Μαρκουλάκης – Λιγνάδης – Μουτούση «Οιδίπους Τύραννος» στους Φιλίππους | κριτική παράστασης

Written by

Μαρκουλάκης – Λιγνάδης – Μουτούση «Οιδίπους Τύραννος» στους Φιλίππους | κριτική παράστασης Παύλος Λεμοντζής

Το κοίλο πλήρες. Η ορχήστρα γυμνή. Φυσικό το σκηνικό : αρχαία ερείπια, ανάμεσά τους τρία μεγαλοπρεπή δένδρα σαν Ολύμπια θεϊκή δύναμη στον «ιερό» χώρο, στο βάθος ο κάμπος των Φιλίππων. Η θυμέλη στο κέντρο προκαλεί. Τα ανάκτορα, τα τείχη, οι κοιλότητες του τοπίου, όπου και συντελείται το δράμα του Οιδίποδα Τυράννου, αντικαθίστανται από τα ίδια τα σώματα των ανδρών του Χορού, που εισέρχονται εν χορδαίς και οργάνοις, συσπειρώνονται, κυκλώνουν, μεγεθύνουν. Κρατούν πήλινα βρέφη σε εμβρυακή στάση . Τελετουργικά τα εναποθέτουν διάσπαρτα στο έδαφος, σα θύματα του λοιμού αλλά και σαν πολλαπλά είδωλα του μωρού που άφησε στον Κιθαιρώνα ο βοσκός. Βρέφος με δεμένα τα πόδια, ο γιος του Λάιου και της Ιοκάστης, με τον χρησμό ότι θα φονεύσει τον πατέρα του και θα κοιμηθεί με τη μάνα του.

Η σκηνή χαμηλόφεγγη. Ταφική σιωπή στον χώρο. Στη μυσταγωγική ατμόσφαιρα του αρχαίου θέατρου σκίζει τον αέρα το κρώξιμο του Γκιώνη. Κακός οιωνός. Από παλιά το λάλημά του θεωρούνταν προμήνυμα κακοτυχίας. Προϊδέαση, υπαινιγμός, προετοιμασία. Αυτός ο μύθος στάζει πόνο κι αλήθεια. Πονάει η αλήθεια.

Η παράσταση εκκινεί από τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή, για ν? αποκτήσει τη δική της οντότητα. Να δημιουργήσει τον δικό της αινιγματικό κόσμο. Να μιλήσει μέσα από την ποίηση του κειμένου, σε νεοελληνικά και αρχαία ελληνικά, μέσα από εναργείς εικόνες που καλούν σε αποκωδικοποίηση μηνυμάτων για τη διάψευση της ταυτότητας και την κατάκτηση του φωτός και μέσα από μια επώδυνη διαδικασία αυτογνωσίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία. Πρόκειται για σπουδή πάνω στο σοφόκλειο έργο, για μια ανοιχτή σε αναγνώσεις συνεργασία ικανών συντελεστών, που εισπράττεται ως θεατρική αναπαράσταση – αφήγηση και ως εικαστική μινιμαλιστική εγκατάσταση.

Ο τόπος των δρώμενων, των συγκλονιστικών δραματικών εξελίξεων , έτσι όπως καταθέτει η σκηνοθετική άποψη, είναι το ίδιο το μυαλό του Οιδίποδα. Του πατροκτόνου και αιμομίκτη Οιδίποδα, που γνωρίζει την αλήθεια φέροντας συνειδητά όλη την αμφισημία του ίδιου τού ονόματος: οἶδα (γνωρίζω) και ποῦς (πόδι), που συμβολίζει τον αποδιωγμό του ως παιδί από τους γονείς του, αλλά και την εξορία του ως μιαρός άνθρωπος. Του αθώου βρέφους Οιδίποδα, που από τιμημένος γίνεται εξόριστος. Από κυνηγός θήραμα και από σωτήρας της πόλης του, ένα νοσηρό μίασμα που πρέπει να απομακρυνθεί. Όσα ακούει, όσα θυμάται, όσα «βλέπει», όσα συνθέτουν το υλικό των ονείρων του συγκροτούν το ψαχνό της παράστασης.

