«Εξομολογήσεις» κριτική παράστασης Παύλος Λεμοντζής

Written by

«Εξομολογήσεις» κριτική παράσταση Παύλος Λεμοντζής
«Της Κοκκώνας το σπίτι», ο «Αλιβάνιστος» και ο «Αμερικάνος»: δραματοποιημένα διηγήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη στο «Αυλαία»

Είχα δει το έργο με άλλη διανομή αλλά άκρως συναρπαστικό, εκεί γωνία Ερμού και Ίωνος Δραγούμη στη Θεσσαλονίκη. Τώρα , ανεβαίνει με νέα σύνθεση στο θέατρο «Αυλαία». Σπεύσατε να το απολαύσετε

Τρία δραματοποιημένα διηγήματα τού Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, «Της Κοκκώνας το σπίτι», ο «Αλιβάνιστος» και ο «Αμερικάνος» συντελούν στη μέθεξη των θεατών με τον κορυφαίο λογοτέχνη μας. Μικροί- μεγάλοι γνωρίζουμε ότι ο Σκιαθίτης ποιητής ( έκαμε τον πεζό λόγο ποίηση) υπήρξε ένας άριστος μελετητής της ανθρώπινης ψυχολογίας και των ηθών της εποχής του κι έγραψε τα κορυφαία ηθογραφήματα της νεότερης Ελλάδας.


Ο Δημήτρης Σακατζής, σπουδαίος ηθοποιός και σκηνοθέτης, ευλογημένος με μια έκτη αίσθηση, μελέτησε το έργο του πολυεπίπεδου διηγηματογράφου, διαισθάνθηκε τις ιδιαιτερότητες που αποπνέουν οι λέξεις του «κοσμοκαλόγερου» της λογοτεχνίας μας και, πέρα από τις επίκτητες γνώσεις, αντιλήφτηκε αυτόν τον ψυχικό συλλαβόγριφο, αυτήν τη σύνθετη προσωπικότητα, αυτόν τον συγγραφέα των συγγραφέων, ο οποίος είναι εξαιρετικά δύσκολο να ερμηνευτεί από μια μόνο οπτική γωνία. Έτσι, επέλεξε τρία διηγήματά του, για να μας δώσει μέσα από βιωματικό-σωματικό- μιμητικό θέατρο την θρησκευτικότητα, τον ερωτισμό, τη φυσιολατρία, τον παγανισμό και την ψυχολογική του διεισδυτικότητα στην πολιτική ζωή της δικής του αλλά και των μεταγενέστερων εποχών.

Μέσα από τον «χριστουγεννιάτικο» και «πασχαλιάτικο» Παπαδιαμάντη ταξιδέψαμε στον 19ο αιώνα , με «εργαλεία» μηχανής του χρόνου πέντε έξοχους καλλιτέχνες. Άλλωστε, ο Παπαδιαμάντης αντιμετωπίζει τα Χριστούγεννα, όπως και κάθε άλλη θεματογραφία, από την οπτική του λαϊκού βιώματος, χωρίς εξιδανικεύσεις, διδακτισμό ή τυμπανοκρουσίες. Οι γιορτές είναι αναπόσπαστο μέρος της συνολικής παρουσίας των ανθρώπων. Ο καθημερινός μόχθος, ο κίνδυνος, η βοή των λαϊκών καφενείων, η αρρώστια, η ξενιτειά, όλα εκείνα που συνθέτουν και αναδεικνύουν το παπαδιαμαντικό μεγαλείο θα ήταν αδύνατο να εκλείπουν από τη χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα.


Στο πρώτο δραματοποιημένο διήγημα «Της Κοκκώνας το σπίτι» ο Γιάννης ο Παλούκας, γραφικός ακαμάτης και καφενόβιος, στήνει καρτέρι στο ερειπωμένο σπίτι της Κοκκώνας, που όλη η πιτσιρικαρία θεωρούσε στοιχειωμένο και, παριστάνοντας το φάντασμα, αρπάζει τα λεφτά από τα κάλαντα των παιδιών . Στη συνέχεια, ο Παλούκας καταστρώνει σχέδιο μάχης και βολιδοσκοπεί τον χώρο προς εξασφάλιση διαφυγής του. Η δράση εξελίσσεται με όρους φαρσοκωμωδίας: «Απεφάσισε ν’ αρπάξη μιαν σανίδα, και μεταχειριζόμενος αυτήν ως σπάθην άμα και ως ασπίδα, να εκτελέση έξοδον διασχίζων τας τάξεις του εχθρού. Αλλά δευτέρα, ραγδαιοτέρα χάλαζα λίθων τον έκαμε να οπισθοδρομήση με δύο πληγάς εις την κνήμην και εις τον βραχίονα». Κι όταν αναγκάστηκε να πηδήξει τη μάντρα, για να ξεφύγει από την πίσω αυλή «… έπεσε βαρύς, εκτύπησεν εις το γόνυ, ανετράπη, ανωρθώθη, έψαυσε τα μέλη του, και βεβαιωθείς ότι δεν του είχε σπάσει κανέν κόκκαλον, ετράπη εις φυγήν». Η ολοκληρωτική ήττα, με την άτακτη φυγή, τις γρατζουνιές, τις μελανιές και τα λεφτά που του πέφτουν από την τσέπη είναι το πάθημα του τεμπέλη, που τελικά κερδίζει τη συμπάθεια.

