Θέατρο στην Κωνσταντινούπολη Μέρος Β΄

Written by

Πριν λίγους μήνες ο υπογράφων μετέβη στην Πόλη και παρακολούθησε δυο θεατρικές παραστάσεις («Λυσιστράτη» και «Στην ζωή του Ναζίμ Χικμέτ») για τις οποίες έγραψε κριτική  -αναρτήθηκαν στο thessaloniki-portal.gr. Αυτή τη φορά επέστρεψε από άλλο ένα ταξίδι εκεί και έχοντας δει 6 (έξι) άλλες,  θέλησε να τις περιγράψει και κριτικάρει, κυρίως σαν μια προσπάθεια να μεταφέρει στους αναγνώστες του thessaloniki-portal.gr την εμπειρία του να παρακολουθείς Τούρκικο θέατρο σε μια χώρα που μαστίζεται από αρκετά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Γενικά η θεατρική παραγωγή στην Τουρκία τον χειμώνα πάει καλά, με πολλές παραγωγές ετησίως, άλλοτε ενδιαφέρουσες και άλλοτε όχι (όπως σε όλες σχεδόν τις χώρες) μας εντυπωσιάζει όμως η ανυπαρξία παραστάσεων το καλοκαίρι, ειδικά στην Κωνσταντινούπολη, μια πόλη είκοσι εκατομμυρίων κατοίκων που στερούνται  -από σφάλματα της πολιτικής της κυβέρνησης αλλά και μια ραθυμία των Τούρκων ηθοποιών και παραγωγών- αυτήν την Τέχνη επί τρεις μήνες ……

Σε ένα από τα δυο (!!!…) Δημοτικά Θέατρα της Πόλης είδαμε το θεατρικό έργο «Μαρμελάδα φράουλα με γεύση ξυδιού» του A. Kadir Bozkurt σε σκηνοθεσία Zuhal Ergen με τους Bensu Orhunöz και Mert Tanık. Οι δυο τους υποδύονται ένα ζευγάρι που επί σκηνής μας παρουσιάζουν τη ζωή τους με την …όπισθεν, δηλαδή ξεκινούν ως γέροι και καταλήγουν ως έφηβοι, μέσα από τέσσερις σκηνές των είκοσι πέντε λεπτών περίπου η κάθε μια. ΄Ετσι καταλαβαίνουμε το ΠΟΥ έφτασαν αλλά και το από ΠΟΥ και ΠΩΣ ξεκίνησαν. Υπόδυση συμβατική και στις τέσσερις φάσεις, με ελάχιστες ενδιαφέρουσες υποκριτικές στιγμές, κάποιες σκηνές παντομίμας έδειξαν πως είχαν δυνατότητες να πάνε πιο «μακριά», αλλά μάλλον οι σκηνοθετικές επεμβάσεις δεν τους το επέτρεψαν. Το σκηνικό ήταν ένα ημικυκλικό κατασκεύασμα που κάποια κομμάτια του θύμιζαν σπίτι και γραφείο, φτιαγμένο ερασιτεχνικά (πρόχειρες πόρτες, γαμήλια τούλια, αντικείμενα χωρίς λόγο ύπαρξης) και με πρόθεση να εξυπηρετηθεί απλά η περιοδεία που θα ξεκινούσε  σε λίγες ημέρες και όχι οι εναλλαγές σκηνών και συναισθημάτων.

Στο Εμπορικό Κέντρο Sevahir είδαμε την παράσταση «Τελευταίο Ταγκό» («Son Tango» ο τούρκικος τίτλος) του Özcan Özer σε σκηνοθεσία Murat Sarı με τον παλαίμαχο, δυναμικό, αλλά με πολλά προβλήματα υγείας Sedat Savtak να παραμένει καθισμένος σε όλο το διάστημα στο δεξιό άκρο της σκηνής αδικαιολόγητα αμίλητος, βλοσυρός. Σε ένα μπαρ κάποιου λιμανιού περίπου 30 νέοι άνθρωποι συνευρίσκονται για να βρουν ταίρι αλλά, στην ουσία, να κάνουν αντίσταση στην άρχουσα τάξη (έμμεση αναφορά στο τωρινό καθεστώς στην Τουρκία). Μια από τις κοπέλες αγαπά ένα νεαρό ο οποίος αναπτύσσει μαζί της μια κρυφή σχέση, οι αρχές όμως συλλαμβάνουν το νεαρό και η κοπέλα αυτοκτονεί.