Για τον μοναδικό ήρωα της αρχαίας τραγωδίας που ορίζεται με βάση τη διάνοιά του, το μυαλό του, η «ματιά» Μαρκουλάκη είναι μια σκηνοθετική προσέγγιση εξαιρετικά ερεθιστική. Να μην ξεχνάμε ότι ο Οιδίπους διακρίνεται για τη φοβερή οξυδέρκεια, τον φωτεινό νου, χάρη στον οποίο καταφέρνει να λύσει το αίνιγμα της Σφίγγας και, μάλιστα, χωρίς τη βοήθεια θεού ή οιωνού. Το επίτευγμα αυτό τον χρήζει βασιλιά της Θήβας (κι όχι η καταγωγή του, όσο ειρωνικό κι αν είναι αυτό), οδηγώντας τον σταδιακά στην αποκάλυψη της πιο ανήκουστης αλήθειας, αυτής που συνδέεται με την ίδια την ταυτότητά του.

Ο «Οιδίπους Τύραννος» είχε ξεχωρίσει από την εποχή του Αριστοτέλη σαν το αρτιότερο δημιούργημα της ελληνικής δραματικής τέχνης. Την επίζηλη θέση του εξασφάλισε η καλλιτεχνική του μονολιθικότητα , η αδιακόσμητη λειτουργικότητά του. Πρόκειται για ένα έργο στοιχειώδες και οικουμενικό σαν αλγεβρική εξίσωση. Στη μορφή του Οιδίποδα η ελληνική μυθολογία είχε συσσωρεύσει υλικό εξαιρετικά πλούσιων δυνατοτήτων. Αυτός ο περήφανος ήρωας, που προσπαθεί λυσσαλέα, όσο και μάταια, ν? αποφύγει τη μοίρα πατροκτόνου και αιμομίχτη που του είχαν προσάψει αναίτια οι θεοί στη γέννησή του, ήταν ήδη ένα ολοκληρωμένο αρχέτυπο τραγικού ανθρώπου. Το κατόρθωμα του Σοφοκλή εντοπίζεται στο γεγονός ότι πήρε τη μυθολογική μορφή και την εγκατέστησε ως κεντρικό άξονα της αρτιότερης θεατρικής μηχανής που επινοήθηκε ποτέ.

Ο ποιητής διάλεξε με αλάνθαστο ένστικτο, ανάμεσα στα πολλά και περίπλοκα επεισόδια της σταδιοδρομίας του Οιδίποδα, να δραματοποιήσει ένα μόνο, το αποφασιστικότερο. Δεν παρασύρθηκε από τα γεμάτα δράση γεγονότα στο τρίστρατο της Φωκίδας ( θάνατος Λάϊου) ή στον βράχο της Σφίγγας. Δεν ενδιαφέρθηκε για τις νεανικές του περιπέτειες στην Κόρινθο και στους Δελφούς. Άρχισε το έργο του λίγες μόνο ώρες πριν την αποκάλυψη της ταυτότητας του Λάϊου. Και περιόρισε τη δράση στην αγωνιώδη αναζήτηση αυτού του φονιά. Η μεγαλοφυής ιδέα του ήταν να βάλει τον ίδιο τον εγκληματία ν? αναζητά ανυποψίαστος τον ένοχο για να τον τιμωρήσει. Απ? τη στιγμή που ξεκινά η αναζήτηση, τα γεγονότα κυλούν με ορμή χιονοστιβάδας.

Στην παράσταση του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη δεν υπάρχει μια σκηνή περιττή, μια ανάπαυλα, ένας στίχος από την εξαιρετική μετάφραση του φιλολόγου Γιάννη Λιγνάδη, που να μην προωθεί τη μοιραία καταστροφή. Ακόμη και τα αρχαία ελληνικά – χωρίς μετάφραση – συνέβαλαν στον ρυθμό, ο οποίος ήταν το μεγάλο μυστικό της υπεροχής του Οιδίποδα.

