα μυστικά  που αποκαλύπτονται για να πληγώσουν και να λυτρώσουν το ανικανοποίητο των πόθων , εκφράζονται  με λεπτότητα, με  μια γραφή υπαινικτική και άμεσα διεισδυτική. Πρωτότυπο θέμα που ο συγγραφέας το διαχειρίζεται περίπλοκα, αποκαλύπτοντας εκδοχές ενός ζωτικού ενστίκτου υπό το πρίσμα της επιδίωξης της απόλαυσης, στη διαστροφή της συνενοχής που εκμαυλίζει ο πόθος, στο ρητό και το άρρητο που δυναστεύει το σώμα, τη σκέψη, τις αισθήσεις, στη μοναχικότητα ως το θάνατο.

«15 Απριλίου

…και μόνος μου πια αντιλαμβάνομαι ότι το μυαλό μου μέρα με τη μέρα παίρνει την κάτω βόλτα. Απ’ τον καινούργιο χρόνο και δω  έχω εγκαταλείψει τα πάντα και  αφιερώθηκα με μανία στο να  δώσω ικανοποίηση στη γυναίκα μου, τόσο που χωρίς να το συνειδητοποιήσω έχω φτάσει στο σημείο να μην έχω κανένα ενδιαφέρον για οτιδήποτε δεν έχει  σχέση με τον κόσμο της λαγνείας. Η ικανότητα του νου μου να σκεφτεί πάνω στο οτιδήποτε έχει εξασθενήσει και δεν έχω τη δύναμη να συγκεντρωθώ ούτε για πέντε λεπτά.  Ένα μόνο πράγμα κατακλύζει το μυαλό μου και αυτό είναι ό,τι σχετίζεται με τις αμέτρητες φαντασιώσεις συνεύρεσης με τη γυναίκα μου. Από παλιά, ό,τι κι αν συνέβαινε, δεν είχα ποτέ εγκαταλείψει το διάβασμα,  τώρα τελευταία όμως περνάω τη ζωή μου χωρίς να διαβάζω γραμμή».

«Αυτή την εποχή  η μόδα είναι να φοριούνται τα γιαπωνέζικα ρούχα σαν να ήταν δυτικά, η γυναίκα μου όμως αντίθετα  φοράει τα δυτικά σαν να ήταν γιαπωνέζικα. Κάτω απ’ την ευρωπαϊκή κοψιά του ρούχου διαφαίνεται ένα σώμα φτιαγμένο για κίμονο».

«4 Ιανουαρίου

…ένας άνθρωπος σαν κι εμένα που δεν ανοίγει την καρδιά του στους άλλους  χρειάζεται τουλάχιστον να μιλάει και να ακούει ο ίδιος τον εαυτό του. Δεν θα κάνω όμως το σφάλμα να ιδεάσω το σύζυγό μου ότι κρατάω και η ίδια ημερολόγιο».

« …Από φέτος έχω αποφασίσει να γράφω ανοιχτά πάνω σε κάτι που μέχρι τώρα δίσταζα ακόμη και να το μνημονεύσω στο ημερολόγιό μου.Είχα αποφύγει το να αναφέρομαι με τόσο συγκεκριμένο τρόπο σε ό,τι σχετίζεται με τη σεξουαλική ζωή την οποία μοιράζομαι με τη γυναίκα μου. Κι αυτό από φόβο μήπως εκείνη διαβάσει στα κρυφά αυτό το ημερολόγιο και θυμώσει. Από φέτος όμως αποφάσισα να μη φοβάμαι πια τέτοια πράγματα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εκείνη γνωρίζει πως αυτό εδώ το ημερολόγιο βρίσκεται σε κάποιο απ’ τα συρτάρια της βιβλιοθήκης. Γόνος παλιάς παραδοσιακής οικογένειας του Κυότο, μεγαλωμένη μέσα σε μια ατμόσφαιρα φεουδαρχική, έχει ακόμη και σήμερα περί πολλού τις παρωχημένες ιδέες της περί ηθικής…»

«17 Απριλίου

Αυτή η μέρα η τόσο σοβαρή για τον άντρα μου είναι απαράλλαχτα το ίδιο σοβαρή και για μένα. Είναι πιθανό το σημερινό ημερολόγιο να γίνει η γραπτή μνήμη πραγμάτων  που δεν θα μπορέσουν να ξεχαστούν σ’ όλη μου τη ζωή».

Junichiro   Tanizaki  (1886- 1965). Έγραψε πολλά έργα  σε διαφορετικό στυλ και θεματολογία. Μελέτησε τη Δυτική λογοτεχνική παραγωγή, αφοσιώθηκε στις παραδοσιακές αξίες του Ιαπωνικού πολιτισμού. Το αριστούργημά του θεωρείται το βιβλίο «Το ελαφρύ χιόνι» που απεικονίζει την αστική ζωή στην Οσάκα πριν το Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Στις εκδόσεις Άγρα κυκλοφορεί επίσης το δοκίμιο «Το εγκώμιο της σκιάς» (1933) σε μετάφραση (από τα Ιαπωνικά) Παναγιώτη Ευαγγελίδη.

ΤΑΝΙΖΑΚΙ
ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΡΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΙΑΠΩΝΙΚΑ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΔΗΣ

γράφει η Άγγελα Μάντζιου.