Τρωάδες, Αρχαίο Θέατρο Δίου (Φεστιβάλ Ολύμπου 2014)

Written by

Ο πόλεμος έχει τελειώσει. Τα τείχη έχουν γκρεμιστεί. Το δώρο των ελλήνων, το υπέροχο ξύλινο άλογο που, με εντολή της Θεάς Αθηνάς, άφησαν πίσω τους φεύγοντας, έχει ήδη μπει στην πόλη. Μετά τους πρώτους δισταγμούς, αρχίζει το γλέντι. Ένα γλέντι που διώχνει όλη την ένταση, τον πόνο, τον φόβο δέκα ολόκληρων χρόνων πολέμου. Η αμείλικτη σφαγή που άρχισε μόλις κόπασε η μουσική, έχει ήδη ολοκληρωθεί. Η μεγάλη λεηλασία και ο κλήρος για την μοιρασιά ζωντανών και άψυχων λαφύρων έχει ήδη γίνει. Η μοίρα της Τροίας έχει ήδη σφραγιστεί.

Και εδώ αρχίζει η μεγάλη αντιπολεμική τραγωδία του Ευριπίδη, Τρωάδες.

Οι γυναίκες της Τροίας, περιμένουν έξω από τα τείχη της πόλης να μάθουν την μοίρα τους. Και δεν είναι τυχαίες γυναίκες. Είναι η βασίλισσα Εκάβη, η μάντισσα κόρη της Κασσάνδρα, η νύφη της, η γυναίκα του Έκτορα, Ανδρομάχη που κρατάει αγκαλιά τον γιό της, και η άλλη, η νύφη που ποτέ δεν ήθελε, η γυναίκα που ενέπλεξε δύο κόσμους σε έναν δεκαετή πόλεμο, η Ελένη.

Η Κασσάνδρα πρώτη μαθαίνει την μοίρα της. Ο Αγαμέμνονας, τρελά ερωτευμένος μαζί της, απαιτεί να του δοθεί χωρίς κλήρο. Την θέλει για ερωμένη του. Εκείνη παρακαλά τον θεό Απόλλωνα να την απαλλάξει από το δώρο της μαντείας, που της είχε χαρίσει, και ορκίζεται να πάρει εκδίκηση για όλες τις γυναίκες της Τροίας, σκοτώνοντας τον Αγαμέμνονα.
Η Ιωάννα Παππά στον ρόλο της Κασσάνδρας είναι ανατριχιαστική. Μεταβάλλει μαγικά τον τόνο της φωνής της μέσα σε δευτερόλεπτα, καθώς ακροβατεί μεταξύ λογικής και μαντείας.

Η τύχη της Ανδρομάχης είναι τραγικότερη. Μαθαίνει ότι κληρώθηκε στον Νεοπτόλεμο τον γιό του Αχιλλέα, αλλά οι αρχηγοί των ελλήνων αποφάσισαν ότι ο γιός της πρέπει να πεθάνει. Είναι , λένε, πολύ επικίνδυνο να ανατραφεί από την μητέρα του ως ένας υποψήφιος αντίπαλος βασιλιάς, διεκδικητής του θρόνου της Τροίας. Πρέπει να γκρεμιστεί από τα τείχη της πόλης. Τον παίρνουν από την αγκαλιά της μάνας του, η οποία δεν έχει πλέον δάκρυα να χύσει, και φεύγει για το καράβι του Νεοπτόλεμου.
Η Ανδρομάχη της Μαρίας Πρωτόπαπα, είναι συγκροτημένη, απλή, με αρχοντική αξιοπρέπεια. Αποδίδει εξαιρετικά τον σπαραγμό για την τύχη του παιδιού της, αλλά και τον διχασμό της ανάμεσα στην πίστη προς τον νεκρό Έκτορα και στην προοπτική να κοιμηθεί στο κρεβάτι του γιού του Αχιλλέα.

