«Η αρχή του Αρχιμήδη» στο θέατρο ΑΥΛΑΙΑ, κριτική παράστασης

Written by

Στην παλιά εποχή, εκείνη της αθωότητας και της  αδελφοσύνης, της έκδηλης συμπάθειας και της διαχυτικής συμπεριφοράς, της απενοχοποιημένης εκδήλωσης  φροντίδας και αγάπης  με  δημόσιους  εναγκαλισμούς  και αυθόρμητους  ασπασμούς,  ήταν φυσικό για έναν ενήλικα να προστατέψει ή να  παρηγορήσει ένα μικρό φοβισμένο  παιδί   με την ασφάλεια μιας καθησυχαστικής αγκαλιάς και, ίσως, με ένα  στοργικό φιλί.

Σήμερα, σε έναν κόσμο που έχει εθιστεί στις φοβίες της  παιδικής κακοποίησης  και  της παιδεραστίας, ύστερα από όσα ακραία  βλέπουν το φως της δημοσιότητας  μέσα από  τον ηλεκτρονικό τύπο, μέσα από τη χειραγώγηση  της  κοινής γνώμης  από  τα  δίκτυα κοινωνικής συναναστροφής,  αυτό που ήταν  κάποτε  μια ενστικτώδης αντίδραση προστασίας,  μπορεί  να κριθεί άμεσα κι αβασάνιστα ως  ακατάλληλη, επιβλαβής και  εκ  προθέσεως  επίθεση σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκου.

Με την ταχεία διάδοση ενός τέτοιου συμβάντος,  πια, δεν προκαλεί  έκπληξη το  γεγονός ότι οποιαδήποτε αντιληπτή «απειλή» επιφέρει και την παρανοϊκή αντίδραση γονέων, ως φυσικό επακόλουθο.

Αλλά πώς διατηρείται  μια  ισορροπία ανάμεσα στο «απαγορεύεται» και στο «επιβάλλεται»,  όταν πρόκειται για μια αλληλένδετη σχέση εκπαίδευσης  και προστασίας από  δάσκαλο σε  μαθητή;

Το βραβευμένο ισπανικό έργο  «Η αρχή του Αρχιμήδη» του  Josep  Maria Miró  i  Coromina, μεταφρασμένο από την Μαρία Χατζηεμμανουήλ, διερευνά αυτήν  την κατάσταση,  όταν ένας  προπονητής  κολύμβησης παιδιών  σχολικής  ηλικίας  έρχεται αντιμέτωπος  με μια ανάλογη κατηγορία.

Η αρχή του Αρχιμήδη δηλώνει :  “Κάθε σώμα βυθισμένο σε ρευστό δέχεται άνωση  ίση με το βάρος του ρευστού  που εκτοπίζει. Το συγκεκριμένο έργο  παρουσιάζει παρόμοια μετατόπιση.

Υπόθεση

Μια δημοτική πισίνα, ένας εκπαιδευτής, μια ομάδα μαθητών, μια ιστορία που κυκλοφορεί. Πολύ γρήγορα, χωρίς απόδειξη,  η φήμη εξαπλώνεται. Ένα εκπαιδευόμενο   κορίτσι  λέει  στους  γονείς του  ότι  είδε τον  προπονητή να φιλάει  έναν  φοβισμένο μαθητή στο στόμα,  κατά τη  διάρκεια  μαθήματος κολύμβησης. Αυτή  η  μικρή  φράση  εξαπλώνεται  ταχύτατα  σαν  δηλητήριο, διαταράσσει  διαρκώς  την  αρμονία  μιας  κοινωνικής  ομάδας, καταστρέφει υπολήψεις,  έως  και  ζωές.  

Στο κέντρο οι  δύο εκδοχές του  γεγονότος, η μία  αντίθετη  με την  άλλη.  Ο  εκπαιδευτής υποστηρίζει  ότι είναι αθώος, ότι επρόκειτο για μια στοργική , αυθόρμητη  κίνηση. Οι γονείς  μετατρέπουν  το  συμβάν από  απλό  σε  βαρύτατο ατόπημα,  επηρεασμένοι από  κήνσορες που  αραδιάζουν απόψεις, κατηγορίες, ετυμηγορίες στο facebook,  και  απαιτούν δικαίωση και τιμωρία.

