Σπασμένο γυαλί του Άρθουρ Μίλλερ στο Αριστοτέλειο, κριτική παράστασης

Written by

Το «Broken Glass»  έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο «Long Wharf Theatre»  στο New Haven του Κονέκτικατ,  τον Μάρτιο του 1994. Κέρδισε αρκετά βραβεία, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και μέχρι σήμερα εξακολουθεί να συγκινεί κοινό και κριτικούς. Υποθέτω, ότι η παραγωγή και ο θίασος αποτείνουν φόρο τιμής  στην εκατονταετηρίδα του ΄Άρθουρ Μίλλερ με τη συγκεκριμένη παράσταση, έστω πέντε χρόνια αργότερα. Αν και η δράση εξελίσσεται στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, ο τίτλος  «σπασμένο γυαλί» αναφέρεται στα θρυμματισμένα τζάμια από μαγαζιά, κοιμητήρια και συναγωγές, στο περίφημο πανεθνικό  πογκρόμ ναζιστών της Γερμανίας  και Αυστρίας εναντίον των Εβραίων, το  «Kristallnacht»   του Νοεμβρίου του 1938.

Τα σημερινά δράματα, αναφορικά με  την όποια  πολιτική ταυτότητα, είναι συνήθως  ιστορίες ενδυνάμωσης πεποιθήσεων . Ο Μίλερ πηγαίνει σε μια πολύ πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση: δημιουργεί ένα θλιβερό πορτρέτο εβραϊκού αυτο-μίσους. Ο «εγωφοβικός» Εβραίος είναι μια κατηγορία που έχει  αναδυθεί μέσα από διάφορες εβραϊκές κάστες  λαϊκοθρησκευτικές και κοσμικές, ακόμα και  ιδεολογικής κατεύθυνσης  είτε  αριστεράς είτε  δεξιάς. Τυπικά, αυτό συνεπάγεται ότι οι Εβραίοι, κατά το δοκούν,  υιοθετούν ή εξαιρούν  τις στάσεις, τις πεποιθήσεις, τις ρητορείες και τις συμπεριφορές αντισημιτών.

Υπόθεση

Νύχτα Νοέμβρη του 1938. Οι Ναζί λεηλατούν σπίτια, συναγωγές και μαγαζιά των Εβραίων και η ανθρωπότητα συγκινείται στο άκουσμα της θλιβερής είδησης. Η περίφημη “Νύχτα των Κρυστάλλων” θα αποτελέσει την απαρχή του συγκλονιστικού Ολοκαυτώματος.

Σ’ ένα σαλόνι, στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, η  Εβραία Σύλβια Γκέλμπεργκ μαθαίνει το συνταρακτικό γεγονός, κλονίζεται κι  αρχίζει ξαφνικά να παραλύει. Τα πόδια της αδυνατούν να στηρίξουν το κορμί της και έκτοτε καθηλώνεται σ’ αναπηρικό καροτσάκι. Η καθημερινότητα  για μια νέα γυναίκα εγκλωβίζεται εκεί. Ενώ αιωρείται ένας υπαινιγμός  για την πρότερη ευνουχισμένη ζωή της στο οικογενειακό  περιβάλλον, παραμένει ανάπηρη, απομονωμένη  μέσα στο σπίτι, με  συντροφιά εφημερίδες που διαβάζει με αφοσίωση και αγωνία. Ο επίσης Εβραίος Δρ. Χάιμαν,  παρόλο που ομολογεί την έλλειψη εμπειρίας και γνώσης στην ψυχιατρική,  πιστεύει ότι το κλειδί για τη στάση της  βασίζεται στην ψυχοσεξουαλική δυναμική της οικογενειακής  ζωής των Γκέλμπεργκ. Είναι πραγματικά η Σύλβια παράλυτη; Τι την οδήγησε στην αναπηρική καρέκλα; Μπορεί ένα κοινωνικό γεγονός στην άλλη άκρη του κόσμου να επηρεάσει την υγεία κάποιου; Ή μήπως η παράλυση οφείλεται σε ψυχικό τραύμα ενδοοικογενειακής προέλευσης;  Ο γιατρός αποφασίζει  να σταθεί δίπλα στη Σύλβια και να ερευνήσει το παρελθόν, τα μυστικά της και τα πρόσωπα που βρίσκονται γύρω της, προκειμένου να βρει απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα.

