«Γιατί στο χρήμα είν’ όλα υποταγμένα». Πλούτος σε σκηνοθεσία Σαββόπουλου

Written by

DSC08471

Η Επίδαυρος είναι ένα μαγικό μέρος! Είναι ένα μέρος που αναδύει και σε περιβάλλει με ιδιότυπο μαγνητισμό καθώς το πλησιάζεις. Μυστηριακό και ταυτόχρονα οικείο σε τυλίγει με την ηρεμία που αναδίδει το τοπίο. Είναι  η αίσθηση των τόσων χρόνων ιστορίας ή είναι και κάτι άλλο;

Είναι ψυχαγωγία πραγματική κάθε φορά η παρακολούθηση παράστασης εκεί. Ακόμα και αυτές που ίσως δεν μας ικανοποιούν απόλυτα. Το ταξίδι είναι πάντα μαγικό!

DSC08446Πλησιάζοντας το θέατρο για να παρακολουθήσω την παράσταση του Πλούτου στην Επίδαυρο, δεύτερη μέρα της παράστασης, ο κόσμος είναι πολύς. Μια ώρα πριν και το πλήθος συρρέει. Είναι πάντα όμως μια κόσμια συρροή η συρροή στην Επίδαυρο. Θέλεις η οργάνωση, θέλεις τα μεγάλα πάρκινγκ, θέλεις ο μεγάλος αριθμός του προσωπικού, θέλεις ο ίδιος ο χώρος που σου επιβάλλεται; Παντού επικρατεί μια όμορφη όλο προσμονή ηρεμία.

Στα ταμεία ουρά. Το ίδιο και στα αναψυκτήρια και στον χώρο του Ξενία, μια στάση πριν το θέατρο. Πλησιάζοντας βλέπουμε ήδη το σκηνικό. Το περιεργαζόμαστε και μας θυμίζει μπερντέ από καραγκιόζη. Και πράγματι με το σβήσιμο των φώτων και την είσοδο του χορού η αίσθηση ενισχύεται. Ο χορός θυμίζει ένα μπουλούκι από παλιάτσους, με πολύχρωμα ρούχα και ωραία μουσική υπόκρουση. Καλά ζυγισμένος και πολύ καλά χορογραφημένος. Αν και ο χορός στις κωμωδίες του Αριστοφάνη δεν διαδραματίζει σημαντικό ρόλο εδώ η συμβολή του στην επιτυχία της παράστασης είναι σημαντική.

DSC08440

Ο Θεατρικός Οργανισμός Ακροπόλ συνεργάστηκε φέτος με τον Σαββόπουλο για το ανέβασμα της  τελευταίας κωμωδίας του Αριστοφάνη. Το έργο είναι γραμμένο το 388 π.χ. και καταπιάνεται με το διαχρονικό και πάντα επίκαιρο θέμα του Πλούτου. Τυφλός και τότε ο Πλούτος (πότε επιτέλους θα έβρει το φως του;) πάει μόνο στους κακούς, ανέντιμους και ήδη πλούσιους. Μα ο έντιμος Χρεμύλος με τον παμπόνηρο υπηρέτη του Καρίωνα, του προσφέρουν γιατρειά για να μπορέσει να κάνει αυτό που πρέπει: να κατανέμει δίκαια τα πλούτη, στους καλούς και έντιμους. Στο τέλος η τάξη αποκαθίσταται προσφέροντάς μια ακόμα επιβεβαίωση ότι σε αυτόν τον κόσμο ίδια είναι και δυστυχώς παραμένουν αναλλοίωτα τα βάσανα του κόσμου.

«Εγώ ο θεοσεβούμενος και τίμιος, πάντα πεινώ και δυστυχώ. Κι άλλοι αγιογδύτες, άθλιοι, καταδότες, λογάδες, έχουν χρήμα».

 Πλούτος: «Εκείνοι που τους είχα κάμει καλό στη φτώχεια τους, θαρρούσα πως, αν κι εγώ βρισκόμουν στην ανάγκη, θα’ ταν φίλοι πιστοί. Μα άλλαζαν δρόμο κι έκαναν πως δε μ’ έβλεπαν καθόλου».