Μας ξένισε η ακαταλληλότητα του χώρου σε σχέση με τον συνολικό αριθμό των ηθοποιών, μουσικών και χορευτών: πολύ μικρή για τόσους πολλούς συντελεστές, θα έπρεπε να βρουν ένα άλλο, μεγαλύτερο χώρο για να μπορούν να κινηθούν όλοι πιο άνετα. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν, χωρίς λόγο, υπερβολικοί τόσο στο λόγο όσο και στην κίνηση, ειδικά στις μικροκινήσεις και τα βλέμματά τους προς κάθε κατεύθυνση.  Και να φανταστεί κανείς ότι μέσα στον ίδιο χώρο εισέρχοντο ενίοτε και κάποιοι χορευτές για να χορέψουν όμορφα ταγκό!

Στο ίδιο εμπορικό κέντρο είδαμε τις «Τρεις αδελφές» του Τσέχωφ σε σκηνοθεσία του Mehmet Birkiye. Εδώ οι ηθοποιοί είχαν καλές και κακές στιγμές, οι πρώτες όταν έπαιζαν με το βλέμμα και τις σιωπές, οι κακές σε εκείνες τις χωρίς λόγο «φλύαρες» κινήσεις τους, μικρές ή μεγάλες, που όμως μάλλον επιβλήθηκαν από τον σκηνοθέτη παρά από κάποια προσωπική διάθεση αυτοσχεδιασμού. Το σκηνικό ένα μεγάλο γκρίζο κατασκεύασμα που θύμιζε περισσότερο εργοστάσιο παρά χώρους αντίστοιχους με το πνεύμα του κειμένου. Ένα καλό εύρημα ήταν ένα μικρό τραινάκι στο βάθος και πολύ πίσω στη σκηνή, που πηγαινοερχόταν για να καταδείξει τις επιθυμίες των τριών αδελφών να «φύγουν», όμως τελικά μας κούρασε με τα πολλά «πάνε-έλα».

Στον γνωστό πεζόδρομο Istiklal και μέσα σε μια στοά που κατά κανόνα φιλοξενεί κινηματογραφικές αίθουσες πλάι σε εμπορικά καταστήματα, είχαμε την ευκαιρία να δούμε το «Kalpak» της Vera Kissel σε σκηνοθεσία Atilla Şendil. Μια οικογένεια που αποτελείται από 3 γυναίκες (γιαγιά-κόρη-μητέρα) φιλοξενεί αλλά και κρύβει στο σπίτι της κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής έναν νεαρό αντιστασιακό. Στο σπίτι τους έρχεται τακτικά μια φίλη τους, η οποία είναι συνεργάτης των ναζί και που κάτι έχει υποψιασθεί. Η σχέση της μάνας και της κόρης με το νεαρό εξελίσσεται σε ερωτική, αλλά τελικά αποφασίζουν να σκοτώσουν τον αντιστασιακό (ο οποίος μοιάζει να τις εκβιάζει συναισθηματικά για να μην τον προδώσουν). Στο ρόλο της μητέρας ήταν η Mine Tüfekçioğlu, κόρη η İpek Büyükakın, νεαρός ο Kutay Sahin, γυναίκα-ναζί η Mehlika Balkan και γιαγιά η Suna Selen. ΄Ολοι τους «επίπεδοι», με μικρές υποκριτικές διακυμάνσεις και καθόλου πάθος σε τέτοιους αβανταδόρικους ρόλους.

