Frederic Boissonnas (1958-1946) Ο φωτογράφος της Ελλάδος του πρώιμου 20ου αιώνα.

Written by

Frederic Boissonnas (1958-1946) Ο φωτογράφος της Ελλάδος του πρώιμου 20ου αιώνα.

Frederic Boissonnas Βιογραφικά στοιχεία

Ο Fred Boissonnas γεννημένος στη Γενεύη το 1958, δε κληρονόμησε από τον πατέρα του Henri Antoine Boissonnas μονάχα ένα ατελιέ φωτογραφίας αλλά και το χαρισματικό «μάτι» ενός ταλαντούχου φωτογράφου με πολλές βραβεύσεις. Το πρώτο βραβείο στην παγκόσμια έκθεση Φωτογραφίας στο Παρίσι, το 1900, θα γίνει η αφορμή ώστε ο Boissonnas να αποκτήσει διεθνής αναγνώριση και να συνεργαστεί με άλλους διάσημους φωτογράφους της εποχής, ανοίγοντας μάλιστα στούντιο σε Παρίσι, Λυόν, Βελιγράδι, Αγία Πετρούπολη κα.

Πορτρέτα, καρτ ποστάλ, τοπία κτλ, οι φωτογραφίες του Boissonnas αν διέθεταν κίνηση θα μπορούσαν κάλλιστα να δημιουργήσουν μία άριστη φωτογραφικά κινηματογραφική ταινία. Από τον φακό του πέρασε όλη η αφρόκρεμα της Ευρώπης, από την τσαρική οικογένεια των Ρομανωφ μέχρι άλλα σημαίνοντα πρόσωπα της εποχής όπως πολιτικοί, καλλιτέχνες, άνθρωποι των γραμμάτων κα. Θα μπορούσαμε όμως να πούμε ότι η αγαπημένη του θεματολογία ήταν η απαθανάτιση εικόνων από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων και τα τοπία μέσα από τα αλλεπάλληλα ταξίδια του στην Ευρώπη και κυρίως στην Μεσόγειο.


( από το γάμο του Boissonnas)

Στην προσωπική του ζωή, ο Fred Boissonas υπήρξε παντρεμένος με την Augusta Magnin, με την οποία απέκτησαν εννιά παιδιά. To εμπορικό δαιμόνιο του Boissonnas σε συνδυασμό με το ταλέντο του, θα τους προσφέρει μία πολυτελή ζωή, η οποία όμως δε θα κρατήσει μέχρι το τέλος όπου και θα επέλθει η οικονομική κατάρρευση της «φωτογραφικής» δυναστείας.
Η σύζυγός του θα πεθάνει το 1940, μετά από ισχυρό κλονισμό της υγείας της λόγω του αιφνίδιου θανάτου της κόρης της. Έξι χρόνια αργότερα, το 1946 θα την ακολουθήσει και ο Fred Boissonas σε ηλικία 88 ετών. Τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του, ο διάσημος φωτογράφος βρισκόταν σε μία σχιζοφρενική κατάσταση, έχοντας ψευδαισθήσεις.

Φωτογραφίζοντας την Ελλάδα


( Γιάννενα, Δωδώνη)

Ο Fred Boissonnas υπήρξε λάτρης αυτού του μαγικού τόπου που λέγεται Ελλάδα. Επισκέφθηκε ουκ ολίγες φορές τη χώρα και με τον φωτογραφικό του φακό δεν αιχμαλώτισε μονάχα τα απομεινάρια του αρχαίου πολιτισμού αλλά κυρίως κατέγραψε την καθημερινότητα των ανθρώπων τόσο στις μεγάλες πόλεις όσο και στην ύπαιθρο.
Το πέρασμά του από την Ήπειρο, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, την Κρήτη, την Πελοπόννησο κτλ δημιούργησε ένα πραγματικά μεγάλο φωτογραφικό αρχείο λαογραφικού ενδιαφέροντος, γεμάτο από τοπία και ανθρώπους του παρελθόντος. Όμως η αξία των λευκωμάτων ήταν κάτι περισσότερο από φωτογραφίες στο χαρτί. Ήταν η ένα ιστορικό ντοκουμέντο της εποχής για την συγκεκριμένη ελληνική περίοδο. Δυστυχώς, αυτό το ντοκουμέντο δεν το εκμεταλλεύθηκε η ελληνική πλευρά- τουλάχιστον στην αρχή- απορρίπτοντας εν μέρει τις υπηρεσίες του Boissonnas δηλ. ως ένα είδος αντιπροσωπείας των ελληνικών θέσεων στο εξωτερικό.