Σ? αυτόν ακριβώς τον τομέα του ρυθμού χρωστά την εξαιρετική ερμηνεία που απέσπασε ο σκηνοθέτης από τον Δημήτρη Λιγνάδη. Ασφαλώς και στις γενετικές και επίκτητες ικανότητές του. Επειδή, ο καλός ηθοποιός έχει όλο το υπόβαθρο – γνωστικό και ερμηνευτικό – για να αναδείξει τη μετάφραση και να την υπερασπιστεί κατά πώς της αξίζει. Ο Δημήτρης Λιγνάδης υλοποιεί στον ρόλο του τον άνθρωπο που νίκησε με τη σκέψη και μόνο. Είναι φιλόπολις, προσιτός όταν βρίσκεται ανάμεσα στον λαό και στον χορό. Κρατάει το «μαθαίνω», το «ζητώ», το «αποκαλύπτω», το «βρίσκω», με μια ένταση φωνής ανακριτή που φερμάρει σα γεράκι το θύμα του. Μας δίνει ευδιάκριτα τα νοήματα, που άλλα είναι καθάρια κι άλλα υπαινικτικά. Με τις πρώτες υποψίες της Ιοκάστης ταλαντεύεται, αναταράσσεται, δε γνωρίζει. Από δω και πέρα σηκώνει στις πλάτες του το έργο. Κορύφωση του άθλου του η σκηνή με τους βοσκούς. Από τη στιγμή που νιώθει το χτύπημα της μοίρας είναι ακέραιος. Χειρίζεται τις τραγικές στιγμές με ηχόχρωμα φωνής, που υποβάλλει το μέγεθος των παθημάτων του. Στην αποκάλυψη της αλήθειας γονατίζει, σέρνεται στο χώμα και σπαράζει. Θρηνεί με οιμωγές και φάλτσους γόους. Παράτονες κραυγές , γεμάτες αλήθεια και πόνο. Συμπαρασύρει τους θεατές στο δράμα του. Πάλλεται η ατμόσφαιρα από τον κλαυθμό του και από την ενσυναίσθηση που προκαλεί στο κοινό. Δέος και θαυμασμός. Αυτός είναι ο Οιδίποδάς του.

Η Αμαλία Μουτούση είναι μια εξαιρετική Ιοκάστη, μητριαρχική φιγούρα υψηλής απόδοσης, μα και αισθητικής. Γυναίκα αρχοντική, ευθείας αναφοράς στην αρχέγονη Θεά των ΄Οφεων της Μινωικής εποχής. Μικρή συμμετοχή στη δράση, ευμέγεθες ταλέντο και ξεχωριστή ερμηνεία.

Ο Τειρεσίας του Κωνσταντίνου Αβαρικιώτη, όπως και ο Κρέοντας του Νίκου Χατζόπουλου έχουν και τραγικό μέγεθος και σκηνικό όγκο. Εξαιρετικοί και οι δύο. Θετικό πρόσημο και στους Γιώργο Ζιόβα και Γιώργο Ψυχογιό, στους ρόλους του Άγγελου και του Θεράποντα αντίστοιχα, ενώ ο Εξάγγελος του Νικόλα Χανακούλα διαθέτει όλον τον σπαραγμό του κομιστή τραγικών ειδήσεων.

Χορός και ρόλοι κινούνται σε τροχιά κυκλική, θαρρείς σ? έναν μαίανδρο – σύμβολο αρχαιοελληνικό, σύμβολο αέναης πορείας μέσα στον χρόνο και στον κόσμο. Εξαίρεση η κάθετη πορεία του Τειρεσία στο κέντρο της σκηνής , όπου εξουδετερώνει το σκοτάδι του μ? ένα θορυβώδες νήμα – βέλος, στοχεύοντας νοητά τον Οιδίποδα αρχικά κι ύστερα πληγώνοντάς τον με το φαρμάκι των λόγων του.

Μινιμαλιστικό το σκηνικό του Πάρι Μέξη, ενδιαφέρουσα σκηνογραφική λύση τα πήλινα μωρά – σύμβολα αθωότητας , θύματα εκδικητικής θειικής μανίας αλλά και μαρμαρωμένων ανθρώπων, επιβάλλουν και την εικόνα του «μαρμαρωμένου» Οιδίποδα, ανθρώπου που μας «μιλά» μέσα από τα βάθη των αιώνων.

