Stand-Up στο “Μαιευτήριο” *κριτική

Written by

΄Οταν γράφεις κριτική για μια βραδιά stand-up έχεις de facto μια δυσκολία : τα όσα υπάρχουν για να κρίνεις περιορίζονται στα κείμενα που ακούγονται, μια και τα υπόλοιπα σκηνικά δεδομένα είναι σχεδόν ανύπαρκτα ! Οι ίδιοι οι κωμικοί που εμφανίζονται σε τέτοια στέκια το λένε συχνά : “τι μας χρειάζονται οι κριτικοί και τα κείμενά τους” !… ΄Ομως αν το δεις με ένα άλλο “μάτι” -αυτό της απλής καταγραφής- θα καταλάβεις πως και μόνο που αναφέρονται τα ονόματα των κωμικών σε ένα κείμενο όπως το παρόν, αποτελεί ένα είδος ιστορικής θεατρικής μνήμης … ΄Οταν μάλιστα οι οργανωτές δεν τυπώνουν ένα φυλλάδιο-πρόγραμμα, αυτομάτως κριτικές σαν κι αυτή χρησιμεύουν και ως καταγραφή του ΤΙ έγινε κάποια όμορφα βράδια…
Για να αρχίσουμε από τα γενικά θα πούμε πως η βραδιά στο “Μαιευτήριο” με τον τίτλο OpenCWmic πριν λίγες μέρες ήταν ενδιαφέρουσα, δυστυχώς όμως οι οργανωτές δεν έκαναν καλή διαφήμιση (ο υπογράφων το έμαθε τυχαία και από “καραμπόλα ψαξίματος” στο Ιντερνετ) με αποτέλεσμα να μην υπάρχει πολύς κόσμος, μετρήσαμε το πολύ 25 θαμώνες, πολλοί εκ των οποίων είχαν πάει για να δειπνήσουν και όχι για να παρακολουθήσουν σταντ-απ. ΄Ισως όμως αυτό να βγήκε σε καλό διότι δημιουργήθηκε μια “οικογενειακή” ζεστή ατμόσφαιρα. Το σέρβις και τα σερβιριζόμενα πολύ καλά, το ίδιο και οι λογικές τιμές, όχι όμως και το σύστημα εξαερισμού που ταλαιπώρησε τους μη-καπνίζοντες.
Στα γενικά καλλιτεχνικά θα πούμε πως μερικές φορές και σε ορισμένες (λίγες) περιπτώσεις τα εκφερόμενα λόγια βγαίνουν από το στόμα των κωμικών πολύ γρήγορα, να φανταστείτε πως ο υπογράφων στο διάλειμμα και στο φινάλε αναγκάστηκε να ρωτήσει τους κωμικούς ποιο ήταν το επίθετό τους, διότι ο παρουσιαστής το “πέρασε” πολύ γρήγορα. Το ίδιο συμβαίνει με μερικά από τα αστεία που ακούγονται : τα εκφέρουν με τόση ταχύτητα που αναρωτιόμαστε αν όσοι γελάνε όντως τα καταλαβαίνουν ή απλά γελούν από κεκτημένη ταχύτητα ή λόγω υπερβολικής κατανάλωσης ποτού.
΄Ενα άλλο γενικό ζήτημα είναι το ΠΟΙΟΣ παρουσιάζει την κάθε βραδυά. Θεωρούμε πως κάθε φορά αυτός είναι και ο πιο ευνοημένος από όσους παρουσιάζονται, διότι έχει το δικαίωμα να κάνει δικές του παρλάτες ανάμεσα σε κάθε άλλη παρουσίαση, έτσι όχι μόνο λέει τα πιο πολλά, αλλά μπορεί να “ανέβει” ποιοτικά σε μια απο τις παρλάτες, ώστε να ισοφαρίσει τυχόν άλλες, λιγότερο πετυχημένες.
Παρουσιαστής λοιπόν ήταν ο Γιάννης Βαβούρας με 7 περίπου 3λεπτα (έως και 5λεπτα) στη διάθεσή του : επανέλαβε τα περί χρωματοπωλείου όπου εργάζεται (δυστυχώς το έχουμε ακούσει 3 φορές ως τώρα) μας άρεσε πολύ ο συσχετισμός των κόμικ Ντόναλντ-Σκρουτζ κλπ. με την ερωτική σύγχρονη ζωή, ασχολήθηκε με τις γριές τις οποίες σατίρισε άγρια (πόσο γρήγορα σηκώνονται στη λειτουργία, τα μέταλ-ντιτέκτορ στις Εκκλησίες, οι πάνες ακράτειες που βάζουν κλπ.). Σε ένα άλλο τρίλεπτο μας μίλησε για την εμπειρία του με τα αυτοκίνητα Χιουντάι, κάτι που δεν κατανοήσαμε πολύ. Πολύ καλό το τελευταίο του 5λεπτο με την συσχέτιση της …. φυλής των Νεοδημοκρατών (και συγκεκριμένα του Κυριάκου Μητσοτάκη) και τα θρησκευτικά δεδομένα και σύμβολα (π.χ. βαπτίσια της οικογένειας στην Κρήτη και Ιωάννης ο …. Βαπτιστής).
