Μια Μήδεια αλλιώτικη από τις άλλες: Μήδεια σε σκηνοθεσία Ευαγγελάτου

Written by

MHDEIA_DSC_2604 (2)«Πως πλειότερο απ’ τον άλλον αγαπά ο καθείς τον εαυτό του, ή δίκια ή για συμφέρο»

Η Μήδεια είναι ένα έργο πάθους, πάθους ερωτικού, απύθμενου, σαρωτικού,  που μόνο μια γυναίκα προδομένη μπορεί να βιώσει, να εκφράσει και να πραγματώσει. Ο Ευριπίδης βάζει τη Μήδεια, να σκοτώνει τα παιδιά της, με ψύχραιμη δική της βούληση, και όχι όπως σε άλλες τραγωδίες με θέλημα Θεών, και όμως μέσα βαθιά μας, όσο αποτροπιαστική και αν είναι η πράξη, κάπου κατανοούμε τη βαθιά μανία της προδομένης γυναίκας.

Ο μύθος της Αργοναυτικής εκστρατείας είναι γνωστός. Από την μακρινή Κολχίδα ο Ιάσων επιστρέφει φέρνοντας μαζί και την Μήδεια, η οποία τον είχε ερωτευτεί και τον βοήθησε να αποκτήσει το χρυσόμαλλο δέρας. Εγκαθίστανται στην Κόρινθο στον Κρέοντα και εκεί ο Ιάσων, απαρνούμενος την Μήδεια, παντρεύεται την κόρη του βασιλιά Κρέοντα, την Γλαύκη. Η συγκεκριμένη τραγωδία ξεκινάει με τον μονόλογο της γριας παραμάνας, μέσα από τον οποίο εξιστορούνται όλα τα πάθη της Μήδειας. Ο Κρέων έχει αποφασίσει να τη διώξει, αυτήν και τα παιδιά της, καθώς φοβάται να μην προκαλέσει κακό στην κόρη του. Η Μήδεια τον πείθει να της αφήσει μια μέρα ακόμα με στόχο να ετοιμάσει την εκδίκηση της: να σκοτώσει δηλαδή την Γλαύκη αλλά και τα ίδια τα παιδιά της για να εκδικηθεί τον Ιάσονα. Θα μπορούσε όλη η τραγωδία να είναι ένα ακόμα θέμα ενός λαϊκού τηλεοπτικού θεάματος καθώς έχει όλα τα στοιχεία∙ ίντριγκες, πάθη, δολοπλοκίες και φόνους. Όμως  ο Ευριπίδης άλλα έχει στο μυαλό του και αυτά τα άλλα φαίνεται ότι είναι πολύ μπροστά της εποχής του. Η τραγωδία κέρδισε το γ΄ βραβείο (είχα πάντα μια απορία άραγε τι να ήταν τα άλλα δύο έργα του Ευφορίωνα και του Σοφοκλή που απέσπασαν τα πρώτα δύο βραβεία).

MHDEIA_IMG_3017Ο Ευριπίδης, αν και κατηγορήθηκε για μισογύνης, ακουμπά και αφουγκράζεται τη γυναικεία καρδιά, και δείχνει να κατανοεί αλλά να μην επιδοκιμάζει την κατώτερη θέση και τον υποδεέστερο ρόλο των γυναικών της εποχής του. Είναι ένας πρώιμος φεμινιστής καθώς το έργο δεν είναι τίποτε άλλο παρά το ξεδίπλωμα ενός ανελέητου αγώνα ανάμεσα στα δύο φύλα, που κονταροχτυπιούνται λεκτικά και συναισθηματικά. Ο αγώνας ανάμεσα σε έναν άντρα που βάζει πάνω από όλα το δικό του συμφέρον και σε μια Μήδεια που πάλλεται να επιβιώσει και να ανασάνει ελεύθερα σε έναν κόσμο ανδρών. Ας μην ξεχνάμε πως στην «δημοκρατική» Αθήνα οι γυναίκες ήταν περιθωριοποιημένες και κρυμμένες, απασχολούμενες  στα «τα του οίκου τους» και ο μόνος της ζωής τους σκοπός ήταν η τεκνοποίηση και η ικανοποίηση των ανδρών. Για τις άλλες που εμφανίζονταν στη δημόσια σφαίρα ένας μόνο ήταν ο χαρακτηρισμός και αυτός γνωστός.