Τι συνέβη πραγματικά; Το κείμενο αποφεύγει  ευφυώς  τις  παγίδες  μιας νομιμοποιητικής  δραματουργίας, εκθέτει τους  κινδύνους  των πληροφοριών  που  διαδίδονται,  χωρίς επαλήθευση,  στη σημερινή  εποχή των  υπερβολικών κοινωνικών  αποστάσεων,  του εύκολου στιγματισμού, της  on line πληροφόρησης, της αποξένωσης, της  ανελέητης   μαζικής χειραγώγησης  από  social  media, του άκρατου εγωισμού, της καταστρατήγησης  βασικών αρχών  των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της “a priori” καταστροφής  του  τεκμηρίου  αθωότητας, στην οποιαδήποτε  παραβατικότητα.

Μέσα στο χλωριούχο περιβάλλον μιας δημοτικής πισίνας – τέλεια παραβολή τής  ασηπτικής κοινωνίας μας-  ο Ζουζέπ Μαρία Μιρό  κτίζει την  ιστορία του  με αφορμή  μια ένδειξη κι όχι απόδειξη.  Τα γεγονότα παρουσιάζονται μέσα από δυο εκ διαμέτρου αντίθετες αναγνώσεις, που παραμένουν αμετακίνητες από την αρχή ως το τέλος του έργου κι έτσι, ο θεατής γίνεται ένορκος κι αποφασίζει: ενοχή ή αθώωση;

Η παράσταση

Φωνές  χαράς μικρών  παϊδιών, ο ήχος της  λειτουργούσας  πισίνας, οι φυσαλίδες που σκάνε με κρότο,  ο παφλασμός του νερού που δέχεται το σώμα, η βύθιση και η άνωση, η «αρχή του Αρχιμήδη».

Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου δίνει με την έναρξη τον ρεαλισμό και το στοιχείο του θρίλερ. Στήνει ένα οικοδόμημα προβληματισμού, μέσα σε λιτό σκηνικό που αναδεικνύει πεντακάθαρα το δραματουργικό βάθος. Ανεβάζει θεατές στη σκηνή, τους καθιστά  ενόρκους: «δείτε και αποφασίστε».

Είναι η δεύτερη συνεργασία  της μεταφράστριας με τον σκηνοθέτη (SoloTheatro) μέσα   σε δύο χρόνια, μετά το «Χελιδόνι» (LaGolondrina) του GuillemClua, το οποίο είδαμε και στη Θεσσαλονίκη.  Ο συγγραφέας διακρίθηκε το 2011 με το βραβείο Born για το παρόν έργο, ενώ μετράει ήδη μια δεκάδα από βραβεία για το σύνολο της δραματουργίας του. 

Στην παράσταση η σκηνοθεσία  υπηρετεί το κείμενο σταθερά, στο οποίο ο Miro  ακολουθεί μια μη γραμμική αφήγηση, κόβει τις σκηνές απότομα αφήνοντας ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα συνέχειας.  Στην εξέλιξη  της  πλοκής οι σκηνές επανέρχονται για να συμπληρωθούν  και  να προσφέρουν  νέες οπτικές γωνίες. Αυτή η αφηγηματική επιλογή ανοίγει το έργο στην αντιληπτική και κριτική ικανότητα του θεατή, του φυσικού αποδέκτη του έργου.

Ο Μιχάλης Συριόπουλος  ζωντανεύει έναν έξοχο Ζορντί. Αξιοθαύμαστη ερμηνεία  σε λεκτικό και  εσωτερικό επίπεδο. Ακρίβεια στον χειρισμό των εκφραστικών του μέσων. Επιτονισμοί, συσπάσεις προσώπου, ξεκάθαρη αποτύπωση εναλλαγής συναισθημάτων, ηχόχρωμα φωνής, φροντισμένη διαχείριση σώματος. Ένας υποκριτής μεγέθους σε πολυδιάστατο  ρόλο και μια απόδοση συναρπαστική.