Η ερμηνεία

Γίνεται ξεκάθαρο, καθώς εξελίσσεται η υπόθεση,  ότι ο Εβραίος  σύζυγος Φίλιπ εγκλωβισμένος στη σεξουαλική του ανικανότητα, η οποία προκλήθηκε μάλλον από την αγωνία και  το άγχος να επιβιώσει αυτός και η οικογένειά του σ’ ένα περιβάλλον χρεοκοπίας, οικονομικής κρίσης, και επαγγελματικής ανέλιξης, αλλάζει τον ψυχισμό του και  μετατρέπεται  σ’ έναν βίαιο, αυταρχικό, σκληρό σύζυγο, που προσπαθεί να έρθει σε επαφή με την τσακισμένη ψυχολογικά –  λόγω της συμπεριφοράς του –  Σύλβιας.  Εκείνη υπομένει καρτερικά την απομόνωσή της, ως γυναίκα και ως προσωπικότητα, κρατώντας τα κοινωνικά προσχήματα, προς αποφυγή σκανδάλου επιζήμιου για την οικογένεια.
Τη νύχτα των κρυστάλλων, η Σύλβια,  συναισθάνεται τον εξευτελισμό των Εβραίων, όταν τους  αναγκάζουν να πέσουν στα γόνατα και  να καθαρίσουν με οδοντόβουρτσες  τα πεζοδρόμια, ταυτίζει την προσωπική της ταπείνωση  με τη δική τους. Με  τον ίδιο πόνο βιώνει την ψυχολογική της κατάρρευση, με αποτέλεσμα να πέσει κι αυτή στα γόνατα. Παραλύουν τα πόδια της και δεν μπορεί να σταθεί όρθια.  Απέναντί μας,  δύο άνθρωποι ακρωτηριασμένοι ψυχικά και σωματικά.
Με την  συνεχή παρουσία του Εβραίου γιατρού, τις επισκέψεις του  και τις συζητήσεις του  με τον σύζυγο, ξετυλίγεται το κουβάρι των αιτίων και των σχέσεων του ζευγαριού.

Ο Φίλιπ Γκέλμπεργκ , αρνείται επανειλημμένως την  καταγωγή του. Μπορεί να είναι ένα ακραίο παράδειγμα  Εβραίου της άρνησης ταυτότητάς του, αλλά δεν είναι ο μόνος σε αυτό το παιχνίδι. Ο γιατρός Χάιμαν  σπούδασε ιατρική στη Χαϊδελβέργη, λόγω των αντισημιτικών ποσοστώσεων που υπήρχαν στις αμερικανικές ιατρικές σχολές. Έτσι, ταυτίζεται κι αυτός με τη γερμανική κουλτούρα, σε σημείο να μην  μπορεί να καταλάβει την αντισημιτική δύναμη του ναζισμού. Είναι πεπεισμένος ότι ο Χίτλερ είναι μια μόδα που θα περάσει. Στο δεύτερο μέρος της παράστασης οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και οι ανατροπές αναπάντεχες. Και στο επίπεδο των σχέσεων και στο ιδεολογικό υπόβαθρο.

Η παράσταση

Η σκηνοθέτις  Άσπα Καλλιάνη έστρωσε μια ιστορία σε περισσότερο από τον χρόνο που απαιτούσε το έργο. Αποτέλεσμα της μεγάλης διάρκειας, να κυλίσει ράθυμα το πρώτο μέρος και να περιοριστεί το ενδιαφέρον στις ερμηνείες, οι οποίες κράτησαν το κοινό «ζεστό» και το απογείωσαν στο δεύτερο, όπου και οι  μεγάλες ανατροπές.  Ωστόσο, κατεύθυνε  τους ήρωες της ιστορίας  αναλόγως τη σημαντικότητα ρόλου και ύφους. Κανείς τους δεν πάτησε σε χνάρια άλλου,  έστω κι αν  εμπλέκονταν  συναμεταξύ τους. Αποτέλεσμα,  μας έδωσαν χαρακτήρες μέσα από ένα πολυπρόσωπο πρίσμα φόβων, ντροπής, ενοχών, ανασφαλειών κι ελπίδων.

Θα ξεχωρίσω τη σκηνή της  αποκάλυψης της Σύλβιας στον γιατρό Χάιμαν του πρότερου ευνουχισμένου βίου στην οικογενειακή εστία, όταν οι σχέσεις των δυο συνομιλητών από τυπικές εξελίχτηκαν, αναπόφευκτα, σε βαθιά συναισθηματικές, σε μια έξοχη  συγκινητική απόδοση, μια εξομολόγηση – κατάθεση ψυχής,  κάτω από την εμβληματική μουσική του Τζον Γουίλιαμς από τη «Λίστα του Σίντλερ». Επίσης, τα ηχογραφημένα διαγγέλματα του Χίτλερ που ακούγονται στην παράσταση, δεν είναι μεν ευρήματα, εφόσον πολυχρησιμοποιήθηκαν, αλλά βοηθάνε στην πληρέστερη κατανόηση της ιστορίας.

