“Οι ψευδοεξομολογήσεις” του Μαριβώ στο «Στούντιο Μαυρομιχάλη», κριτική παράστασης

Written by

  Έρωτας είναι η αιτία. Τυποποιημένη έκφραση,  διαχρονική και απολύτως εύστοχη. Έχει στη φαρέτρα του, αυτός ο πονηρός θεούλης,  τη φωτιά, την καταστροφή, τον πόνο, όμως  το βέλος του  πονάει γλυκά, τόσο, ώστε να απαγκιάζει στην ευτυχία. Τουλάχιστον στα παραμύθια, αλλά και στις τέχνες. Στην ποίηση, στη λογοτεχνία, στο θέατρο. Είναι πολλά τα πρόσωπά του. Τον ύμνησαν και τον καταράστηκαν. Και θα το κάνουν οι άνθρωποι, όσο υπάρχουν στη γη. Αρχόντισσες και αλήτες, πρίγκιπες και φτωχοκόριτσα , επιχειρηματίες και γραμματείς, πωλήτριες  και αρχιτέκτονες. Χαοτικές ταξικές διαφορές ανάμεσα σε αρσενικά και θηλυκά, πολυμήχανα σχέδια, επινοημένες  απάτες, ακανόνιστες διαδρομές,  οδηγούν  τον έρωτα,  μέσα από ταραχώδεις διαδρομές,  ως το πολυπόθητο χάπι εντ. Όπως στις «Ψευδοεξομολογήσεις» του Μαριβώ.

   Ο  Γάλλος συγγραφέας ήταν πενηντάρης  όταν έγραψε το έργο και είχε πλέον κατακτήσει πλήρως την τέχνη της θεατρικής γραφής. Με λεπτομέρειες και αποχρώσεις επιχειρεί να επιτύχει τον σκοπό του και να οδηγήσει το ζευγάρι ηρώων του σε γάμο, ενώ το κωμικό στοιχείο στέκεται κυρίαρχο στη δράση. Ξέρει, άλλωστε, ν’ απλώνει αινίγματα  που αποζητούν  λύσεις   από τον θεατή. Γι’ αυτό και είναι περίπλοκο να διηγηθείς τα θεατρικά του. Όσο πλέκει την ιστορία του, τόσο  απομακρύνεται το προφανές. Καθετί που συμβαίνει οδηγεί φαινομενικά στην αποτυχία, στην καταστροφή. Με την τέχνη του εισάγει μέσα στα έργα του πρόσωπα-έκπληξη, που καθορίζουν τελικά την εξέλιξη. Στην προκειμένη περίπτωση, ο υπηρέτης διαθέτει τις αρετές του ίδιου του συγγραφέα.

Υπόθεση

   Στις «Ψευδοεξομολογήσεις» (1737)  ο φτωχός Δοράντης αγαπάει την πλούσια, όμορφη και χήρα  Αραμίνδα, από τότε που την πρωτοείδε. Εκείνη, πάλι, τον αγνοεί πλήρως. Κάπως έτσι ξεκινά το θεατρικό. Με το απελπισμένο πάθος του ήρωα να μάχεται την κοινωνική άβυσσο που τον χωρίζει από το αντικείμενο του πόθου του. Ένας, ωστόσο, «από μηχανής θεός», ο πρώην υπηρέτης του, αναλαμβάνει να λύσει την κατάσταση οδηγώντας, τελικά, την Αραμίνδα στην αγκαλιά του. Στον μακρύ δρόμο προς την κατάκτησή της, οι εξομολογήσεις έχουν το μερίδιό τους. Δηλαδή : συναισθηματικές εκφράσεις, μικρά ψέματα, που μπορούν να   οδηγήσουν στην αλήθεια . Ωστόσο, το παιχνίδι ανάμεσα στον έρωτα και στο χρήμα μοιάζει τόσο μπερδεμένο, που κανείς δεν μπορεί εύκολα να εικάσει ποιο είναι το ισχυρότερο.

   Πρόκειται  για ένα παιχνίδι, ενδεχομένως λίγο επίπλαστο, αλλά διεισδυτικό και ευχάριστο. Μετά από τους κύκλους που επιβάλλει ο εγωισμός, έρχεται η ευτυχής λύση για την οποία καθόλου δεν αμφιβάλει ο θεατής κι οδηγείται στη διαπίστωση  ότι ο έρωτας θριαμβεύει.

    Ο  Μαριβώ, σύμφωνα με τους κριτικούς μελετητές του έργου,  είναι ο ιδανικός ζωγράφος της «γένεσης του έρωτα». Τα έργα του συνθέτουν εικόνες, όπου σκιαγραφούνται  το ξάφνιασμα, η έκπληξη που νοιώθουν οι ήρωες, καθώς  το συναίσθημα σιγά – σιγά φανερώνεται και  παίρνει  σάρκα και οστά.