Στον «Αλιβάνιστο» παρακολουθήσαμε εκστασιασμένοι από τον ευρηματικό τρόπο, την επανένταξη ενός ανθρώπου που έζησε χρόνια σαν ερημίτης για λόγους μηδαμινούς. Ένας ατυχής έρωτας κι ένα κλεφτό φιλί έκαναν τον μπάρμπα-Κόλια να χαθεί από προσώπου γης, αφού η γυναίκα που αγάπησε, παντρεύτηκε κάποιον άλλο. Όταν τυχαία ο παπάς, που έχασε το δρόμο του, συνάντησε τον αυτοεξόριστο, τον πήρε μαζί του στην εκκλησία για την Ανάσταση. Η θρησκευτική κατάνυξη, το τελετουργικό και η συμμετοχή του μπάρμπα-Κόλια ήταν η επιστροφή του στην κοινωνία. Η θρησκεία ως δεσμός και διαμεσολαβητικός κρίκος των ανθρώπων σηματοδοτεί την αδιάσπαστη ενότητα, την κοινωνική ταυτότητα όλων εκείνων που αποτελούν σύνολο και λειτουργούν ως σύνολο. Υπό αυτή την έννοια η θρησκεία, ως δόγμα, περνά σε δεύτερη μοίρα, αφού αυτό που προέχει είναι ο κοινωνικός της ρόλος. Τα τελευταία λόγια του μπάρμπα-Κόλια: «Αληθώς ανέστη, βρε! Δεν είμαι αλιβάνιστος!» μαρτυρούν την ανακούφιση της θρησκευτικής συμμετοχής , που δεν είναι τίποτε άλλο από τη συμμετοχή του στο κοινωνικό γίγνεσθαι.

Ο Αμερικάνος, «χριστουγεννιάτικος» κι αυτός, ύστερα από είκοσι χρόνια ξενιτιάς ξαναγυρίζει προσκυνητής στον τόπο που γεννήθηκε. Είναι η προσωποποίηση της σκληρής μοίρας του ξενιτεμένου. Έφυγε νεαρός κι επιστρέφει μεσήλικας. Πήγε να πλουτίσει στην «Αμέρικα» και τα κατάφερε. Ύστερα από σκληρή δουλειά «επανήλθε με χιλιάδας τινάς ταλλήρων εις τον τόπον της γεννήσεώς του». Το αντίτιμο όμως αυτής της «σερμαγιάς» ήταν πολύ ακριβό. Έχασε τη νιότη του, τη γλώσσα του, τους γονείς του, τους φίλους, την αρραβωνιαστικιά του. Γυρίζει στον τόπο του ξένος, άγνωστος, ξεχασμένος από όλους. Και ψάχνει να βρει την ψυχή του και τη χαμένη του ζωή μέσα στα ερείπια της παλιάς του γειτονιάς, στο πατρικό του σπίτι. Τελικά, ο Αμερικάνος πηγαίνει στο σπίτι της καλής του και όλα φωτίζονται, όλα ανοίγουν, λάμπουν, ξανανιώνουν.

Η παράσταση που έστησε ο Δημήτρης Σακατζής , τιμώντας τα πρωτότυπα κείμενα, είναι θεατρικό λεπτοδουλεμένο «κέντημα» , είναι ένα «γλέντι» κι ένα «μάθημα» υποκριτικής για πολλά μπράβο, για πολλούς επαίνους. Τέσσερις χαρισματικοί ηθοποιοί και μια εξαίσια μουσικός με φωνή-αηδονιού ερμηνεύουν όλους τους ρόλους χωρίς διακοπή, με το σώμα, με την έκφραση, με τη φωνή. Η καθαρεύουσα της αφήγησης, η ντοπιολαλιά στους διαλόγους, οι ήχοι που εκλύονται από κινήσεις σωμάτων και καιρικά φαινόμενα αποδίδονται αριστοτεχνικά από τους ισάξιους ηθοποιούς – άδικο να ξεχωρίσω κάποιον. Η τεχνική τους, τα εκφραστικά τους μέσα, η αλάνθαστη εκφορά του λόγου, καθηλώνουν το κοινό, το κρατούν προσηλωμένο στη σκηνή, ενώ οι άφθονες αποχρώσεις της παπαδιαμαντικής λογοτεχνικής ιδιαιτερότητας συγκινούν τους θεατές και υμνούν τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας. Συνοδοιπόρος στην ευφρόσυνη ατμόσφαιρα η μουσική από κρουστά και μόνο, ενώ το καλοδουλεμένο και συγχρονισμένο σύνολο κινείται στη σκηνή από την αρχή ως το τέλος με τη μορφή ενός «ζωντανού κόμικ», που χαρίζει γενναιόδωρα στους θεατές ψυχική ευφορία και απόλαυση. Μη χάσετε αυτήν την πραγματικά ιδιαίτερη παράσταση.

Συντελεστές:

Σκηνοθεσία – Δραματουργική Επεξεργασία: Δημήτρης Σακατζής
Μουσική Επιμέλεια – Τραγούδι: Έλσα Μουρατίδου
Σχεδιασμός αφίσας: Γιώργος Αρμουτζίδης
Φωτογραφίες-Trailer: Ironman Productions
Παίζουν:
Μάριος Μεβουλιώτης
Γιάννης Ναβραζίδης
Δημήτρης Σακατζής
Σωτήρης Ταχτσόγλου

cityculture.gr/ «Εξομολογήσεις» κριτική παράστασης / Παύλος Λεμοντζής