Από το βιβλίο “En Grece par monts et par vaux”

« Στο Ναύπλιο συνυπάρχουν η Δύση (Ιταλία) και η Ανατολή. Οι Βενετοί ονόμαζαν την πόλη Νάπολη της Ρωμανίας. Το κάστρο Ιτς Καλέ που δεσπόζει στο λιμάνι είναι χτισμένο στη θέση της αρχαίας ακρόπολης. Ο μόλος πάνω στον οποίο βρίσκεται μοιάζει με προέκταση του βράχου του Παλαμηδίου αγκυροβολημένη στη θάλασσα. Το ύψος του βράχου που φαίνεται απ’ όλη την αργολική πεδιάδα ξεπερνάει τα διακόσια μέτρα, πράγμα που δίνει την εντύπωση πως το Παλαμήδι βγαίνει από τη θάλασσα και φτάνει ίσαμε τον ουρανό. Χίλια σκαλοπάτια πάνω στον βράχο οδηγούν ίσαμε το οχυρό που βρίσκεται στην κορυφή του και είναι διαμορφωμένο σε φυλακή.
Οι κρατούμενοι περνούν την ημέρα τους όλοι μαζί, στις τοιχισμένες χαμηλές αυλές, όμοιες με γούβες, ενώ οι φρουροί με το τουφέκι τους στον ώμο τους επιβλέπουν από ψηλά. Η πύρα του καλοκαιρινού ήλιου εισβάλει στα πέτρινα αυτά πηγάδια και επιδεινώνει την αφόρητη δυσωδία που βασιλεύει. Οι δυστυχισμένοι που ζουν εκεί δένουν σε μακριά κοντάρια τα μικροαντικείμενα που κατασκευάζουν και τα επιδεικνύουν στους επισκέπτες μέσα από τους άθλιους λάκκους που περνούν τις μέρες τους. Πρόκειται για μικροτεχνήματα από ξύλο ή μέταλλο στα οποία βάζουν όλη τους τη δεξιοτεχνία.
Στο οχυρό Μιλτιάδης έχουν συγκεντρώσει τους ισοβίτες και τους καταδικασμένους σε θάνατο. Η αυλή του είναι πολύ πιο βαθιά σκαμμένη, τα πρόσωπα που περιφέρονται πιο θλιμμένα και τα χειροτεχνήματα πιο λεπτοδουλεμένα. Από εκεί αγόρασα ένα δαχτυλίδι πάνω στο οποίο ήταν σκαλισμένη η λέξη Ελπίδα και μια ξυλόγλυπτη εικόνα του Ευαγγελισμού η οποία είχε κάτι το αληθινά συγκινητικό!
Πέντε θανατοποινίτες – μεταξύ των οποίων και ένας Αρκάδας που ξεχώριζε λόγω της κορμοστασιάς του, της ευγενικής φυσιογνωμίας του και του ιδιαίτερα περιποιημένου χτενίσματός του – περίμεναν ήρεμοι και σοβαροί, σαν άλλοι Σπαρτιάτες του Λεωνίδα, την τελευταία ημέρα τους˙ έκαναν υπομονή μέχρι να εμφανισθεί ο δήμιος!
Στην Ελλάδα, ο δήμιος είναι ο επονείδιστος, ο καταραμένος, αυτός που κουβαλάει πάνω του όλο το μίσος. Πρώην θανατοποινίτης – ο εδώ εκτελεστής – τον οποίο επέλεξαν και έθεσαν ενώπιον του διλήμματος: Ή θα δώσεις ή θα λάβεις θάνατο. Μεταξύ θανάτου και άθλιας ζωής που θα τον καθιστούσε, επιπλέον, αποδέκτη του μίσους και της περιφρόνησης ενός ολόκληρου λαού, επέλεξε να ζήσει.
Περνά τις μέρες του μέσα στο σιδερόφρακτο κελί του στο Μπούρτζι, στη θλιβερή νησίδα στην είσοδο του λιμανιού. Όταν πρόκειται να εκτελέσουν κάποιον κατάδικο, βγάζουν έξω τον δήμιο νύκτωρ και πάντα με φρουρά, για να μην αποδράσει, και τον συνοδεύουν ως το Παλαμήδι όπου πέφτουν τα κεφάλια˙ είκοσι πέντε περίπου εκτελέσεις γίνονται κάθε χρόνο.
Κατεβαίνοντας από το κάστρο πήραμε μια βάρκα που μας οδήγησε στη νησίδα χορεύοντας, κυριολεκτικά, πάνω στα κύματα. Ένας λοχίας μας πέρασε μέσα από τα ετοιμόρροπα τειχίσματα του παλαιού οχυρού και μας πήγε μέχρι το κατάλυμα του δημίου. Ήταν ένα κελί χαμηλοτάβανο, καθαρό, με ένα σιδερένιο κρεβάτι και μια λάμπα αναμμένη κάτω από μια εικόνα. Το πρόσωπο του δημίου, με λεπτά χαρακτηριστικά, δεν είχε τίποτα το απάνθρωπο ή το χαμερπές, μόνο μια έκφραση Μας πρόσφερε τις καρέκλες που είχε στο κελί του κι εκείνος κάθισε στο πρεβάζι του παραθύρου. Επί οκτώ συνεχή χρόνια εκτελεί (ναι εκτελεί!) το καθήκον του (και τι καθήκον!) και επί οκτώ χρόνια κάνει είκοσι με τριάντα περίπου φορές τον χρόνο τη μοιραία διαδρομή Μπούρτζι – Παλαμήδι».
(Η Ελλάδα μέσα από τα βουνά και τα λαγκάδια, Εκδόσεις Μίλητος, Αθήνα, 2007).