Ο Γιάννης Γάμπας ανάλωσε το μεγαλύτερο μέρος των κειμένων του σε μια εύστοχη, εξόχως αστεία αντιπαράθεση Κόλασης-Παράδεισου (αναλογίζεστε ΠΟΥ ακούνε Γαϊτάνο και ΠΟΥ ΄Αϊρον Μέιντεν ??). Σε ένα δεύτερο μέρος σατίρισε εύστοχα μερικές μανίες των σύγχρονων γέρων (ουρές στα ΑΤΜ, εξτριμ σπορτς στη Τσιμισκή με “Π” κ.ά.) και τα χαρτζηλίκια που κερδίζουν. Είχε καλή οπτική επαφή με το κοινό και άνεση στην κίνηση.
H Αλίκη Τσακούμη ξέφυγε σωστά από τις παλιές της εμμονές με τα φεμινιστικά και μας μίλησε με μπόλικο κέφι για την πόλη της καταγωγής της, το Αγρίνιο, καθώς και την αστεία σχέση της με τον πατέρα της όσον αφορά τον “δεσμό” που κουβάλησε εκεί. Ο πατέρας της, φανατικός του Καζαντζίδη, έπεισε το νεαρό μακρυμάλλη ροκά ότι ο λαϊκός βάρδος είναι καλύτερος από κάθε χεβυ-μεταλά ! Αδίκως μικρά και χωρίς σύνδεση με τα προηγούμενα τα όσα ανέφερε για τον Παβλώφ και το τεστ εγκυμοσύνης
Ο Βαγγέλης Μουλαράς ήταν άνετος, και με διάθεση να μας πάει σε στοιχεία που δεν τα έχουμε ξανακούσει. Ετσι καλή η έμπνευσή του να μας μιλήσει για πρώτα ραντεβού και το τι λέμε σε αυτά, θέλησε όμως να είναι σύντομος (μόλις 3 λεπτά) έτσι δεν μπόρεσε να αναπτύξει κι άλλες καλές ιδέες. Πολύ εύστοχη η αναφορά του σε τραγούδια του Σάκη Ρουβά και τις σχέσεις των δυο φύλων σε πρώτα ραντεβού.
Ο Βασίλης Κατέλης, ο Σερραίος της παρέας, αναφέρθηκε κι αυτός στις σχέσεις του και αυτοσαρκάσθηκε ομολογώντας πως έχει να κάνει δεσμό με γυναίκα 2 χρόνια (μας έκανε να σκεφτούμε “πόσα από όσα λέγονται είναι αληθινά ή απλά τα λένε για να γελάσουμε εις βάρος τους”). Αναφέρθηκε επιδέξια και στη σχέση διαφόρων μουσικών κομματιών από όλο τον κόσμο, με έμφαση στη σχέση ιαπωνικών κομματιών με την ραπ μουσική. Είπε και άλλα πολλά και ωραία, αλλά ομολογούμε πως δεν προλάβαμε να τα γράψουμε στο χαρτί που είχαμε μαζί μας, ακριβώς λόγω της ταχύτητάς του. Καλή η σχέση του με το κοινό, απαντούσε γρήγορα σε κάθε τι που του έλεγαν από κάτω.
Ο Αντώνης Χριστοδούλου μας μίλησε για το τι ήθελε να γίνει (μηχανολόγος) αλλά και για το ότι κατέληξε να γίνει φαρμακοποιός, ανέφερε με χιούμορ τη μειονεκτικότητά του στην οικογένειά του (“πάνε για ψώνια και φέρε ρέστα”), κατέληξε δε σε κριτική κρασιών σε γάμους, τα οποία είναι απαράδεκτα. Είχε κάποιο τρακ, ήταν κι αυτός σύντομος, δεν είχε πολλά σκαμπανευάσματα στη φωνή και την σωματική έκφραση.
