Zyklon – ή το πεπρωμένο * η κριτική μας

Written by

Μια πολύ ιδιαίτερη κι εμπνευσμένη παράσταση είδαμε στο Θέατρο Blackbox. Ο επιβλητικός μαύρος χώρος του θεάτρου γίνεται η σκοτεινή κάψουλα που φιλοξενεί τους δύο παίκτες ενός παγκόσμιου παιχνιδιού : του Zyklon. Το παιχνίδι έχει το όνομα του αερίου που χρησιμοποιούσαν στο Άουσβιτς για να θανατώνουν τους Εβραίους. Οι δύο ήρωες- ένας άντρας και μια γυναίκα- κλείνονται μαζί σε μια κάψουλα. Το φως κλείνει. Το σκοτάδι εισχωρεί στο μυαλό τους, το χαλαρώνει, το τρομάζει, το απελευθερώνει. Αρχίζουν να μιλούν… Αρχικά λέγοντας την ιστορία της ζωής τους. Στη συνέχεια εφευρίσκουν ιστορίες ο ένας για τον άλλον. Γοητευτικές, απίθανες, ενίοτε τρομακτικές ιστορίες. Η ιστορία του Ολοκαυτώματος επανέρχεται στην κουβέντα τους. Τελικά ομολογούν ότι αγαπούν ο ένας τον άλλον. Η γυναίκα απειλεί ότι θ’ αυτοκτονήσει . Αυτό γίνεται το έναυσμα για τον άντρα να παραδεχτεί ότι δεν είναι αυτός που πίστευε η γυναίκα πως ήταν ως εκείνη τη στιγμή. Της αποκαλύπτει την αληθινή του ταυτότητά. Ανάβουν τα φώτα. Το παιχνίδι μπορεί να τελειώσει. Όμως όχι…. Αυτή αρνείται να τον δει όπως πραγματικά είναι. Κλείνει μόνη της τα μάτια της για να κρατήσει την φαντασίωσή της. Ο άντρας, αν και αντιδρά, τελικά δέχεται να συνεχίσει κι αυτός το παιχνίδι με κλειστά μάτια όσο κι αν αυτό -στο τέλος- θ’ αποδειχτεί καταστροφικό και για τους δύο.

Η παράσταση, προσφέρει πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης. Κάποιος μπορεί να δει ένα ρεαλιστικό παιχνίδι. Οι άνθρωποι σήμερα κλείνονται καθημερινά σε «κάψουλες» ιντερνετικών παιχνιδιών. Συνομιλούν με αγνώστους που δεν βλέπουν. Φλερτάρουν και ρισκάρουν να γνωρίσουν κάποιον που μπορεί να έχει φρικώδη μυστικά και ν’ αποδειχθεί πράγματι πολύ επικίνδυνος για τη συναισθηματική και τη σωματική τους ακεραιότητα.
Το δεύτερο επίπεδο μπορεί να συνδεθεί με τις κυριολεκτικές αναφορές στο Ολοκαύτωμα τον Εβραίων, και με τα κατάλοιπα του στη συλλογική μνήμη της ανθρωπότητας. Τα μεγάλα τραύματα της ιστορίας μοιάζουν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους ακόμη κι όταν οι άνθρωποι αποφασίζουν να παίξουν άλλα, σύγχρονα και φαινομενικά πιο «αθώα» παιχνίδια.
Σε τρίτο επίπεδο μπορεί κάποιος να δει μια αλληγορική- σχεδόν επώδυνη-ποιητική απεικόνιση του έρωτα. Οι δύο -εν δυνάμει- εραστές μπαίνουν ,με δική τους ευθύνη, τυφλοί στο παιχνίδι του έρωτα. Φτιάχνουν ιστορίες για το αντικείμενο του πόθου τους. Το κάνουν να μοιάζει εξαιρετικό και επικίνδυνο. Όταν ο άλλος τους παρουσιάζει τον πραγματικό του εαυτό αρνούνται να τον δουν. Προτιμούν τα σενάρια που έχουν φτιάξει στο μυαλό τους γι’ αυτόν. Επιλέγουν οι ίδιοι να αποδεχθούν τον άνθρωπο αυτόν ως «πεπρωμένο» ακόμα κι αν αυτό τους στοιχίσει τη ζωή – κυριολεκτικά ή μεταφορικά. Μια αναμφίβολα πολύ πρωτότυπη αλληγορία πάνω στο ερωτικό παιχνίδι.
Ο θεατής μπορεί να διαβάσει το έργο ανάλογα με τις προσωπικές του αναφορές και προβληματισμούς.
Η σκηνοθεσία του Γιάννη Παρασκευόπουλου υπήρξε λιτή κι εμπνευσμένη. Με ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα , με μελετημένη χρήση του φωτός σαν να ήταν ένας τρίτος πρωταγωνιστής και με εξαιρετική διδασκαλία ηθοποιών κατάφερε να κάνει ένα δύσκολο (θεατρικά) κείμενο να αποκτήσει απτή θεατρική υπόσταση και να μεταφέρει με λιτές εικόνες τα πολλαπλά, δύσκολα ,και συχνά αλληγορικά, νοήματα του κειμένου. Είναι απ’ αυτές τις στιγμές που αντιλαμβάνεσαι τη δύναμη της καθαρής σκηνοθετικής ματιάς του και του γεμάτου σκηνικού λόγου που δεν χρειάζεται φλυαρία για να μεταδώσει εικόνες κι αισθήσεις.
Το αφαιρετικό σκηνικό της Σοφίας Παπαδοπούλου υπηρέτησε με συνέπεια την οπτική του σκηνοθέτη και βοήθησε τους ηθοποιούς να φτιάξουν ενδιαφέρουσες εικαστικές στιγμές.
Υποκριτικά η Ιωάννα Παγιατάκη υπήρξε πολύ γοητευτική, πολύ άμεση, πολύ εσωτερική. Έφτιαξε έναν ολοκληρωμένο χαρακτήρα με σάρκα και οστά. Μετέφερε στη σκηνή μια εσωτερική φλόγα που ζέσταινε και φώτιζε τον σκοτεινό χώρο ακόμη κι όταν τα φώτα έσβηναν.
Ο Κωνσταντίνος Γαβαλάς υπήρξε επίσης ένας πολύ γοητευτικός παρτενέρ που κουβαλούσε την αλαζονεία , αλλά και την τρυφερότητα του αρσενικού στο επικίνδυνο αυτό παιχνίδι που έπαιζαν οι δύο ήρωες.
Στο σύνολό της η παράσταση είναι μια ευτυχισμένη θεατρική στιγμή του φετινού χειμώνα. Μην τη χάσετε.

γράφει η Σωτηρία Ζάνταλη