Τα λευκώματα που εξέδωσε από τα ταξίδια του στην Ελλάδα ήταν:

Λευκώματα/Βιβλία

Smyrne- Σμύρνη
Salonique, la ville des belles eglises- Θεσσαλονίκη, η πόλη των ωραίων εκκλησιών
La campaigne de Macedoine,1916-1917- Η ύπαιθρος της Μακεδονίας
Le tourism en Grece- Ο τουρισμός στην Ελλάδα
L’Epire berceaux de Grecs- Ήπειρος
La Thrace- Θράκη
Constantinople – Κωνσταντινούπολη
Le hellenism d’Asie Mineurs- Ο ελληνισμός της Μικράς Ασίας
En Grece par monts et par vaux- Η Ελλάδα των βουνών και των κοιλάδων
Dans le sillage d’Ulysse- Στα χνάρια του Οδυσσέα.

Από το βιβλίο “En Grece par monts et par vaux

Εικόνες από τη Θεσσαλονίκη


( Είσοδος στο λιμάνι της πόλης)

( Ροτόντα)

( Από το εσωτερικό της Ροτόντας)


( Εκκλησία Αγίου Δημητρίου)

( Εκκλησία της Αγίας Σοφίας)

cityculture.gr/ Frederic Boissonnas (1958-1946) Ο φωτογράφος της Ελλάδος του πρώιμου 20ου αιώνα. Αριστέα Αθ. Βραζιώτη

Πηγές Salonique, la ville de belles eglises
http://www.ville-geneve.ch/fileadmin/public/Departement_3/Dossiers_de_presse/dossierPresse_Boissonnas_villeGeneve-2013.pdf
https://argolikivivliothiki.gr/2009/10/29/frederic-boissonnas/
https://www.notrehistoire.ch/medias/827