Στην ασιατική πλευρά της Πόλης ένα παλιό εργοστάσιο καπνού μετετράπη από το Κρατικό Θέατρο σε ένα πολυχώρο πολιτισμού, όπου μια από τις αίθουσες φιλοξενεί θεατρικές παραστάσεις. Εκεί λοιπόν είδαμε την «Μηχανή Τσέχωφ» του Matei Visniec σε σκηνοθεσία Müge Gürman. Μια ενδιαφέρουσα δουλειά (και μόνο από την βασική ιδέα του κειμένου) αλλά σε μια αδικαιολόγητα μεγάλης διάρκειας παράσταση. Ο σκηνοθέτης χρησιμοποίησε όλα τα γνωστά τεχνολογικά μέσα που διαθέτει αυτό το θέατρο, με αποκορύφωμα την αλόγιστη χρήση του κυκλικού περιστρεφόμενου δαπέδου που γύριζε ασταμάτητα σε σημείο που να κουράζει ηθοποιούς αλλά και θεατές. ΄Εντονη και η χρήση των πολλών πηγών φωτός, μας θύμισαν νυχτερινό κέντρο ! Το κείμενο είναι μια συρραφή από έργα του Τσέχωφ, όπως ο «Γλάρος», ο «Βυσσινόκηπος», οι «Τρείς Αδελφές» όπου, σε μια νεωτεριστική μετακειμενική ματιά  βλέπουμε τον ίδιο τον Τσέχωφ να εισέρχεται στη δράση και να συνδιαλέγεται με τους ηθοποιούς ! ΄Ολοι τους -περίπου 30 άτομα !..- κινήθηκαν με άνεση αλλά και τον απαιτούμενο σεβασμό στα κείμενα αυτά, καθώς και στις οδηγίες του σκηνοθέτη που τους καθοδήγησε και συντόνισε έξοχα, παρά την προαναφερθείσα υπερβολική εξάρτηση από την τεχνολογία (τόσο μεγάλη που έριξε σε δεύτερη μοίρα τις υποκριτικές ικανότητες των ηθοποιών).

Από την πλευρά του ιδιωτικού θεάτρου -σε ιδιαίτερη άνθηση στην Τουρκία τα τελευταία χρόνια- και σε άλλο ένα εμπορικό κέντρο, το Profilo,  είχαμε την ευκαιρία να δούμε το έργο του Νηλ Σάιμον «Οι προσκεκλημένοι στο σπίτι χωρίς μουσική» σε σκηνοθεσία Nedim Saban με την παλαίμαχη αλλά δυναμική Serpil Tezcan στον κεντρικό ρόλο της μητέρας, ειδικά στις «σιωπές» της. Εδώ, τρία αδέρφια αναγκάζονται να φιλοξενήσουν την γριά μητέρα τους μετά από την εγκατάλειψή της από τον μεγαλύτερο αδελφό τους. Η συμβίωση μαζί της θα τους χαρίσει πολλές εμπειρίες, που θα τους κάνουν πιο δυνατούς στα μελλοντικά τους πλάνα. Οι ηθοποιοί κινήθηκαν, σωματικά και συναισθηματικά, με άνεση στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης, δεν απέφυγαν όμως κάποιες αφέλειες στην εκφορά του λόγου και κάποιες υπερβολές στην κινησιολογική απόδοση των ρόλων τους, με επίκεντρο την νεαρή αδερφή με νοητική υστέρηση, που μάλλον κλόουν σε τσίρκο θύμιζε…. Ο κόσμος που την παρακολούθησε  -Σαββατόβραδο και σχετικά νωρίς όσον αφορά την ώρα έναρξης  (8 μ.μ.)-  ήταν λιγοστός (ούτε καν το μισό της μοντέρνας αίθουσας δεν γέμισε) κάτι που αποδεικνύει πως τους Τούρκους φίλους μας, «αμερικανιές» σε συνδυασμό με κάπως ακριβά εισιτήρια, τους αποτρέπουν να τις παρακολουθούν.

Η εμπειρία μας από τις έξι αυτές παραστάσεις είναι θετική, το τούρκικο θέατρο -τόσο σε επίπεδο ποσότητας όσο και ποιότητας-  δεν απέχει και πολύ από το ελληνικό, αξίζει λοιπόν ένας ΄Ελληνας θεατρόφιλος θεατής να αφιερώσει ένα μέρος των διακοπών του εκεί σε τέτοια θεάματα.