Μισογυνισμός χαρακτηρίζει τον Ιάσονα, αλλά ο Ευριπίδης δεν φαίνεται να τον επιδοκιμάζει. Το αντίθετο μάλιστα. Φαίνεται να απέχει από την πεποίθηση τούτη του Ιάσονα που θεωρεί ότι οι γυναίκες σκέφτονται μόνο ένα καλό κρεβάτι-τι φρίκη αλήθεια για τα ήθη της εποχής και όχι μόνο εκείνης- «όσο καλοκοιμάστε με τον άντρα σας, θαρρείτε τάχετε όλα∙ μα αν το ενάντιο, μισείτε και τα πιο καλά κι ωφέλιμα» Φθάνει σε τέτοιο σημείο ώστε δίνει ευχή, αφού γι’ αυτόν ο μόνος λόγος ύπαρξης των γυναικών είναι η διαιώνιση του είδους, με άλλον τρόπο να εξασφαλιζόταν επιβίωση του ανθρώπινου γένους: «Έπρεπε από κάπου αλλού να τέκνιζαν οι άνθρωποι, γυναίκα να μη βρίσκονταν∙ κι έτσι στον κόσμο θάλειπε κάθε κακό» (στίχοι 573-575).

Η βίαιη επανάσταση της Μήδειας είναι μια οργισμένη αντίδραση απέναντι στο κατεστημένο της κοινωνίας, που θεωρούσε φυσικό άλλοι να αποφασίζουν, να εξουσιάζουν και να λαμβάνουν αποφάσεις για τις γυναίκες. Η πρώτη εμφάνιση της Μήδειας στη σκηνή ακριβώς αυτή την απόγνωση βγάζει για την άδικη μοίρα των γυναικών: «Μας λεν πως ζούμε σε σπίτι δίχως κίντυνο, ενώ με το κοντάρι εκείνοι πολεμούν. Κάνουν ανόητη σκέψη. Κάλλια τρεις φορές πλάι στην ασπίδα πολεμώντας να σταθώ παρά μονάχα να γεννήσω μια φορά» (στίχοι 230-252).

 Ο Ευριπίδης, προκαλεί ρηξικέλευθη τομή καυτηριάζοντας συντηρητικούς κοινωνικούς θεσμούς  όπως η προίκα, ο γάμος και μάλιστα από συνοικέσιο, με κάποιον μάλιστα που η γυναίκα ούτε καν γνώριζε, η αδυναμία έκδοσης διαζυγίου με αίτημα της γυναίκας. Θεσμοί και άγραφες συνήθειες βαθιά ριζωμένες, σχεδόν ως τις μέρες μας ακόμα, αμφισβητούνται. Ο Ευριπίδης αποδίδει στη Μήδεια χαρακτηριστικά και συμπεριφορές που πιότερο ταιριάζουν σε άντρες. Φθάνει στο σημείο να εξισώνει τη γέννα με τον ηρωισμό στη μάχη.

Θεριό η Μήδεια. Θεριό ανήμερο, φυλακισμένο που λυσσάει ανυπότακτο να χωρέσει σε στενό μανδύα κοινωνικών ηθών. Αναρωτιέμαι τι τρόμο τάχα να γέννησαν τα λόγια τούτα, ειπωμένα το 431 π.χ, από άνδρα ηθοποιό και τότε, σε ένα ανδρικό κοινό. Άραγε κρυφογελούσε σαρκαστικά ο Ευριπίδης τότε παρακολουθώντας αντιδράσεις αντρών; ΄Ηθελε να μετρήσει τις αντοχές του κοινού του; Ήθελε να προκαλέσει τόσο ώστε η φρίκη για την πιο αποτρόπαια πράξη, αυτήν της παιδοκτονίας, να δημιουργήσει μια ρωγμή αμφιβολίας για το στήσιμο του κόσμου και της κοινωνίας; Τι τάχα να αναρωτιούνταν οι Αθηναίοι θεατές όταν ήρθε το άρμα από τον Ήλιο παππού της να την πάρει μακριά και ασφαλή;

Η στιχομυθία ανάμεσα στη Μήδεια και τον Ιάσονα, ο λεκτικός αυτός αγώνας όπου νιώθεις τα βέλη να πετιούνται, δείχνει όλη την υπερήφανη και αδάμαστη ψυχή της Μήδειας. Και είναι περίεργο που ο Ευριπίδης στεφανώνει την ξένη, βάρβαρη Μήδεια με αρετές, όχι μόνο θεωρούμενες ανδρικές αλλά και πατροπαράδοτες Ελληνικές ενώ τον Έλληνα  Ιάσονα ο Ευριπίδης τον στολίζει με μάλλον ανεπιθύμητες συμπεριφορές όπως η συμφεροντολογική και χρησιμοθηρική νοοτροπία, η πλεονεξία, η σοφιστεία, η αλαζονεία, ο κομπασμός.