 Δεν είναι η πρώτη συνάντηση του Σαββόπουλου με τον Πλούτο. Το 1985 είχε επενδύσει μουσικά την παράσταση του Εθνικού Θεάτρου. Φέτος ξαναπιάνει το έργο έχοντας όμως αυτή τη φορά τετραπλή ιδιότητα. Σκηνοθέτης, ηθοποιός, μεταφραστής και βέβαια μουσικοσυνθέτης. Μαζί του ένα επιτελείο από πολύ αξιόλογους ηθοποιούς: Νίκος Κουρής, Χρήστος Λούλης, Αμαλία Μουτούση, Μάκης Παπαδημητρίου.

Ο Αριστοφάνης μου αρέσει. Από τα πανεπιστημιακά μου χρόνια κουβαλώ και πάντα επανέρχομαι και ξαναδιαβάζω τις κωμωδίες του στην κλασική μετάφραση του Θρασύβουλου Σταύρου στην επίσης κλασική έκδοση της Εστίας. Ευτύχησα ακόμα η πρώτη φορά που είδα παράσταση του Αριστοφάνη να είναι μια καθόλα αριστοφανική παράσταση των Νεφελών, με τον επίσης καθαρά αριστοφανικό Θύμιο Καρακατσάνη. Και τον αγάπησα ακόμα περισσότερο για τη διαχρονικότητά του και τη βαθιά γνώση της ανθρώπινης ψυχής, της ελληνικής ψυχής, που κουβαλά ένα  DNA, που φαίνεται με όλες τις επιμιξίες που υποστήκαμε ως φυλή, το κουβαλάμε ακέραιο.

Πενία:  «Στο δημόσιο τι γίνεται κοίτα: Φτωχός ένας ρήτορας είναι; Για κράτος και λαό τότε δίκαια φροντίζει. Μα ευθύς που απ’ του κράτους πλουτίσει το χρήμα, γίνεται άδικος, γίνεται εχθρός του λαού και ζητά το κακό του κοσμάκη»

Η παράσταση που παρακολούθησα ήταν μια καλή παράσταση. Με εξαιρετική διανομή. Κορυφαίος ηθοποιός της παράστασης ήταν ο Παπαδημητρίου. Γνήσια κωμική φλέβα,  δυνατό παίξιμο, σχεδόν κράτησε όλη την παράσταση. Αξίζει και μόνο  γι’ αυτόν να δει κανείς την παράσταση. Μουτούση επίσης εξαιρετική. ΄Εδωσε στον ρόλο της Πενίας τη δική της προσωπική σφραγίδα και αποδίδοντας με τραγικό τρόπο τους στίχους κατόρθωσε να εντείνει το σατιρικό στοιχείο του έργου. Πολύ καλή άρθρωση και δύναμη φωνής (η πλέον κατάλληλη από όλους-νομίζω ότι ρόλοι τραγωδού θα της ταίριαζαν γάντι). Ο Λούλης και ο Κουρής, καλές ερμηνείες, και οι δύο είναι ηθοποιοί μεγάλων δυνατοτήτων, αλλά δεν μπόρεσαν να βγάλουν όλο το αριστοφανικό στοιχείο. Πολύ καλή η γρια του Ευριπίδη Λασκαρίδη, ήταν ένα ιντερμέδιο πολύ δυνατό, μαζί με το ζευγάρι της τον νεανία του Ορέστη Καρύδα.

Εξαιρετική η δουλειά του χορογράφου Ερμή Μαλκότση και έδεσε πολύ με τα κοστούμια που επιμελήθηκαν ο Άγγελος Μέντης και η Μαρία Ηλία. Πολύ καλά! Το σκηνικό, του Μέντη επίσης,  λειτουργικό.

Ο Σαββόπουλος ως σκηνοθέτης, σκηνοθέτησε την παράσταση λίγο προς τα δικά του μέτρα. Μου φάνηκε πως την έστησε έτσι ώστε να μπορέσει να πει, αυτά που ήθελε να πει, γνωρίζοντας βέβαια ότι αυτά ήθελε να ακούσει ο κόσμος. Εξάλλου ο ίδιος αναφέρει σχετικά με το ανέβασμα τούτου του έργου ότι το ανεβάζει όχι ως σκηνοθέτης, που δεν είναι, αλλά ως τραγουδοποιός, που είναι. Και μάλιστα ανάμεσα στ’ άλλα, βρήκε ευκαιρία να αυτοσαρκαστεί γι’ αυτό. «Ακόμα και οι τραγουδοποιοί την πέσαν στην σκηνοθεσία» ακούγεται σε κάποια στιγμή της παράστασης. Πονηρός ο Νιόνιος. Μας προλαβαίνει ο ίδιος!