Ο Γιάννης Βούρος στον ρόλο του γιατρού Χάρρυ Χάιμαν  μπαίνει σαρωτικός στο σπίτι των Γκέλμπεργκ στο Μπρούκλιν του 1938. Ο έμπειρος ηθοποιός  με την ακρίβεια που τον διακρίνει, την πλούσια  θεατρική του παιδεία, το μέτρο που τον ακολουθεί, χτίζει έναν δυναμικό χαρακτήρα, με αξιοθαύμαστες ισορροπίες ανάμεσα στον επιστήμονα γιατρό, στον πιστό σύζυγο, στον ευαίσθητο αισθηματία και χαρίζει στο κοινό μια ακόμη αξιόλογη ερμηνεία.

Η Παναγιώτα Βλαντή  είναι μια εξαιρετική Σύλβια. Εγκλωβισμένη στο αναπηρικό καροτσάκι, παραμένει ένας πανέμορφος Δούρειος Ίππος , όρθιος και  περήφανος, ακόμα και σε στιγμές  που οι αδυναμίες της ηρωίδας  θα δικαιολογούσαν  πλήρη αποδόμησή του. Όταν εκείνη το αποφασίζει, εξωτερικεύει τα εσώψυχά της κι απαλλάσσεται από το βάρος των κρυμμένων μυστικών της. Αγέρωχη κι ευθυτενής  οδεύει στην ελευθερία της,  στην τελευταία σκηνή της παράστασης.

Ο Χάρτης Σώζος  είναι  μια ευχάριστη έκπληξη, για όσους τον ήξεραν μέσα από την τηλεόραση. Ο Φίλιπ που υποδύεται τόσο επιδέξια, εντυπωσιάζει. Τον αντιπαθήσαμε, τον αγαπήσαμε, τον λυπηθήκαμε, αγανακτήσαμε αλλά και γελάσαμε μαζί του,  συμμεριστήκαμε τον πόνο του.  

Η Ελίνα Μάλαμα στον ρόλο της Χάριετ, της αδελφής της Σύλβιας, είναι ο «έξω» κόσμος. Η οικογένεια, η κοινωνία, η κοινή γνώμη. Δίκαιη, συμπονετική, σκληρή ενίοτε,  ανθρώπινη. Και πολύ όμορφη!

Η Βάσω Γουλιελμάκη, ως  Μάργκαρετ Χάιμαν  σύζυγος του γιατρού, κερδίζει επάξια τον έπαινο στο  χειροκρότημα. Ο ρόλος της, αυτός της αφελούς και καταδεκτικής συζύγου, μετατρέπεται σταδιακά σε τραγικό πρόσωπο. Τα δεινά της είναι τόσο αφανή και καλά κρυμμένα, ώστε εκπλήσσει με την ερμηνεία της  στην αποκάλυψή τους.

Τα έξυπνα  σκηνικά,  που εξυπηρετούν δράση και μεταφορά από σκηνή σε σκηνή, έχουν την υπογραφή του Μανόλη Παντελιδάκη και τα κοστούμια της Ντένης Βαχλιώτη.

Δε χρειάζεται μεγάλη φαντασία για να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η παράλυση της Σύλβιας είναι μια μεταφορά και διαμαρτυρία για την παράλυση των δημοκρατιών του κόσμου, όχι μόνο στη δεκαετία του 1930 αλλά στις επόμενες δεκαετίες.

Το έργο του Μίλερ παραμένει ισχυρό και δραματοποιεί τα παγκόσμια θέματα της ζωής, του θανάτου, της ταυτότητας και της ευθύνης στις λεπτομέρειες της εβραϊκής ζωής στο Μπρούκλιν, στα τέλη της δεκαετίας του 1930. Αυτό είναι ένα ιστορικό δράμα που δικαιώνει  τον ισχυρισμό του Νομπελίστα Ουίλιαμ Φώκνερ  ότι  «το παρελθόν δεν είναι ποτέ νεκρό. Δεν είναι καν παρελθόν».

Πρωταγωνιστούν:
Γιάννης Βούρος, Παναγιώτα Βλαντή, Χάρης Σώζος, Βάσω Γουλιελμάκη, Ελίνα Μάλαμα


Ταυτότητα Παράστασης:Σκηνοθεσία: Άσπα Καλλιάνη
Σκηνικά: Μανόλης Παντελιδάκης
Κοστούμια: Ντένη Βαχλιώτη
Φωτογραφίες Μαριλένα Αναστασιάδου