Ο Έκτωρ του ΄Άγγελου Μπούρα στα όρια ενός μετρημένου συνάδελφου. Επιμελώς προσεκτικός, συγκροτημένος αλλά και με μια αυστηρότητα  που δεν επιτρέπει να τον νιώσει ο θεατής δίπλα του.
Η Μαρία Φιλίνη, ως ΄Αννα,  υποστηρίζει  τον χαρακτήρα σε όλες τις διακυμάνσεις του από την αρχή ως το τέλος. Το ύφος της εναλλάσσεται από ανακριτικό σε αγωνιώδες, σε υπαινικτικό, ειρωνικό και ό,τι απαιτεί η κάθε περίσταση. Είναι, πραγματικά,  προσωποποιημένο το ίδιο το δίλημμα. Ένοχος ο συνεργάτης  της  ή αθώος; Εξαιρετική ερμηνεία.
Ο πατέρας Νταβίντ του  Σεραφείμ Ράδη, ένας κατήγορος που διατηρεί ταυτόχρονα την ένταση της φωνής του χαμηλά. Μεταφέρει πειστικά  την  ανησυχία της κοινωνίας και διαθέτει εξαιρετική ικανότητα να αρθρώνει τον λόγο.
Σκηνικά και ρούχα ό, τι έπρεπε, όσο έπρεπε. Οι άνθρωποι κάνουν  θέατρο με τα  λίγα, αλλά δε  λείπει τίποτα το ουσιώδες.  Όλα είναι στη θέση τους και λειτουργούν  άψογα.

Η παράσταση είναι ένα ισχυρό ταρακούνημα στην αποχαυνωμένη κοινωνία των αναρτήσεων και του like στο διαδίκτυο, στην αβασάνιστη ετυμηγορία, στην παραπλάνηση και την καχυποψία –σύμβουλο  ζωής, στο κοινωνικοπολιτικό  χάρτινο  περιβάλλον  που επιβάλλει η  έλλειψη ανθρωπιάς  στις κοινωνίες και στον φόβο που γενικεύει την εξαίρεση.

Πέρα από την εκτίμηση του κάθε θεατή για το  γεγονός της ιταμής ή όχι  επαφής, ο συγγραφέας διαχέει στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα της κεντρικής ιστορίας τη δική του άποψη για το διαδίκτυο,  με εμμονή  στην αρνητική. Ίσως  γιατί  γνωρίζει, όπως όλοι μας άλλωστε, ότι οι διαδικτυακές φιλίες υποκαθιστούν τις  αληθινές  στην πραγματική ζωή, κοστίζοντας την αλληλεπίδραση, την οικειότητα και τις κοινές εμπειρίες σε πραγματικό χρόνο. Οι ζωντανές σχέσεις  είναι εξαιρετικά απαραίτητες  για την καθημερινή  ανθρώπινη επαφή, την επικοινωνία,  τη συναισθηματική και σωματική εγγύτητα. Το άγγιγμα, η οπτική επαφή και η  μυρωδιά, δεν μπορούν να αναπληρωθούν διαδικτυακά. Οι σωματικές αισθήσεις δίνουν στους ανθρώπους την αίσθηση της αγάπης, της οικειότητας και της εμπιστοσύνης.

Αυτή η παράσταση ενδιαφέρει όλες τις κοινωνικές ομάδες. Από εκπαιδευτικούς και γονείς, έως «διανυκτερεύοντες» και «εφημερεύοντες» ανθρώπους κάθε ηλικίας και φύλου στο διαδίκτυο.

Συντελεστές:

Συγγραφέας: Josep Maria Miró
Μετάφραση: Μαρία Χατζηεμμανουήλ
Σκηνοθεσία: Βασίλης Μαυρογεωργίου
Σκηνογράφος: Θάλεια Μέλισσα
Ενδυματολόγος: Ιφιγένεια Νταουντάκη
Φωτιστής: Στέλλα Κάλτσου
Μουσική επιμέλεια: Γιάννης Σορώτος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Καλή Βοϊκλή

Παίζουν: Άγγελος Μπούρας, Σεραφείμ Ράδης, Μιχάλης Συριόπουλος, Μαρία Φιλίνη