IMG_20130716_205559

Γι’ αυτό η Μήδεια μόλις τον αντικρύζει με βδελυγμό απευθύνεται σε αυτόν «Ανανδρε» τον καρφώνει: «Αυτό δεν είναι θάρρος και παλληκαριά, δικούς σου ναντικρύζεις που τους χάλασες∙ αδιαντροπιά λογιέται αυτό, η χειρότερη στον κόσμο αρρώστια» (στίχοι 465-470).

Ποιος είναι ο θύτης και ποιο το θύμα αλήθεια σε τούτη την τραγωδία; Η Μήδεια δεν είναι Άλκηστη, δεν είναι Πηνελόπη, Ιφιγένεια, δεν είναι Αντιγόνη και Ισμήνη. Είναι μια μάγισσα, μια μαινάδα. Ακόμα πιο παράδοξο η Μήδεια είναι μια βάρβαρη από την Κολχίδα, και όμως οι  γυναίκες της Κορίνθου παίρνουν το μέρος της και ο ΄Ελλην σύζυγός της στο ζύγι βγαίνει λειψός, πολύ λίγος. Και δεν είναι τυχαίο βέβαια ότι η Μήδεια είναι μια μάγισσα καθώς αυτό είναι ένα άλλο γυναικείο στερεότυπο που συνοδεύει αιώνες τώτα τις γυναίκες. Αν μάγισσα σημαίνει μια γυναίκα περήφανη και εγωίστρια, φιλόδοξη και βουλιμική για την υστεροφημία της, ναι η Μήδεια είναι σαφώς μια μάγισσα: «Δεν το βαστώ οι εχτροί μου να μ’ αναγελούν. Εμπρός! Να ζήσουν τι ωφελεί; Πατρίδα εγώ δεν έχω, μήτε σπίτι, μήτε στήριγμα στις συμφορές μου. Κανείς να μη με πει δειλή κι αδύναμη, μηδ’ ήμερην, αλλά το ενάντιο, τρομερή για τους εχτρούς μου και καλή στους φίλους μου! Γιατί των τέτοιων η ζωή δοξάζεται» (στίχοι 796-810).

Ο Ιάσων προσπαθεί με σοφιστικά επιχειρήματα να πείσει την Μήδεια πόσο καλά συσσώρευσε με το να τον ακολουθήσει: «Ζεις πρώτα στην Ελλάδα, αντί σε βάρβαρο τόπο, και ξέρεις τι είναι δίκαιο και περνάς με νόμους που δεν έχουν γίνει στανικώς. Κι οι Έλληνες όλοι σ’ έμαθαν που είσαι σοφή κι έλαβες δόξα∙ αλλ’ αν στην άκρα καθόσουν του κόσμου, λόγος δε θα γίνονταν  για σε» (στίχοι 537-540).Με επιχειρήματα που θυμίζουν αλήθεια τους εθνοκεντρισμούς και τους ελληνοκεντρισμούς, με επιχειρήματα για το δίκαιο και τους νόμους στα χείλη ενός που πρώτος καταπατά και δίκαιο και όρκους και ηθικούς νόμους προσπαθεί να πείσει την Μαινάδα, να την ημερέψει για να φύγει ήσυχα και ήρεμα από την Κόρινθο. Τι χρήματα της τάζει, τι συστάσεις, τι φίλους να τη βοηθήσουν η Μήδεια παραμένει αμετάπειστη: «Μήτε θα πλησιάσω καν τους φίλους σου, μήτε να δώσεις τίποτε, ούτε δέχομαι∙ γιατί τα δώρα του κακού δεν ωφελούν» (στίχοι 617-619).