Ο Δημήτρης Χαζαρίδης από την Αθήνα ήταν χαμηλών (σχετικά με τους άλλους) τόνων, λεκτικά και σωματικά. Δυστυχώς ανέφερε πολλές φορές (επίτηδες ??) το ότι είναι πόντιος, αλλά αυτή του επιμονή δεν τον βοήθησε πολύ. Πετυχημένα τα όσα παρέθεσε σχετικά με την Τράπεζα Σπέρματος, την οποία συσχέτισε εύστοχα με το οικονομικό πρόβλημα της χώρας μας, ενώ έκανε έξυπνη αντιστοίχιση με τα δάνεια από διάφορες άλλες Τράπεζες, π.χ. την Πειραιώς… Καλό το περιστατικό που διηγήθηκε με την εκσπερμάτιση στο πρόσωπο μιας κοπέλας (“sorry, I didn’ t see it ….coming”), λίγο άσχετο το ζήτημα του Καζακστάν, καλά τα σόκιν ισπανικά (πούτσας γκράτσιας), αδιάφορο το θέμα του δώρου στο παιδί του φίλου του.
Ο Τζουζέπε Βιέρι καλά έκανε και μας ξαναανέλυσε την ιδανική ενδεκάδα, την βασισμένη σε γνωστούς τραγουδιστές. Οποτε την ακούμε την απολαμβάνουμε. Μας μίλησε για το δήμαρχο Μπουτάρη (μούχλα με αρθριτικά) ενώ νομίζουμε πως ήταν υπερβολικός στις τοποθετήσεις του σε θέματα θρησκείας : Σε ταινίες με θέμα τη ζωή του Ιησού τόλμησε να κάνει υπερβολική σύγκριση -και σχεδόν ειρωνική αναφορά- με τον Γιώργο Σαμαρά (ποδοσφαιριστής της Εθνικής Ομάδας ποδοσφαίρου που μοιάζει σε αντίστοιχες εικόνες). ΄Εκανε αναφορά στο “σκουίρτερ”, που έχει να κάνει με τη γυναικεία εκσπερμάτιση (?), οι περισσότερες γυναίκες της βραδιάς τον ρώτησαν ΤΙ είναι αυτό και εκείνος έδειξε την εμπειρία του στο σταντ-απ : πήρε το χρόνο του να σκεφτεί για να δώσει μερικά παραδείγματα, εύστοχα και χιουμοριστικά.
Λόγω της αδυναμίας μας να κρίνουμε -όπως προείπαμε- άλλα ζητήματα πλην των κειμένων που ακούγονται, μας μπαίνει ένας πειρασμός : να προχωρήσουμε σε μια χιουμοριστική κατάταξη των εμφανισθέντων (ας πούμε σαν ένα είδος … απονομής ΄Οσκαρ). ΄Ετσι θα λέγαμε πως ο πιο γρήγορος και ετοιμόλογος στις επεμβάσεις του κοινού ήταν ο Βασίλης Κατέλης, ο πιο διαδραστικός με το κοινό ο Τζιουζέπε Βιέρι, οι πιο “κλεισμένοι” στα κείμενά τους οι Αντώνης Χριστοδούλου και Βαγγέλης Μουλαράς, ο/η πιο ανανεωμένη σε σχέση με παλιότερα κείμενα η Αλίκη Τσακούμη, ο πιο ευέλικτος σωματικά ο Γιώργος Γάμπας (απούσης της ΄Ηρας Κατσούδα), τα δε πιο αστεία κείμενα (αυτό είναι αρκετά υποκειμενικό, αλλά τα σταθμίζουμε με κριτήριο το πόσο γενικό γέλιο προκάλεσαν) ήταν αυτά του Βασίλη Κατέλη. Δευτερευόντως θα λέγαμε πως ήταν και εκείνα του Γιάννη Βαβούρα, αλλά δεν του …. δίνουμε Οσκαρ γιατί ευνοήθηκε από τις πολλαπλές του εμφανίσεις… Τέλος ο πιο αυτοσαρκαστικός ήταν ο Τζιουζέπε Βιέρι, ο οποίος δεν δίστασε να αποκαλέσει τον εαυτό του ακόμη και μ@@νάρα, με βάση το ότι η μάνα του είναι μια πρώην όμορφη Ιταλίδα.
Ευχόμαστε και πάλι πολλές επιτυχίες στην συμπαθέστατη αυτή ομάδα αλλά και στον εξ ίσου συμπαθητικό χώρο, που μπορεί να αποτελέσει το βασικό στέκι του σταντ-απ στην πόλη μας.