Η μέρα της μαρμότας

Written by

“Ζω την ίδια μέρα ξανά και ξανά”. Αδιέξοδο.  Σου έχει συμβεί; Η ζωή μπορεί να είναι καθημερινά υπερβολικά ωραία, απρόβλεπτη και γεμάτη περιπέτειες με όμορφες στιγμές  ή μπορεί να είναι υπερβολικά βαρετή και προβλέψιμη. Σε σημείο που, και στις δύο αυτές περιπτώσεις, να νιώθεις ότι ζεις την ίδια μέρα πάλι και πάλι.

Εγκλεισμός σε μερικά τετραγωνικά. «Μένουμε σπίτι» εξ ανάγκης. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Οποιαδήποτε διαφορετική απόφαση είναι ρίσκο. Ρισκάρεις τη ζωή σου και τη ζωή των ανθρώπων του περιβάλλοντός σου. Η καθημερινότητα  μάς διδάσκει ότι η «επανάσταση» στην παρούσα ολέθρια κατάσταση  που βιώνει η ανθρωπότητα  είναι απρονοησία. Καθημερινά ο αριθμός των κρουσμάτων στη χώρας μας  από τον κορωνιό αυξάνεται.  «Μένουμε σπίτι» σημαίνει : μένουμε ζωντανοί. Ζούμε τη «μέρα της μαρμότας».

Για την ακρίβεια,  «η μέρα της μαρμότας» είναι έκφραση  με τη σημασία του «όλο τα ίδια και τα ίδια».  Πριν ακόμη γίνει ταινία, από τον  Χάρολντ Ράμις, ήταν και παραμένει “μετεωρολογικό έθιμο”. Ξεκίνησε πριν από πολλά χρόνια από Γερμανούς μετανάστες που πήγαν σε ΗΠΑ και Καναδά. Κάθε 2 του Φλεβάρη παρακολουθούν τη μαρμότα, ένα είδος σκίουρου, την ώρα που βγαίνει από τη φωλιά της.
Αν βγει και δει τη σκιά της θα γυρίσει πίσω,  μάλλον τρομαγμένη. Και έτσι, λένε οι εμπειρικοί μετεωρολόγοι, ο χειμώνας θα κρατήσει άλλες έξι βδομάδες. Αν βγει και χαλαρά συνεχίσει τις βόλτες της, λένε ότι έρχεται γρήγορα η Άνοιξη.

Στην ταινία πρωταγωνιστεί ο Μπιλ Μάρεϊ, ο οποίος υποδύεται έναν εγωκεντρικό και εξαντλημένο δημοσιογράφο, που απρόθυμα στέλνεται σε ένα μικρό χωριό των ΗΠΑ για να καλύψει  “την μέρα της μαρμότας”, ανούσιο γεγονός για τον ίδιο. Ο πρωταγωνιστής από την πρώτη στιγμή που φθάνει στον τόπο της αναβίωσης του εθίμου, ανυπομονεί να τελειώσει το ρεπορτάζ  και να επιστρέψει πίσω στην ρουτίνα του. Η ειρωνεία είναι ότι παγιδεύεται στην ιστορία κι έτσι η κάθε μέρα επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά. Ο δημοσιογράφος  είναι πλέον καταδικασμένος να περάσει την «αιωνιότητά» του σε έναν χώρο που δεν του αρέσει, με ανθρώπους που δε συμπαθεί και κάνοντας το ίδιο πράγμα σε ένα φαινομενικά ατελείωτο σημείο στον  χρόνο.
Η ταινία δημιουργεί ερωτήματα, όπως:  τι θα κάναμε, άραγε, αν μπλέκαμε σε μια κατάσταση της οποίας δεν έχουμε τον έλεγχο; Ποια στάση θα τηρούσαμε; Θα ήμασταν έρμαιο της ροής των γεγονότων; Θα τηρούσαμε μοιρολατρική στάση κατηγορώντας θεούς και δαίμονες ρίχνοντας την ευθύνη σε άλλους; Θα προσπαθούσαμε να δούμε την κατάσταση από μια διαφορετική σκοπιά;
Ο πρωταγωνιστής  στην ταινία περνάει από διάφορα στάδια μέχρι να αποδεχτεί την τραγική θέση την οποία βρίσκεται. Γκρίνια, απόρριψη, μοιρολατρία, οργή, αυτοκαταστροφή. Στο τέλος συνειδητοποιεί ότι όσο και να δυσανασχετεί παραμένοντας όμως αδρανής, τίποτα δεν πρόκειται ν’ αλλάξει. Έτσι λοιπόν,  υιοθετεί μια πιο θετική στάση μέσα από την δημιουργία, την φιλομάθεια και την στοχοθεσία, αγνοώντας τα τοξικά συναισθήματα που βίωνε στην αρχή της ταινίας. Μέσα από την καινούργια οπτική που αποκτά  πετυχαίνει τον στόχο του και ξυπνάει επιτέλους σε μια καινούργια  δημιουργική   μέρα.
Αλληγορικός διδακτικός  τρόπος, για το πως  πρέπει να προσεγγίζουμε τη ζωή μας σε συνθήκες  αναγκαστικής «ανελευθερίας».