Η θεσπέσια μουσική του Μίνου Μάτσα, ζωντανή κι ενσωματωμένη στη δράση από τους οργανοπαίκτες – άνδρες του χορού. Ο σημαντικός συνθέτης χάρισε ένα μελωδικό πολύτιμο δώρο στον σκηνοθέτη και στον κόσμο, ένα οικουμενικό μουσικό ανθολόγιο από βυζαντινούς ήχους, από δημοτικούς ελληνικούς σκοπούς της παράδοσης των πανηγυριών και λαϊκών μοιρολογιών, όπου γης. Μάλιστα, ένα έξοχο χορωδιακό κομμάτι εμπνευσμένο από το «η ζωή εν τάφω», εκπλήσσει και συγκινεί.

Ιδιαιτέρως εντυπωσιακά τα λυρικά χορικά, μαγικές οι μονωδίες, τα χορωδιακά στάσιμα άριστης απόδοσης. Πολλά μπράβο στον χορό των ανδρών με τις εξαιρετικές φωνητικές και υποκριτικές ικανότητες, ο οποίος πρωτοστατεί στη δράση, όπως ακριβώς ορίζει η τραγωδία. Οι φωτισμοί του Αλέκου Γιάνναρου ακολουθούν τις αντιθέσεις του έργου και τη σκηνοθετική γραμμή σε μια λιτή, ανεπιτήδευτη, έντιμη παράσταση, μακριά από μοντερνισμούς και πρωτοποριακά πειράματα.

Τα σκηνοθετικά ευρήματα , πέρα από το ευφυές στένωμα της γραμμής της ζωής με το νερό που σχηματίζει σπείρα και σταδιακά εγκλωβίζει τον ήρωα στην απομόνωση και τον οδηγεί στην αυτοτιμωρία με την εθελούσια τύφλωσή του , ώστε να επέλθει η κάθαρση, συμπυκνώνονται στην απλότητα, απ? όπου πηγάζει η αλήθεια. Εύρημα και το λάλημα του Γκιώνη στην έναρξη και στο τέλος.

Αυτός ο ευσεβής, δραστήριος, αποφασιστικός, υψηλόφρων και τραγικός ήρωας του Σοφοκλή «Οιδίπους», που μελετημένα σκηνοθέτησε ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης και ερμήνευσε συγκλονιστικά ο Δημήτρης Λιγνάδης, είναι μια από τις πιο συναρπαστικές παραστάσεις που φιλοξένησε το Φεστιβάλ Φιλίππων.

Ταυτότητα παράστασης:
Μετάφραση: Γιάννης Λιγνάδης
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Σκηνικά-Κοστούμια: Πάρις Μέξης
Μουσική: Μίνως Μάτσας
Κίνηση: Κική Μπάκα
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Βοηθοί σκηνοθέτη: Δήμητρα Δερμιτζάκη, Έλενα Σκουλά
Φιλολογικός Σύμβουλος: Νίκος Μανουσάκης
Βοηθός Μουσικού:Δήμητρα Αγραφιώτη
Φωνητική Διδασκαλία: Κατερίνα Κοζαδίνου
Φωτογραφίες παράστασης: Πάτροκλος Σκαφίδας
Πρωταγωνιστούν αναλυτικά:
Δημήτρης Λιγνάδης: Οιδίποδας
Αμαλία Μουτούση: Ιοκάστη
Νίκος Χατζόπουλος: Κρέων
Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης: Τειρεσίας
Γιώργος Ζιόβας: Άγγελος
Γιώργος Ψυχογιός: Θεράπων
Νικόλας Χανακούλας: Εξάγγελος
Χορός: Μιχάλης Αφολαγιάν, Δημήτρης Γεωργαλάς, Δημήτρης Καραβιώτης, Κώστας Κοράκης, Αλκιβιάδης Μαγγόνας, Δημήτρης Μαύρος, Βασίλης Παπαδημητρίου, Γιάννης Πολιτάκης, Γιωργής Τσουρής, Βαγγέλης Ψωμάς.


πηγή cityportal.gr / Μαρκουλάκης – Λιγνάδης – Μουτούση «Οιδίπους Τύραννος» στους Φιλίππους | κριτική παράστασης Παύλος Λεμοντζής