Η Ελένη αφού βιάζεται από τον Αγαμέμνονα, περνάει ξανά στα χέρια του Μενέλαου. Αυτός αποφασίζει να μην την σκοτώσει στις ακτές της Τροίας, αλλά να την πάει πίσω στο Άργος και να την παραδώσει στις μανάδες, τις συζύγους, τις αδελφές και τις κόρες των νεκρών πολεμιστών. Η Ελένη προσπαθεί να τον σαγηνέψει, για να την δεχθεί πίσω ως σύζυγό του. Φθάνει στο σημείο να κατηγορήσει την Εκάβη ως μοναδική υπαίτιο για τον πόλεμο, γιατί παρά την προφητεία ότι ο Πάρις θα έφερνε συμφορές στην πόλη, δεν τον σκότωσε.
Η Ζέτα Δούκα ως Ελένη προσπαθεί να σταθεί αλαζονική και φιλήδονη και τα
καταφέρνει αρκετά καλά.

Η τραγικότερη όλων είναι η βασίλισσα Εκάβη. Έχει χάσει όλη την οικογένειά της, τον άντρα, τα παιδιά της, αποχωρίζεται την κόρη και την νύφη της και μαθαίνει ότι την μικρότερη κόρη της, την έσφαξαν στον τάφο του Αχιλλέα, ως δώρο, ως λάφυρο. Μαθαίνει ότι θα ακολουθήσει τον Οδυσσέα. Τον υπαίτιο για την πτώση της Τροίας. Αντέχει ως βασίλισσα την μοίρα της και συνάμα την καταριέται που θα καταλήξει μόνη, χωρίς παιδιά να την αγαπούν και να την προσέχουν, δούλα στην αυλή του Οδυσσέα.
Η Φιλαρέτη Κομνηνού είναι σπαρακτική. Συγκλονίζει με το βάθος των συναισθημάτων μιας μάνας, που έχει χάσει τα πάντα. Μιας βασίλισσας, που έχει χάσει την χώρα της.

Ο χορός των γυναικών εξαιρετικός επίσης, με τις σωστές δόσεις συναισθημάτων και καθαρό λόγο πλαισίωσαν άξια τις πρωταγωνίστριες.

Οι ανδρικοί ρόλοι μόνο τρεις.
Ο Στέλιος Μάϊνας, ως κήρυκας Ταλβύθιος που έφερνε τα νέα από το στρατόπεδο, καλός.
Ο Άρης Λεμπεσόπουλος κρατάει τον ρόλο του θεού Ποσειδώνα, και του Μενέλαου. Και στους δύο είναι καλός με τον ρόλο του Μενέλαου να υπερέχει. Του προσδίδει τον σωστό αέρα του νικητή, αλλά και του άντρα που ίσως και να αγαπάει ακόμα την Ελένη.
Πολύ αξιόλογος και ο Χρήστος Πλαϊνης στον ρόλο του στρατιώτη, ιδιαίτερα στην τελική σκηνή που προσπαθεί να πλύνει τα χέρια του από το αίμα, και δεν μπορεί να τα καθαρίσει με τίποτα.

Στο αρχαίο θέατρο του Δίου ο κόσμος από το πρώτο πεντάλεπτο της παράστασης σχεδόν δεν αναπνέει. Όσο το έργο προχωρά, το κοινό βουρκώνει. Θυμώνει. Ακούγεται το διακριτικό ψαχούλεμα μέσα στις τσάντες για κάποιο χαρτομάντιλο. Στην νεκρική σιγή που ακολουθεί το τελευταίο κλείσιμο των φώτων, λίγο πριν το κοινό συγκροτηθεί και ξεσπάσει σε έντονα χειροκροτήματα, ακούω την κοπέλα που κάθεται πίσω μου να λέει «έχω χρόνια να κλάψω τόσο πολύ σε παράσταση».

Ο Ευριπίδης έγραψε τις Τρωάδες το 415 π.Χ. αλλά οι φωνές των γυναικών που χάνουν τα παιδιά τους, τους συζύγους τους, η καταστροφή των σπιτιών τους, ο ξεριζωμός, είναι ακόμα και σήμερα τα ίδια. Έχουν περάσει 2.500 χρόνια από τότε που γράφτηκε, και όμως είναι τόσο σύγχρονο έργο, γιατί την ίδια τραγωδία βιώνουν εκατομμύρια γυναίκες και παιδιά σε όλες τις γωνιές της γης. Απλά γιατί κάποιοι αρέσκονται στα παιχνίδια εξουσίας. Ίσως αυτή η ταύτιση να έφερε τα τόσο έντονα συναισθήματα στο κοινό.
Είναι μία εξαιρετική παράσταση που δεν πρέπει να χάσετε.