Η κάθε κατάσταση που βιώνουμε είναι προσωρινή κι αρκεί μέσα από μια αρνητική εξέλιξη να μπορούμε πάντοτε να παίρνουμε το θετικό απόσταγμά της. Άραγε, εκεί να κρύβεται και το μυστικό της ευτυχίας για τον καθένα μας; Μήπως η δυσκαμψία των συναισθημάτων μας και η στάσης μας απέναντι στο πρόβλημα να είναι η αιτία της αυτοπαγίδευσής μας; Μήπως αν στρέφαμε την προσοχή  εντός μας, να ανακαλύπταμε ότι η ευτυχία που ψάχναμε διακαώς να βρισκόταν εξαρχής εκεί;
Το βασικότερο μήνυμα της ταινίας είναι ότι ο καθένας μας πρέπει να κατανοήσει και να αποδεχτεί ότι πάντοτε θα υπάρχουν δυσκολίες και αλλαγές στο  διάβα μας, αλλά αν έχουμε μια πιο θετική στάση ζωής έχοντας  επιμονή, υπομονή και αφοσίωση στην επίτευξη των στόχων μας, τότε μπορούμε να τον αγγίξουμε.

Μια φορά, έπεσαν στα μάτια μου  μερικές αράδες  από κουβεντούλα ενός αποφυλακισμένου μ’ έναν φίλο του: «Μεγάλο πρόβλημα η απραξία. Κάθεσαι σε ένα σκαμπό και καπνίζεις 50 τσιγάρα την ημέρα. Γιατί δεν έχεις να κάνεις απολύτως τίποτα. Και το βράδυ μένεις με τις σκέψεις σου. Άκουγα ραδιόφωνο και σκεφτόμουν. Πώς βρέθηκα εγώ εδώ;»

Το γιατί βρεθήκαμε εμείς εδώ που είμαστε είναι γρίφος για δυνατούς  λύτες. Θεωρίες πολλές. Από συνομωσίας, από επιστημονικής  φαντασίας, από τεκμηριωμένες με το στανιό προσωπικές αναλύσεις-  εξηγήσεις, από  κίτρινες πηγές,  έως την κίτρινη φυλή που ζει στην Κίνα. Φτάσαμε  στα  μη  περαιτέρω. Διότι  μια συνέχεια  θα έχει πολλές κηδείες , χωρίς στεφάνια και αποχαιρετιστήριες ψαλμωδίες. Μακάβριο σενάριο, όμως εύκολα μπορεί να γίνει εφιάλτης!

Μεμψιμοιρίες και κραυγές διαμαρτυρίας δεν ωφελούν. Έχουμε ένα χρέος από δω και πέρα. Σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή, σεβασμό σε κείνους που μάχονται την αρρώστια μέρα και νύχτα. Εμείς είμαστε μέσα στις εστίες μας. Εκείνοι στα νοσοκομεία.  Δύο πλευρές του ίδιου προβλήματος. Εμείς μένουμε σπίτι για να προφυλάξουμε εαυτούς και αλλήλους. Εννοείται ότι μέσα στους «αλλήλους» είναι κι αυτοί.

Και εν τέλει,  «από εμάς θα εξαρτηθεί το τελικό αποτέλεσμα. Από μας θα εξαρτηθεί ο Παράδεισος ή η Κόλαση που θα χτίσουμε. Η μοίρα μας βρίσκεται στα χέρια μας», Οδυσσέας Ελύτης.