Νίκος Καββαδίας «Μα θα με σκοτώσουν αν τα διηγηθώ όλα», συνήθιζε να λέει

Written by

Ο Νίκος Καββαδίας αρχικά έγινε γνωστός στην Ελλάδα με τη πρώτη του ποιητική συλλογή «Μαραμπού», που εκδόθηκε το 1933 Το βιβλίο τυπώθηκε σε 245 αντίτυπα με έξοδα του ίδιου. Διατήρησε σ᾿ όλη του τη ζωή το παρωνύμιο «Μαραμπού», τ᾿ όνομα του καταραμένου πουλιού που είχε διαλέξει για να συμβολίζει τον εαυτό του.


«Μα θα με σκοτώσουν αν τα διηγηθώ όλα», συνήθιζε να λέει

Το πιο γνωστό του πεζογράφημα ήταν η «Βάρδια» που αφηγείται την ιστορία ενός ταξιδιού στις θάλασσες της Κίνας με ένα σαπιοκάραβο. Στην πραγματικότητα το βιβλίο ήταν ένα βιωματικό μυθιστόρημα, κάτι ανάμεσα σε ποίημα και αναμνήσεις. Η ιστορία ενός ταξιδιού πάνω σε ένα απο εκείνα τα πλοία που οι Έλληνες εφοπλιστές το αγόραζαν για παλιοσίδερα και στη συνέχεια αφού έκαναν κάποιες επισκευές είχαν την απαίτηση να κυκλοφορεί στις θάλασσες. Η  «Βάρδια» ήταν ένα μυθιστόρημα ποιητικό γραμμένο σε πρόζα, γεμάτο συναισθήματα, εξομολογήσεις, ενοχές και πίκρα. «Ό,τι αγγίζω σαπίζει. Δεν πεθαίνει, σαπίζει».

Βιογραφία

Ο Νίκος Καββαδίας γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 1910 στο Νίκολσκ Ουσουρίσκι (Nikolsk-Ussuriysky), μια επαρχιακή πόλη της περιοχής του Βλαδιβοστόκ στη Ρωσία, από γονείς Κεφαλονίτες, το Χαρίλαο Καββαδία και τη Δωροθέα Αγγελάτου γνωστής οικογένειας εφοπλιστών της Κεφαλονιάς. Ο πατέρας Χαρίλαος Καββαδίας διατηρούσε γραφείο γενικού εμπορίου διακινώντας μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων με κύριο πελάτη τον τσαρικό στρατό.
Το 1914, με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η οικογένεια έρχεται στην Ελλάδα κι εγκαθίσταται στο Αργοστόλι, ενώ ο πατέρας επιστρέφει στις επιχειρήσεις του στη Ρωσία, όπου καταστρέφεται οικονομικά. Το 1917, κατά τη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης, φυλακίζεται. Γυρίζει και πάλι στην Ελλάδα το 1921, τσακισμένος και ανίκανος να προσαρμοσθεί στην ελληνική πραγματικότητα.

Μετά το Αργοστόλι, η οικογένεια εγκαθίσταται στον Πειραιά. Ο Καββαδίας πηγαίνει στο Δημοτικό κι είναι συμμαθητής με το Γιάννη Τσαρούχη και τον Παπά-Γιώργη Πυρουνάκη. Διαβάζει Ιούλιο Βερν και διάφορα βιβλία περιπέτειας. Στο Γυμνάσιο γνωρίζεται με το συγγραφέα και ιατρό του Πολεμικού Ναυτικού Παύλο Νιρβάνα. Δεκαοκτώ ετών, αρχίζει να δημοσιεύει ποιήματα στο περιοδικό της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας με το ψευδώνυμο Πέτρος Βαλχάλας και εκδίδει ο ίδιος το σατυρικό φυλλάδιο “Σχολικός Σάτυρος”


Στον Πειραιά

Μετά το Αργοστόλι, η οικογένεια εγκαθίσταται στον Πειραιά. Ο Καββαδίας πηγαίνει στο Δημοτικό κι είναι συμμαθητής με το Γιάννη Τσαρούχη και τον Παπά-Γιώργη Πυρουνάκη. Διαβάζει Ιούλιο Βερν και διάφορα βιβλία περιπέτειας. Στο Γυμνάσιο γνωρίζεται με το συγγραφέα και ιατρό του Πολεμικού Ναυτικού Παύλο Νιρβάνα. Δεκαοκτώ ετών, αρχίζει να δημοσιεύει ποιήματα στο περιοδικό της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας με το ψευδώνυμο Πέτρος Βαλχάλας και εκδίδει ο ίδιος το σατυρικό φυλλάδιο “Σχολικός Σάτυρος”


Το 1928 ο Καββαδίας μπαρκάρει στο φορτηγό Άγιος Νικόλαος


Τελειώνοντας το Γυμνάσιο, δίνει εξετάσεις στην Ιατρική Σχολή. Όμως την ίδια περίοδο πεθαίνει ο πατέρας του και αναγκάζεται να εργαστεί σε ναυτικό γραφείο. Συνεχίζει όμως να συνεργάζεται με διάφορα φιλολογικά περιοδικά Το Νοέμβριο του 1928, ο Καββαδίας βγάζει ναυτικό φυλλάδιο και μπαρκάρει ως “ναυτόπαις” τον επόμενο χρόνο στο φορτηγό “Άγιος Νικόλαος”, μαζί με το μικρότερο αδελφό του Αργύρη. Το περιοδικό “Ναυτική Ελλάς” δημοσιεύει το έργο του Ν. Καββαδία, “Τραγούδια”. Την επόμενη χρονιά ο ποιητής ξεκινά να δημοσιεύει τις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις στην εφημερίδα “Πειραϊκόν Βήμα”, μαζί με το μυθιστόρημά του (σε συνέχειες) “Η Απίστευτη Περιπέτεια του Λοστρόμου Νακαχαναμόκο”, όμως η εφημερίδα διακόπτει την έκδοσή της και το πόνημά του μένει ημιτελές.