DSC08474

Στην παράσταση τούτη πρόσθεσε μια παράβαση, που στο έργο δεν υπάρχει, και εκεί στην εμφάνιση του ως Άγγελος-Εξάγγελος, κρατώντας δεκανίκι, μας έριξε μια μούτζα που ήταν όλη δική μας μαλώνοντάς μας γιατί κάποτε κι εμείς φάγαμε και ολίγον σούσι (που στο λαιμό να μας κάθονταν), που τολμήσαμε να οδηγήσουμε καγιέν και λέξους (πού για να τα βάλουμε βενζίνη έρανο σε όλο το σόι κάναμε κι ούτε να τα πουλήσουμε ούτε να τα δωρήσουμε μπορούμε), που πήραμε οι έρμοι κι ένα διακοποδάνειο, να πάμε καμιά Μύκονο κι εμείς.

Ο Σαββόπουλος, ένα μεγάλο, συχνά απρόβλεπτο παιδί, θέλησε να δώσει τη δική του τοποθέτηση και να αρθρώσει πολιτικό λόγο αλλά λίγο του έφυγε το νόημα και η ουσία. Στην πραγματικότητα με τις παρεμβάσεις του ως Άγγελος-Εξάγγελος έβγαλε εύκολο γέλιο, ίσως και κάποια χειροκροτήματα, αλλά αυτά τα ξέραμε ήδη. Τα λέμε καιρό τώρα όλοι μας. Μα για τις ευθύνες των άλλων, των μεγάλων δεν άκουσα να γίνεται λόγος. Γιατί τα διακοποδάνεια κάποιοι τα δίνανε αλλά γι’ αυτούς κουβέντα, και για τους τυφλούς της Ζακύνθου κάποιοι υπέγραφαν αλλά και γι’ αυτούς δεν άνοιξε ρουθούνι. Και στην ΕΡΤ κάποιοι τους τοποθετούσανε υπεράριθμους και με υψηλούς μισθούς αλλά αυτοί παρέμειναν Υπουργοί και την πληρώσαν άλλοι. Μάλλον στη λογική του Πάγκαλου κινήθηκε ο Σαββόπουλος «φταίει ο λαός για όλα» αφού ετόλμησε να θέλει κι αυτός ότι και οι άλλοι που ούτως ή άλλως τα είχαν και θα τάχουν πάντα.

Και αν κάτι μας μένει ως ελπίδα είναι το ότι δεν μας φτάνει μονάχα «ένα κύμα στ’ ακρογιάλι κι ένα σπιτάκι μοναχό στην αμμουδιά» Ούτε  «η θερμή μας η αγκάλη κι αγάπη μας  π’ ανθίζει στην καρδιά». Με αυτό το τραγούδι, το νοσταλγικό και όμορφο του Μαρούδα έκλεισε η παράσταση γαργαλώντας για μια ακόμα φορά το συναίσθημα μας. Και μετά τραγουδήσαμε όλοι μαζί και το αισιόδοξο «ότι μέρες καλύτερες θάρθουν!». Το πώς δεν άκουσα καθόλου!

Αχ!  Πλούτε. Καλά μας τα έλεγε ο Αριστοφάνης: «Για ό, τι καλό και ό, τι κακό στον κόσμο η μόνη αιτία εσύ’ σαι, να το ξέρεις. Ο άνθρωπος όλα τ’ άλλα τα μπουχτίζει…μα εσέ ποτέ κανείς δεν σε χορταίνει. Τάλαντα δεκατρία κανείς αν πάρει, του ανάβει ευθύς ο πόθος για δεκάξι. Τα κονομάει κι αυτά; Ζητάει σαράντα. Αλλιώς, λέει, η ζωή ανυπόφορη είναι»

Ένα τελευταίο σημείωμα για το πρόγραμμα της παράστασης. Το θεωρώ απαράδεκτο ένα πρόγραμμα που στοιχίζει 10 ευρώ να είναι γεμάτο από ολοσέλιδες φωτογραφίες των συντελεστών ανάμεσα στις οποίες κυριαρχούν βέβαια οι φωτογραφίες του Σαββόπουλου και δη με φανελάκι. Φαντάζομαι λόγω του ότι έχει τετραπλό ρόλο και μάλιστα και αυτόν του δημιουργού και του θεατρικού προγράμματος μαζί με τη Σύλβια Λιούλιου.  Έ σε όλα δεν μπορούμε να είμαστε καλοί!

(Τα αποσπάσματα από τον Πλούτο είναι από τη μετάφραση του  Θρασύβουλου Σταύρου)