MHDEIA_DSC_2677 (2Καινοτομεί ο Ευριπίδης συνέχεια στο έργο ετούτο και μας ξαφνιάζει με ανατροπές σε αυτά που μέχρι τώρα θεωρούμε ιερά και απαραβίαστα. Φτάνει σε σημείο να πει πως είναι καλύτερα να μην έχεις παιδιά αφού η έγνοια και η φροντίδα των παιδιών μόνο στενοχώριες και λύπες φέρνει: «Λέω λοιπόν, όσοι πάντα έχουν ζήσει δίχως τέκνα, και δεν έχουν γίνει γονείς, πιο πολύ είν’ ευτυχείς από κείνους οπόχουν γεννήσει» (στίχοι 1089-1091).

Η παράσταση που σκηνοθέτησε ο Ευαγγελάτος  ήταν μια παράσταση που αναδείκνυε την αντιφατική προσωπικότητα της Μήδειας. Ήταν βέβαια μια παράσταση one man show, στηριγμένη στην ντυμένη στα πορφυρά Μήδεια υποδυομένη από τον Κιμούλη. Είναι αλήθεια, ότι καθώς ανηφόριζα στο θέατρο του Δάσους, ήμουν προκατειλημμένη. Θεωρούσα ότι η παράσταση θέλησε να έχει τον Κιμούλη πρωταγωνιστή απλώς και μόνο για να προκαλέσει, να τραβήξει δημοσιότητα και κόσμο και να δώσει την ευκαιρία στον Κιμούλη να προσθέσει, στο πλούσιο ήδη βιογραφικό του, έναν ρόλο ακόμα, δύσκολο και μάλιστα γυναικείο. Δεν ξέρω ποιοι ήταν οι απώτεροι στόχοι και ούτε τελικά ως θεατή με ενδιαφέρουν. Εκείνο που κρατώ είναι ότι με έπεισε. Με έπεισε ο σπαραχτικός της θρήνος, θρήνος γυναίκας που την παράτησαν, θρήνος μάνας που με το ίδιο της το χέρι σκοτώνει τα παιδιά της. Τραγική, ανθρώπινη, ειρωνική, υπερφυσική, ακατανόητη ίσως. Το «άνανδρε» του Κιμούλη, ακόμα ηχεί στα αυτιά μου με το αδιόρατα ειρωνικό Κιμούλειο ύφος να διαπερνά σαν μαχαιριά τον μικρόνοο Ιάσονα.

Η σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου, με γνώση, με μέτρο, χωρίς προσπάθεια άλλων εντυπωσιασμών και νεωτερισμών, από τους οποίους έχουμε και λίγο κουραστεί, κινήθηκε σε κλασικές και στέρεες φόρμες. Σε έκανε να παρακολουθείς με αγωνία το τέλος που ήξερες από τόσες φορές που το έχεις ξαναδεί και διαβάσει.

Δύσκολο όμως  να σταθούν στη σύγκριση οι άλλοι ηθοποιοί. Δεν μπόρεσε να πείσει ο Ιάσων του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου, ενός παιδιού με ταλέντο και με καλές εμφανίσεις αλλά με δρόμο ακόμα μπροστά του για τέτοιους ρόλους. Και η φωνή αλλά και ο σωματότυπός του δεν τον βοηθούσαν απέναντι στον ογκόλιθο του Κιμούλη. Καλύτερος ο Τάσος Νούσιας στον ρόλο του Κρέοντα, τον βοηθάει και η χαρακτηριστική φωνή του. Πολύ καλός στον ρόλο της τροφού ο Μάνος Βακούσης.

IMG_20130716_205659

Ο χορός ήταν πολύ καλός, με εξαιρετικό συγχρονισμό και κίνηση, πολύ καλά καθοδηγημένος. Σε κάποια στιγμή η κίνηση τους σε συνδυασμό με τα κοστούμια τους, τα κοστούμια του Μετζικώφ, που ήταν εξαιρετικά, μας θύμισε περιστρεφόμενους δερβίσηδες.  Εξαιρετικό ήταν και το πορφυρό κοστούμι της Μήδειας που νοημαδοτούσε το έργο ακόμα περισσότερο. Το σκηνικό του Πάτσα, εφευρετικό και λειτουργικό, ένας κύβος που αναπλήρωνε με το ζωγράφισμα των παιδιών πάνω του, την έλλειψή τους στη σκηνή. Την αίσθηση αυτή,  της παρουσίας των παιδιών, δημιούργησε και το άκουσμα των παιδικών κραυγών στην τελική σκηνή της παιδοκτονίας.

Είναι μια παράσταση που, αν μη τι άλλο, θα σας δημιουργήσει το κίνητρο να την συζητήσετε και να τη σχολιάσετε!