Από τον Πειραιά στην Αθήνα

Το 1933, η οικογένεια μετακομίζει από τον Πειραιά στην Αθήνα. Το σπίτι της γίνεται τόπος συγκέντρωσης λογοτεχνών, ζωγράφων και ποιητών. Ο Καββαδίας την εποχή εκείνη περιγράφεται ως ένας λιγομίλητος απλός άνθρωπος, ατημέλητος, χαριτωμένος, εγκάρδιος, με ανεξάντλητο χιούμορ, αγαπητός στους πάντες. Τον Ιούνιο του 1933 κυκλοφορεί η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο “Μαραμπού” 

Ο Καββαδίας στον πόλεμο του 1940


Το 1939 παίρνει το δίπλωμα του ραδιοτηλεγραφητή κατωτέρας τάξεως. Στον πόλεμο του 40 φεύγει για την Αλβανία, όπου υπηρετεί αρχικά ως ημιονηγός τραυματιοφορέας και αργότερα, λόγω της ειδικότητάς που είχε ως ασυρματιστής, χρησιμοποιείται στο σταθμό υποκλοπής της ΙΙΙ Μεραρχίας. Με τη συνθηκολόγηση του ελληνικού στρατού επιστρέφει πεζή στην Αθήνα.

Κατοχή εντάσσεται στο ΕΑΜ

Στη διάρκεια της Κατοχής, ο Καββαδίας περνάει στις γραμμές της Εθνικής Αντίστασης και γίνεται μέλος του ΕΑΜ. Την ίδια ακριβώς περίοδο γίνεται και μέλος του ΚΚΕ. Εντάσσεται, επιπλέον, στην Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, παρά το γεγονός ότι είχε τυπώσει τότε μόνο ένα βιβλίο, το Μαραμπού, ενώ το όριο ήταν τα τρία βιβλία. Είναι όμως ενεργός λογοτεχνικά, γράφοντας ποιήματα, ορισμένα εξ αυτών αντιστασιακά.


Το 1954 θα κυκλοφορήσει τη «Βάρδια» 


Στις αρχές του 1945 γίνεται επικεφαλής του ΕΑΜ Λογοτεχνών-Ποιητών, θέση την οποία παραχωρεί στις 6 Οκτώβρη του ίδιου έτους στον Νικηφόρο Βρεττάκο, εξαιτίας της αναχώρησής του από την Ελλάδα με το πλοίο “Κορινθία”. Η ασφάλεια τού έδωσε άδεια, καθώς θεωρείτο ανενεργός κομμουνιστής. Τον Ιανουάριο του 1947 οι εκδόσεις Θανάση Καραβία κυκλοφορούν τη δεύτερη ποιητική συλλογή του Ν. Καββαδία, με τίτλο “Πούσι”, ενώ επανεκδίδεται και το  εξαντλημένο “Μαραμπού”. Το 1954 θα κυκλοφορήσει και τη «Βάρδια», το μοναδικό πεζό του Νίκου Καββαδία. Από το 1954 μέχρι και το 1974, ταξιδεύει συνέχεια κάνοντας πολύ μικρά διαλείμματα.


Η πίκρα από την συνάντηση Καββαδία – Σεφέρη

Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του, και συγκεκριμένα το 1954, συνέβη το εξής περιστατικό:Ενώ ο ποιητής εργαζόταν σε “ποστάλι” (καράβι μικρών αποστάσεων, επιβατηγό), ταξίδεψε με το καράβι του ο Γιώργος Σεφέρης. Τόσο κατά την τυπική υποδοχή των ταξιδιωτών, όσο και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ο Σεφέρης δεν μπήκε καν στη διαδικασία να χαιρετίσει τον Καββαδία. Το γεγονός πίκρανε ιδιαίτερα τον Καββαδία, που θεωρούσε ότι η λογοτεχνική γενιά του ’30, στην οποία ανήκε και ο ίδιος, τον υποτιμούσε.


Πεθαίνει 10 Φεβρουαρίου 1975 στην Αθήνα


Το 1975, στην Αθήνα, στην κλινική «Άγιοι Απόστολοι», αφήνει την τελευταία του πνοή στις 10 Φεβρουαρίου ύστερα από εγκεφαλικό επεισόδιο.  Ο Νίκος Καββαδίας έγινε γνωστός στο ευρύτερο κοινό μετά το θάνατό του, όταν ο Θάνος Μικρούτσικος μελοποίησε κάποια από τα ποιήματά του στο δίσκο Σταυρός του Νότου.

πηγή cityculture /  Νίκος Καββαδίας «Μα θα με σκοτώσουν αν τα διηγηθώ όλα», συνήθιζε να λέει / Πέτρος Γραμμενίδης