   Άραγε, μπορούμε, κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες,  να μιλήσουμε μόνο για μια μεταφυσική προσέγγιση του έρωτα; Μήπως  πρέπει να διακρίνουμε τα στοιχεία μιας κοινωνιολογίας του έρωτα, αφού οι ήρωες του Μαριβώ τοποθετούνται –  με απόλυτο ρεαλισμό –  στην ατμόσφαιρα της περιόδου της Αντιβασιλείας του πρώτου μισού του 18ου αιώνα; Κι όμως, ναι. Μπορούμε. Αρκεί να κρατήσουμε τον πυρήνα και ν’ αντικαταστήσουμε την περιρρέουσα ατμόσφαιρα με σύγχρονες παραμέτρους, ικανές να πείσουν ότι τα παιχνίδια του έρωτα συνέβησαν, συμβαίνουν και θα συμβαίνουν σε μια ανθρώπινη κοινωνία  κομψή, άπληστη και ωμή. Όπως ακριβώς παρουσιάζονται οι «Ψευδοεξομολογήσεις» στο «Στούντιο Μαυρομιχάλη». Έτσι κι αλλιώς, η άνοδος στρωμάτων, των οποίων  η δύναμη  στηρίζεται στο χρήμα, θα συντελείται εις το διηνεκές.  

   Η παράσταση

    Απαλλαγμένη από τα στερεότυπα των παλαιών αναγνώσεων, η σκηνοθεσία μεταφέρει το έργο στο σήμερα αναδεικνύοντας τη γλωσσική του κομψότητα. Ο πολυγραφότατος Ανδρέας Στάϊκος υπογράφει την λογοτεχνική μετάφραση.

    Χωρίς κλισέ ή κοστούμια εποχής, το τελευταίο μεγάλο έργο του Γάλλου συγγραφέα, μοιάζει εδώ να έχει απορροφήσει όλα εκείνα τα στοιχεία που τον χαρακτηρίζουν, φτιάχνοντας ένα εξαιρετικό απόσταγμα. Με την λεπτότητα και τη φινέτσα της γλώσσας του, το γνωστό «marivaudage»,  καταφέρνει να κερδίσει τις εντυπώσεις και η παράσταση χρωστά πολλά στους  εξαίρετους ηθοποιούς της.

    Η όμορφη χήρα αγαπάει τα όμορφα ρούχα, κληρονομική έφεση από την περίκομψη μητέρα της, αλλά είναι σε μια κατάσταση νιρβάνας, θα λέγαμε. Ωστόσο, μπορεί να φιλονικήσει λεκτικά με τον περίγυρό της, ως μια χειραφετημένη γυναίκα, να φλερτάρει και να αφεθεί στις διεκδικήσεις των αντρών, παίζοντας με ανοιχτά χαρτιά το παιχνίδι του έρωτα και της εξουσίας. Η εξαιρετική  ηθοποιός Στέλλα Κρούσκα   μεταπηδάει αριστοτεχνικά από το ένα συναίσθημα στο άλλο, από τη μία κατάσταση στην άλλη, μέχρι να οδηγηθεί στο αίσιο τέλος, που κάθε έργο του Μαριβώ έχει, μετά από  αρκετές μεταπτώσεις και διακυμάνσεις. Είναι άξια θαυμασμού που κρατά ανεπηρέαστη την εσωτερικότητά της σ’ όλες τις διαταράξεις που επιφέρουν οι συνεχείς παρεμβάσεις του υπηρέτη Ντυμπουά. Προσωπικά, θα προτιμούσα να ήταν  πιο συμμαζεμένες.  Στην απολαυστική ατμόσφαιρα, για παράδειγμα,  που χτίζουν οι δυο ερωτευμένοι στη σκηνή,  πριν λιώσει η γεύση της  στα χείλη, η ελικοειδές σφήνα του Ντυμπουά την κομματιάζει ανελέητα. Προφανώς, η σκηνοθετική  άποψη είναι το ένα παιχνίδι να καταστρέφει το άλλο,  σε μια αλληλουχία συναισθηματικών μεταβαλλών του ύφους παλίρροιας- άμπωτης.

  Έπαινος και στους άλλους ρόλους. Στηρίζουν το παιχνίδι που επινόησε η διασκευή και η σκηνοθεσία, χωρίς να διαλύσουν τις ισορροπίες ανάμεσα στα θέλω της μητέρας (χάρμα ιδέσθαι η Στέλλα Παπαδημητρίου) και σε κείνα της κόρης, στην κόντρα των αντιζήλων, στις παρεξηγήσεις των υπηρετών  με την υπηρέτρια.  Ο νεαρός Κωνσταντίνος  Ελματζίογλου , ευχάριστη έκπληξη. Δύναμη και στιβαρότητα, γεφυρώνει το ηλικιακό χάσμα, αποδίδει με πειστικά τον  παθιασμένα ερωτευμένο άνδρα κι έναν άξιο παίχτη σε δύσκολο αγώνα. Ο Γιάννης Δαμάλας, υπερβολικός και με στομφώδη επιτήδευση στην ερμηνεία του. Πιθανώς, σκηνοθετική οδηγία για να ανυψωθεί η διαφορά  ανάμεσα σ’ εάν συμφεροντολόγο κι έναν αισθηματικά, διεκδικητές και οι δυο της ίδιας γυναικείας καρδιάς. Ο σκηνοθέτης Φώτης Μακρής επωμίζεται και τον ρόλο του παμπόνηρου Ντυμπουά, υπηρέτη του υπηρέτη. Πρόσωπο καταλύτης, αλλά ψυχρός εκτελεστής. Σωστή η τοποθέτηση του χαρακτήρα, ατυχής η επαναλαμβανόμενη και επί  τροχάδην παρέμβασή του στη δράση. Απόψεις, θα πείτε. Σαφώς!

