Η γυναίκα του Ζωολογικού κήπου *κριτική

Written by

Ένα επίπεδο έργο, χωρίς ακραίες διακυμάνσεις, με ευπρέπεια, χωρίς να τσαλακώνονται οι πρωταγωνιστές, παρακολουθήσαμε στο σινέ ΕΛΛΗΝΙΣ, ένα έργο χαμηλών τόνων με ένα συγκλονιστικό θέμα που ακόμη και σήμερα συγκλονίζει.

Η ΤΖΕΣΙΚΑ ΤΖΑΣΤΕΙΝ, στο ρόλο της ΑΝΤΟΝΙΝΑ ΖΑΜΠΙΝΣΚΙ, της γυναίκας που διέσωσε, με τεχνάσματα αποτελεσματικά, πολλούς Εβραίους στη κατεχόμενη από τους ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ ΒΑΡΣΟΒΙΑ, ήταν απίστευτα λαμπερή, γοητευτική, με ερμηνεία μεγάλης ηθοποιού, παρ΄ότι της καταλογίζεται η πολωνική προφορά στη χρήση της αγγλικής γλώσσας, ατόπημα όμως που την ευθύνη δεν έχει η ίδια.

Όντας σύζυγος του ΓΙΑΝ ΖΑΜΠΙΝΣΚΙ –ΓΙΟΧΑΝ ΧΕΛΝΤΕΜΠΕΡΓΚ- και μητέρα μικρού αγοριού, δεν δίστασε, μαζί με τον σύζυγό της, να διακινδυνεύσουν, κρύβοντας στον κατεστραμμένο ζωολογικό κήπο τους Εβραίους, διασώζοντάς τους.

Παρά τη τραγικότητα της κατάστασης, είναι αλήθεια ότι στον θεατή δεν μεταδόθηκε αυτή και η ιστορία κύλησε χαλαρά.
Φυσικά η μεταφορά στην εποχή της δεκαετίας του 1940 ήταν άκρως επιτυχημένη, όπως υπέροχες αλλά τρομερές ήταν οι σκηνές από το θάνατο των ζώων, πολλά των οποίων ήταν πολύ ογκώδη-βίσωνες, ελέφαντες, τίγρεις, λιοντάρια-.
zo

Στην ιστορία εμπλέκεται ο ζωολόγος του ΧΙΤΛΕΡ , ΛΟΥΤΣ ΧΕΚ-ΝΤΑΝΙΕΛ ΜΠΡΟΥΛ- που θεωρώντας ότι η ΑΝΤΟΝΙΝΑ είναι κτήμα του, τη φλερτάρει αδιάκοπα.

Το τέλος είναι ευτυχές, ο ΓΙΑΝ επιστρέφει στο σπίτι τους στο ζωολογικό κήπο,παρά τον τραυματισμό του σε συμπλοκή με τους Γερμανούς, βρισκόμενος στο πλευρό των ανταρτών, οι Εβραίοι διασώζονται, οι Γερμανοί αποχωρούν, η ΑΝΤΟΝΙΝΑ δεν ενδίδει στις ερωτικές διαθέσεις του ΛΟΥΤΣ.
Το έργο, περισσότερο σαν μία προσεγμένη μυθιστορηματική αναπαράσταση, παρά σαν μεταφορά έντασης, αγωνίας και φρίκης, ασφαλώς παρά τα πολύ καλά στοιχεία του-σκηνογραφικά, φωτογραφικά, ενδυματολογικά-θα μπορούσε να είναι άριστο.
Οι ερμηνείες ήταν εξαιρετικές, η σκηνοθέτης ΝΙΚΙ ΚΑΡΟ στρογγύλεψε τα τραγικά σημεία, επιδόθηκε σε ένα αδικαιολόγητο καθωσπρεπισμό, δεν σόκαρε τους θεατές, δεν άφησε να χυθεί ούτε ένα δάκρυ από τους Εβραίους του γκέτο.
Αξίζει δε να το δει κανείς άνετα.

cityculture.gr/ γράφει ο Βαγγέλης Ραφτόπουλος