Το ψωμί της Νινευΐ- στο θέατρο Αμαλία * κριτική

Written by

Το έργο «Το ψωμί της Νινευΐ», παρακολουθήσαμε στο θέατρο Αμαλία. Έργο ατελές και περιορισμένο νοηματικά, το οποίο διαπραγματεύεται το θέμα του πολέμου και  της προσφυγιάς,  της φυγής σε ξένη γη, της αναζήτησης μιας δεύτερης ευκαιρίας ένταξης, στην επινόηση μιας  καινούργιας ταυτότητας, σε μια νέα πατρίδα.

Δύο είναι τα πρόσωπα του έργου. Ένας άνδρας και μία γυναίκα. Είναι πρόσφυγες.  Ανήκουν σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις. Προέρχονται από την ίδια χώρα. Έχουν διαφορετική ηλικία. Στο βάθος της ψυχοσύνθεσής τους όμως  αγγίζονται στο οριακό γεγονός της ανατροπής της ζωής τους,  εξαιτίας  του θανάτου μελών της οικογένειάς τους, λόγω του πολέμου και  της βίας. Αυτό είναι το κοινό τους στοιχείο, το τραύμα, ο φόβος, η απώλεια, ο ξεριζωμός  από τη γη της πατρίδας τους, ο αγώνας συνέχισης της ζωής σε ξένο περιβάλλον.

Η ιστορία τους ξετυλίγεται σταδιακά, ως αντιπαράθεση, εξομολόγηση, αναφορά, καταγγελία  και εκμυστήρευση, στον εσωτερικό χώρο μιας αίθουσας στη διαδικασία  εξέτασης  του αιτήματός τους.

Σ’ αυτή την αίθουσα, γύρω από ένα τραπέζι με καρέκλες, εμφιαλωμένα νερά, σημαίες και  με ονόματα και τίτλους των εξεταστών του αιτήματος ασύλου, θα σταθούν  ο ένας απέναντι στον άλλον, σε μια ψυχογραφική αναμέτρηση. Θα σταθούν στις καρέκλες στην προκαθορισμένη, για αυτούς τους μοναχικούς ανθρώπους, θέση,  που γράφει  τα μικρά τους ονόματα, αναμένοντας μια πιθανή λύση στο πρόβλημα.  Λύση η οποία στηρίζεται στη θέληση να ζήσουν, να συνεχίσουν την τραυματισμένη ζωή σε μια νέα πατρίδα. Στην Γερμανία.

Με ένα τραγούδι,  σαν  μελαγχολικός ψαλμός – νανούρισμα,  ξεκίνησε η παράσταση. Οι δύο ηθοποιοί εισήλθαν στη σκηνή από διαφορετικές εισόδους. Πρώτα είδαμε την γυναίκα. Ύστερα, από την πλευρά των θεατών, εισήλθε στη σκηνή -αίθουσα αναμονής-  ο άνδρας, τη φωνή του οποίου ακούσαμε στη συνθήκη του τραγουδιού, στο συμβολισμό της  γλώσσας του,  όπως ακούγεται να τον συντροφεύει αναμνηστικά στον ξένο τόπο. Ύστερα ακούσαμε και μουσικές φράσεις του κλασσικού ρεπερτορίου, του συνθέτη – συμβόλου του τόπου στον οποίο βρέθηκαν ξεριζωμένοι και ξένοι.

Οι δύο ηθοποιοί, έδωσαν ενέργεια στο κείμενο, ένα κείμενο  περιορισμένο νοηματικά, θεωρητικό σε πολλά σημεία του, με αναμενόμενες εικόνες στη λεκτική του καταγραφή και, από μία οπτική,  με αδύναμο  κλείσιμο στο τέλος. Ο αγώνας τους δόθηκε με ένταση και με έμπειρο παλμό. Κατάφεραν να συγκινήσουν τους θεατές, γενικά  με τον προσωπικό τρόπο της εξιστόρησής τους,  με τις σιωπές και το χαμηλόφωνο τραγούδι τους και ειδικά  όπως απευθύνθηκαν ερωτηματικά  και σ’ αυτούς,  στον αναφορικό κύκλο θεμάτων τόσο επίκαιρα σύγχρονων και διαχρονικών ταυτόχρονα.

Η δοκιμασία τους συμπτύχθηκε σκηνοθετικά  στη συμβολική εικόνα του μοιράσματος και του εναγκαλισμού: Το ψωμί, αυτό το αρχέγονο σύμβολο,  μοιράζονται οι δύο αυτοί άνθωποι, το γλυκόπικρο ψωμί της εξορίας, στην ανάμνηση της πατρίδας τους και της πόλης τους, χτισμένης  στα ερείπια της αρχαίας  Νινευΐ, στην υπογράμμιση του κειμένου,  σε έναν σαφή νοηματικό  υπαινιγμό,  των επάλληλων κύκλων της Ιστορίας στη σκιά και  της δικής τους ιστορίας.

Το ψωμί της Νινευΐ
Κείμενο: Αντώνης και Κωνσταντίνος Κούφαλης
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Μυλωνάς
Σκηνικά-κοστούμια: Δήμητρα Λιάκουρα
Φωτισμοί: Άννα Σμπώκου
Μουσική: Παύλος Κατσιβέλης
Επιμέλεια κίνησης: Νατάσα Σαραντοπούλου
Βοηθός σκηνοθέτη: Αμαλία Αντώνη
Eιδικός συνεργάτης:  Αλέξανδρος Βαμβούκος
Παίζουν: Λήδα Πρωτοψάλτη, Σταύρος Ζαλμάς.
Θέατρο Αμαλία

cityculture.gr/ γράφει η Άγγελα Μάντζιου