   Το ενδιαφέρον στη σκηνοθεσία του Φώτη Μακρή  είναι ο τρόπος που παρουσιάζει τη ζωή σήμερα, πάνω σ’ έναν κόσμο – σκακιέρα με ανθρώπινα  πιόνια .   Η όλη προσέγγισή του  συνίσταται στην κατανόηση αυτού του νεωτερισμού, ακολουθώντας τα βήματα του Μαριβώ στις ευαίσθητες ισορροπίες  του: ο έρωτας από  καρδιάς απέναντι στον έρωτα από συμφέρον. Μεροληπτικός διαιτητής ο υπηρέτης του υπηρέτη.
  ΄Αλλωστε,  ο έρωτας είναι ένα πολύπλοκο συναίσθημα που μπορεί να εμφανιστεί κάτω από το  ένα ή το άλλο πρόσωπο. Αντιλαμβανόμαστε ότι στην εξέλιξη της υπόθεσης,  αυτό  το ισχυρό συναίσθημα  αγνοεί τα «τελετουργικά», δεν ενοχλείται πλέον από ηθικούς ή κοινωνικούς κώδικες: Είναι άγριος  κατακτητής και στη «μάχη»  επιτρέπονται όλα τα χτυπήματα. 
    Στην  παράσταση, οι ήρωες των  «Ψευδοεξομολογήσεων» δεν είναι  ελαφριοί, αιθέριοι χαρακτήρες που ασχολούνται με τη διασκέδαση πάνω σ’ ένα τροχήλατο μέσον . Στην εξαιρετική μετάφραση του σπουδαίου Ανδρέα Στάικου,  τους νιώθουμε να είναι ήρωες της σάρκας, άνδρες και γυναίκες που πρέπει να ικανοποιήσουν την επιθυμία τους. Οι ρεαλιστικές βιντεοσκοπημένες  σεξιστικές σκηνές μπολιάστηκαν επίτηδες στη δράση, για να σοκάρουν. Σαν απόδειξη ότι ο έρωτας είναι συναίσθημα και σαρκική  έλξη. Είναι πάθος εγκεφαλικής διαταγής και σαρκικής επιθυμίας. Είναι  ενστικτώδης, εν τέλει, ανθρώπινη συμπεριφορά. Ασφαλώς, θα μπορούσε να έχει μικρότερη διάρκεια το ωμό σεξ στο βίντεο αλλά οι θεατές δε φάνηκε να ενοχλούνται ιδιαίτερα.

  Επειδή ο σκηνοθέτης  χρησιμοποίησε τη σύγκρουση μεταξύ του παιχνιδιού και των παγίδων της τρέχουσας ημέρας, ως τρόπο σύγκρισης και αντίθεσης των αντιλήψεων και των ιδεών που διερευνούσε ο Μαριβώ με τις σύγχρονες ευαισθησίες, το εργο  έχει το ενδιαφέρον αποτέλεσμα που είδαμε από τον θεατρικό οργανισμό  «Νέος Λόγος» στο «Στούντιο  Μαυρομιχάλη».

Συγγραφέας: Πιερ Καρλέ ντε Σαμπλαίν ντε Μαριβώ
Μετάφραση: Αντρέας Στάικος
Σκηνοθεσία: Φώτης Μακρής
Σκηνικά: Μαντώ Ψυχουντάκη
Κοστούμια: Μαντώ Ψυχουντάκη
Μουσική: Γιώργος Χανός
Χορογραφία: Στέλλα Κρούσκα

Παίζουν: Νίκος Αργυριάδης, Γιάννης Δαμάλας, Κωνσταντίνος Ελματζίογλου, Στέλλα Κρούσκα, Φώτης Μακρής, Πάνος Ξενάκης, Στέλλα Παπαδημητρίου, Στεφανία Σαμαρά.

  Το έργο ανεβαίνει  φέτος,  ύστερα από  65 χρόνια της πρώτης  του αυλαίας στο Εθνικό Θέατρο, με την Μαίρη Αρώνη και τον Αλέκο Αλεξανδράκη, σε σκηνοθεσία Κωστή Μιχαηλίδη και με τίτλο «Ερωτικά τεχνάσματα».